τίτλος βιβλίου
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ [available .htm: chapeters A-H]
συγγραφέας:
ΑΧΙΛΛΕΥΣ Α. ΤΖΑΡΤΖΑΝΟΣ
1 | ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ ΦΘΟΓΓΟΛΟΓΙΚΟΝ |
|
2 | ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΤΥΠΟΛΟΓΙΚΟΝ |
|
3 | ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟΝ | |
4 | ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΝΩΜΑΛΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ |
ΦΘΟΓΓΟΙ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
§ 1 . Τὰ γράμματα τῆς ἀρχαίας ῾Ελληνικῆς γλώσσης εἶναι 24, τὰ ἴδια μὲ τὰ 24 γράμματα τῆς νέας ῾Ελληνικῆς. Ἀλλὰ ὑπὸ τῶν ἀρχαίων ῾Ελλήνων δὲν ἐπροφέροντο πάντα τὰ γράμματα ταῦτα ἀκριβῶς ὅπως τὰ προφέρομεν ἡμεῖς οἱ νέοι Ἕλληνες. Διὰ τοῦτο πολλάκις ὁ ἴδιος φθόγγος τῆς νέας γλώσσης (π. χ. ὁ φθόγγος ι ) φαίνεται παριστανόμενος εἰς διαφόρους λέξεις ἢ εἰς διαφόρους συλλαβὰς τῆς ἰδίας λέξεως μὲ διάφορα γράμματα (π. χ. καὶ μὲ τὸ η ἢ τὸ υ ): ῥίς, μῦς, μυστήριον.
Εἰς δὲ τὴν ἀρχαιοτάτην ῾Ελληνικὴν γλῶσσαν, ὅπως θὰ ἴδωμεν εἰς τὰ ἑπόμενα, ὑπῆρχε καὶ εἷς ἰδιαίτερος φθόγγος, τὸ j (γιώτ), τοῦ ὁποίου ὅμως δέν παρεδόθη γράμμα (ἤτοι γραπτὸν σημεῖον).
᾽Επροφέρετο δὲ τὸ
j
, ὅπως προφέρεται τώρα τὸ γι εἰς τὴν λέξιν π.χ. Πανάγιω (Πανάγ-ω) ἢ ὅπως τὸ ἁπλοῦν
ι
εἰς τὰς λέξεις π.χ.
α΄) Φωνήεντα
§ 2. Ἀπὸ τὰ ἑπτὰ φωνήεντα α, ε, η, ι, ο, υ, ω :
α) τὸ ε καὶ τὸ ο λέγονται βραχέα (ἤτοι σύντομα εἰς τὴν προφοράν)˙
β) τὸ η καὶ τὸ ω λέγονται μακρὰ (ἤτοι παρατεταμένα εἰς τὴν προφοράν), διότι ἀρχῆθεν τὸ μὲν η ἐπροφέρετο ὑπὸ τῶν παλαιῶν ὡςπαρατεταμένον ε (ἤτοι περίπου ὡς εε),·τὸ δὲ ω ὡς παρατεταμένον ο (ἤτοι περίπου ὡς οο)˙
γ) τὸ α, ι, υ λέγονται δίχρονα , διότι ταῦτα ἀρχῆθεν εἰς ἄλλας μὲν συλλαβὰς ἑπροφέροντο βραχέα, εἰς ἄλλας δὲ μακρά.
β΄) Σύμφωνα
1) ἐννέα, ἤτοι τὰ σύμφωνα κ, γ, χ - π, β, φ - τ, δ, θ, λέγονται ἄφωνα·
2) πέντε, ἤτοι τὰ σύμφωνα μ, ν - λ, ρ - σ (ς), λέγονται ἡμιφωνα καὶ
3) τρία, ἤτοι τὰ σύμφωνα ζ, ξ, ψ, λέγονται διπλᾶ .
1) κατὰ τὸ φωνητικὸν ὄργανον, μὲ τὸ ὁποῖον κυρίως προφέρονται, εἰς τὰ οὐρανικὰ κ, γ, χ, εἰς τὰ χειλικὰ π, β, φ καὶ εἰς τὰ ὀδοντικὰ τ, δ, θ·
2) κατὰ τὸ ποιὸν τῆς πνοῆς, ἡ ὁποία τὰ συνοδεύει κατὰ τὴν προφοράν των, εἰς τὰ ψιλὰ (ἤτοι λεπτὰ) κ, π, τ, εἰς τὰ μέσα γ β δ καὶ εἰς τὰ δασέα (ἤτοι παχέα) χ, φ, θ.
§ 5. Τὰ ἡμίφωνα διαιροῦνται εἰς τὰ ἔνρινα μ, ν, εἰς τὰ ὑγρὰ λ, ρ, καὶ εἰς τὸ συριστικὸν σ (ς).
Πίναξ τῶν συμφώνων
γ΄) Δίφθογγοι
§ 6. Αἱ δίφθογγοι τῆς ἀρχαίας γλώσσης εἶναι ἕνδεκα, αἱ ἑξῆς : αι, ει, οι, υι, αυ, ευ, ηυ, ου, ᾳ ῃ ῳ . ᾽Εκ τούτων αἱ ὀκτὼ αι, οι, οι, υι, αυ, ευ, ηυ, ου λέγονται κύριαι , αἱ δὲ λοιπαὶ τρεῖς ᾳ, ῃ, ῳ λέγονται καταχρηστικαί .
§ 7.
Αἱ δίφθογγοι γενικῶς εἶναι μακραί. Μόνον ἡ
αι
καὶ ἡ
οι
λαμβάνονται ὡς βραχεῖαι, ὅταν εὑρίσκωνται ἐντελῶς εἰς τὸ τέλος λέξεως κλιτῆς, ἐκτὸς ῥήματος εὐκτικῆς ἐγκλίσεως :
δ΄) Συλλαβαί, συλλαβισμὸς
§ 8.
Συλλαβὴ
λέγεται τεμάχιον λέξεως ἀποτελούμενον ἀπὸ ἓν ἢ περισσότερα σύμφωνα μὲ ἕν φωνῆεν ἢ δίφθογγον :
Συλλαβὴ λέξεως δύναται νὰ ἀποτελῆται καὶ ἀπὸ ἕν μόνον φωνῆεν ἢ μίαν δίφθογγον :
§ 9.
1) Κατὰ τὸν ἀριθμὸν τῶν συλλαβῶν της, μία λέξις, ἐὰν ἔχῃ μίαν μόνον συλλαβήν, λέγεται
μονοσύλλαβος
(π.χ.
2) ῾Η τελευταία συλλαβὴ λέξεως, ἡ ὁποία ἔχει συλλαβὰς περισσοτέρας τῆς μιᾶς, λέγεται λήγουσα , ἡ πρὸ τῆς ληγούσης λέγεται παραλήγουσα , καὶ ἡ πρὸ τῆς παραληγούσης λέγεται προπαραλήγουσα , ἡ δὲ πρώτη συλλαβὴ αὐτῆς λέγεται ἀρκτική .
§ 10 . ῾Ο χωρισμὸς λέξεως εἰς τὰς συλλαβὰς αὐτῆς λέγεται συλλαβισμός . Γίνεται δὲ ὁ συλλαβισμὸς εἰς τὰς λέξεις τῆς ἀρχαίας γλώσσης κατὰ τοὺς ἑξῆς κανόνας :
α) ῞Εν σύμφωνον εὑρισκόμενον μεταξὺ δύο φωνηέντων (ἢ διφθόγγων) συλλαβίζεται μὲ τὸ ἑπόμενόν του φωνῆεν (ἢ δίφθογγον):
β) Δύο σύμφωνα εὑρισκόμενα μεταξὺ δύο φωνηέντων (ἢ διφθόγγων)
συλλαβίζονται μὲ τὸ ἑπόμενόν των φωνῆεν (ἢ δίφθογγον), ἐὰν δὲν εἶναι τὰ
αὐτὰ καὶ ἐὰν εἶναι ἀρκτικὰ λέξεως τῆς (ἀρχαίας) ῾Ελληνικῆς γλώσσης˙
ἄλλως χωρίζονται καὶ συλλαβίζονται τὸ μὲν πρῶτον μὲ τὸ προηγούμενον, τὸ
δὲ δεύτερον μὲ τὸ ἑπόμενον φωνῆεν (ἢ δίφθογγον) :
γ) Τρία σύμφωνα εὑρισκόμενα μεταξὺ δύο φωνηέντων συλλαβίζονται μετὰ τοῦ
ἀκολούθου φωνήεντος ὅταν καὶ τὰ τρία ταῦτα σύμφωνα ἢ τουλάχιστον τὰ δύο
πρῶτα ἐξ αὐτῶν εἶναι ἀρκτικὰ λέξεως Ἑλληνικῆς :
δ) Αἱ σύνθετοι λέξεις κατὰ τὸν συλλαβισμὸν χωρίζονται εἰς τὰ συνθετικά
των μέρη, ἐκτὸς ἐὰν κατὰ τὴν σύνθεσιν ἔχῃ συμβῆ ἔκθλιψις, ὁπότε καὶ
αὖται συλλαβίζονται ὡς ἁπλαῖ λέξεις :
§ 11. Ποσότης συλλαβῶν. ῾Ωρισμένη συλλαβὴ μιᾶς λέξεως λέγεται:
1)
φύσει μακρά
, ἐὰν ἔχῃ μακρὸν φωνῆεν ἢ δίφθογγον :
2)
θέσει μακρά
, ἐὰν,ἔχῃ μὲν βραχὺ φωνῆεν, ἀλλὰ κατόπιν αὐτοῦ ἀκολουθοῦν δύο ἢ περισσότερα σύμφωνα ἢ ἔν διπλοῦν :
3)
βραχεῖα
, ἐὰν ἔχῃ βραχὺ φωνῆεν, κατόπιν δὲ αὐτοῦ ἄλλο φωνῆεν ἢ ἕν μόνον ἁπλοῦν σύμφωνον ἢ τίποτε :
ε΄) Πνεύματα καὶ τὸνοι
1. Τὰ πνεύματα
§ 12. Εἰς πᾶσαν λέξιν, ἡ ὁποία ἀρχίζει ἀπὸ φωνῆεν ἢ ἀπὸ ρ , σημειοῦται ἐπὶ τοῦ ἀρκτικοῦ φωνήεντος ἢ τοῦ ρ σημεῖον πνεύματος ἢ πνεῦμα .
Τὰ πνεύματα εἶναι δύο, ἡ
ψιλὴ
(
’
), ἤτοι σημεῖον λεπτῆς πνοῆς, καὶ ἡ δασεῖα (
‘
), ἤτοι σημεῖον παχείας πνοῆς :
§ 13.
Ἐκ τῶν λοιπῶν λέξεων ἄλλαι μέν, αἱ πλεῖσται,
2. Οἱ τόνοι
§ 14.
Πάσης λέξεως, ἡ ὁποία ἔχει δύο ἢ περισσοτέρας συλλαβάς, μία συλλαβὴ
§ 15. Οἱ τόνοι εἶναι τρεῖς, ἤτοι ἡ ὁξεῖα (΄), ἡ βαρεῖα (`) καὶ ἡ περισπωμένη (~).
3. Κανὸνες τοῦ τονισμοῦ
§ 16. Ὁ τονισμὸς τῶν λέξεων τῆς ἀρχαίας γλώσσης γίνεται κατὰ τοὺς ὲξῆς κανόνας :
1) Οὐδέποτε μία πολυσύλλαβος λέξις τονίζεται ὑπεράνω τῆς προπαραληγούσης : (ἄνθρωπος)
2) ῞Οταν ἡ λήγουσα εἶναι μακρά, ἡ προπαραλήγουσα δὲν τονίζεται: (῞Ομηρος)
3) ῾Η προπαραλήγουσα καὶ πᾶσα βραχεῖα συλλαβὴ τονιζομένη ὀξύνεται :
4) Μακρὰ παραλήγουσα πρὸ μακρᾶς ληγούσης τονιζομένη ὀξύνεται :
5) Μακρὰ παραλήγουσα πρὸ βραχείας ληγούσης τονιζομένη περισπᾶται :
6) ῾Η ἀσυναίρετος ὀνομαστική, αἰτιατικὴ καὶ κλητικὴ τῶν ὀνομάτων, τονιζομένη ἐπὶ τῆς ληγούσης, ὀξύνεται :
7) ῾Η μακροκατάληκτος γενικὴ καὶ δοτικὴ τῶν όνομάτων ἐν γένει, τονιζομένη ἐπὶ τῆς ληγούσης, περισπᾶται :
8) Τῶν όνομάτων, ὅπου τονίζεται ἡ ἑνικὴ ὀνομαστική, ἑκεῖ τονίζονται καὶ αἱ ἄλλαι πτώσεις, ἐκτὸς ἄν ἐμποδίζῃ ἡ λήγουσα:
9) ῾Η ἐκ συναιρέσεως προερχομένη λήγουσα μιᾶς λέξεως, ὅταν τονίζεται, περισπᾶται : (τιμάω)
10) ῾Η θέσει μακρὰ συλλαβὴ κατὰ τὸν τονισμὸν λαμβάνεται ὡς βραχεῖα :
11) Κατὰ τὴν σύνθεσιν ὁ τόνος συνήθως ἀναβιβάζεται ὅσον τὸ δυνατὸν
ἀνωτέρω τῆς ληγούσης, ἀλλ’ ὄχι καὶ ἀνωτέρω τῆς τελευταίας συλλαβῆς τοῦ
πρώτου συνθετικοῦ : (καιρὸς)
12)
§ 17. Κατὰ τὸν τόνον αὐτῆς μία λέξις λέγεται :
1)
ὀξύτονος
, ἐὰν ἔχῃ ὀξεῖαν ἐπὶ τῆς ληγούσης :
2)
παροξύτονος
, ἐὰν ἔχῃ ὀξεῖαν ἐπὶ τῆς παραληγούσης :
3)
προπαροξύτονος
, ἐὰν ἔχῃ ὀξεῖαν ἐπὶ τῆς προπαραληγούσης :
4)
περισπωμένη
, ἐὰν ἔχῃ περισπωμένην ἐπὶ τῆς ληγούσης :
5)
προπερισπωμένη
, ἐὰν ἔχῃ περισπωμένην ἐπὶ τῆς παραληγούσης :
6)
βαρύτονος
, ἐὰν ἔχῃ βαρεῖαν ἀντὶ όξείας ἐπὶ τῆς ληγούσης καὶ ἐν γένει ἐὰν τονίζεται οὐχὶ ἐπὶ τῆς ληγούσης :
α) ᾽Επὶ τῶν ἀπλῶν φωνηέντων καὶ τῶν καταχρηστικῶν διφθόγγων σημειοῦται
ὑπεράνω μέν αὐτῶν, ὅταν ταῦτα γράφωνται μὲ μικρὰ γράμματα, ἔμπροσθεν δὲ
αὐτῶν καὶ πρὸς τὰ ἄνω, ὅταν ταῦτα γράφωνται μὲ κεφαλαῖα :
β) ᾽Επὶ τῶν κυρίων διφθόγγων σημειοῦται πάντοτε ὑπεράνω τοῦ δευτέρου ἐκ τῶν φωνηέντων, ἀπὸ τὰ ὁποῖα αὖται ἀποτελοῦνται:
γ) ῞Οταν τὸ πνεῦμα καὶ ὸ τόνος συμπίπτουν ἐπὶ τῆς αὐτῆς συλλαβῆς, τότε
ἡ μὲν ὀξεῖα (ἢ ἡ βαρεῖα) σημειοῦται μετὰ τὸ πνεῦμα ἡ δὲ περισπωμένη
ὑπεράνω αὐτοῦ :
ς΄) Ἄτονοι καὶ ἐγκλιτικαὶ λὲξεις
1. Πρόκλισις
§ 18. Δέκα μονοσύλλαβοι λέξεις, ἤτοι οἱ τέσσαρες τύποι τοῦ ἄρθρου ὁ, ἡ, οἱ, αἱ, αἱ τρεῖς προθέσεις εἰς, ἐν, ἐξ ἢ ἐκ καὶ τὰ τρία μόρια ὡς, εἰ, οὐ, ἐπειδὴ πάντοτε προφέρονται λίαν στενῶς μὲ τὴν ἑκάστοτε ἑπομένην λέξιν, δὲν τονίζονται, καὶ δι’ αὐτὸ λέγονται ἄτονοι λέξεις ἢ προκλιτικαί .
2. Ἔγκλισις
§ 19. Μερικαὶ μονοσύλλαβοι ἢ δισύλλαβοι λέξεις προφέρονται πάντοτε λίαν στενῶς μὲ τὴν ἑκάστοτε προηγουμένην λέξιν καὶ διὰ τοῦτο ὁ τόνος αὐτῶν κανονικῶς μεταβιβάζεται εἰς τὴν λήγουσαν τῆς προηγουμένης λέξεως (ὡς ὀξεῖα) ἢ ὅλως ἀποβάλλεται˙ἄνθρωπός τις ταῦτά φησι τῷ πατρί μου.
Αἱ τοιαῦται λέξεις λέγονται
ἐγκλιτικαὶ
λέξεις
ἢ ἁπλῶς
ἐγκλιτικὰ
(πρβλ. τῆς νέας γλώσσης π.χ.
§ 20. ᾽Εγκλιτικαὶ λέξεις τῆς ἀρχαίας γλώσσης συνήθεις εἶναι :
1) οἱ τύποι τῶν προσωπικῶν ἀντωνυμιῶν μοῦ, μοί, μὲ - σοῦ, σοί, σὲ - οὗ, οἵ, ἕ˙
2) οἱ τύποι τῆς ἀορίστου ἀντωνυμίας τίς, τί, πλὴν τοῦ τύπου αὐτῆς ἄττα (= τινά)·
3) οἱ τύποι τῆς ὁριστικῆς τοῦ ἐνεστῶτος τῶν ῥημάτων εἰμὶ (= εἶμαι) καὶ φημὶ (= λέγω), πλὴν τῶν τύπων αὐτῶν εἵ καὶ φῄς·
4) τὰ ἐπιρρήματα πού, ποί, ποθὲν - πώς, πὴ ἢ πῄ ποτέ˙
5) τὰ μόρια γέ, τέ, τοί, πέρ, πώ, νύν·
6) τὸ πρόσφυμα δὲ (ἄσχετον πρὸς τὸν σύνδεσμον δέ) :
§ 21. Τῶν ἐγκλιτικῶν ὁ τόνος :
1) μεταβιβάζεται εἰς τὴν λήγουσαν τῆς προηγουμένης λέξεως (ὡς ὀξεῖα), ὅταν ἡ προηγουμένη λέξις εἶναι προπαροξύτονος (
2) ἀποβάλλεται πάντων μὲν τῶν ἐγκλιτικῶν, ὅταν ἡ προηγουμένη λέξις εἶναι ὀξύτονος ἢ περισπωμένη (
3) διατηρεῖται, ὅταν ἡ προηγουμένη λέξις εἶναι παροξύτονος καὶ τὸ ἐγκλιτικὸν δισύλλαβον
ζ΄) Ἄλλα σημεῖα ἐν τῷ γραπτῷ λὸγῳ
§ 22. ᾽Εκτὸς τῶν σημείων τῶν τόνων καὶ τῶν πνευμάτων, ἐν τῷ γραπτῷ λόγῳ χρησιμοποιοῦνται προσέτι τὰ ἑξῆς σημεῖα :
1) ἠ ὑποδιαστολή ( , )· αὔτη γράφεται εἰς τὴν ἀναφορικὴν ἀντωνυμίαν ὅ,τι πρὸς διάκρισιν αὐτῆς ἀπὸ τοῦ συνδέσμου ὅτι ˙
2)
τὰ διαλυτικά
(
¨)
· ταῦτα γράφονται ὑπεράνω τοῦ
ι
ἢ τοῦ
υ
, ὅταν ζητῆται νὰ δηλωθῇ, ὅτι τὸ
ι
ἢ τὸ
υ
δὲν ἀποτελεῖ δίφθογγον μὲ τὸ ἀμέσως προηγούμενον φωνῆεν τῆς ἰδίας λέξεως :
3) ἡ ἀπόστροφος (’), σημεῖον τῆς ἐκθλίψεως (βλ. § 28)·
4) ἡ κορωνὶς (’), σημεῖον τῆς κράσεως (βλ. § 26)·
5) τὰ σημεῖα τῆς στίξεως , ἤτοι :
α΄)
ἡ
τελεία
στιγμὴ
(
.
)˙ διὰ ταύτης χωρίζονται ἀπ’ ἀλλήλων
β΄) ἡ μέση στιγμὴ ἢ ἄνω στιγμὴ ( ˙ )˙ διὰ ταύτης χωρίζονται ἀπ’ ἀλλήλων κῶλα περιόδου, ἤτοι μέρη αὐτῆς, τὰ ὁποῖα περιέχουν ἕν νόημα ὁπωσδήποτε αὐτοτελές·
γ΄) ἠ ὑποδιαστολὴ ἢ τὸ κόμμα (,) ˙ διὰ τούτου κανονικῶς χωρίζονται ἀπ’ ἀλλήλων αἱ δευτερεύουσαι προτάσεις ἀπὸ τὰς κυρίας καὶ πᾶν ὄνομα κλητικῆς πτώσεως ἀπὸ τὰς ἄλλας λέξεις τῆς προτάσεως˙
δ΄) τὁ ἐρωτηματικὸν (;) · τοῦτο γράφεται κατόπιν λέξεως ἢ εἰς τὸ τέλος προτάσεως ἢ περιόδου, ἡ ὁποία ἐκφέρεται ἐρωτηματικῶς˙
ε΄) τὸ θαυμαστικὸν ἢ ἑπιφωνηματικὸν (!) · τοῦτο γράφεται εἰς τὸ τέλος προτάσεώς τινος ἢ περιόδου ἢ κατόπιν μιᾶς λέξεως ἢ ἁπλῆς φράσεως, ἵνα δηλωθῇ ὅτι ταῦτα ἐκφράζουν θαυμασμὸν τοῦ λέγοντος, ἀναφώνησιν, ἔκπληξιν κ.τ.τ.·
ς΄) τὰ ἀποσιωπητικὰ (...) · διὰ τούτων δηλοῦται ὅτι ἀποσιωπᾶται, ἤτοι παραλείπεται νὰ ἐκφρασθῇ μία λέξις ἢ φράσις ἐκ φόβου, ἐντροπῆς κ.τ.τ.
ζ΄) ἡ παρένθεσις [ () ]· ἐντὸς ταύτης περικλείεται μία λέξις ἢ φράσις ὁλόκληρος, ἡ ὁποία παρεμβάλλεται μεταξὺ τῶν λέξεων τῆς προτάσεως ἦ τῆς περιόδου πρὸς ἐπεξήγησιν ἢ συμπλήρωσιν ἐν γένει τῶν λεγομένων˙
η΄) τὰ εἰσαγωγικὰ ( « » ) · ἐντὸς τούτων περικλείονται λόγοι τινὸς ἀποδιδόμενοι αὐτολεξεί.
Αρχή ΚεφαλαίουΦΘΟΓΓΙΚΑ ΠΑΘΗ
§ 23.
Σπανίως αἱ λέξεις διαμένουν ἀπαθεῖς καὶ ἀκέραιαι, ὅπως ἐπλάσθησαν ἐξ
ἀρχῆς. Συνήθως συμβαίνουν εἰς αὐτὰς διάφορα πάθη τῶν φθόγγων (ἤτοι τῶν
φωνηέντων καὶ τῶν συμφώνων), ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦνται· (πρβλ, νῦν :
α΄) Πάθη φωνηὲντων καὶ διφθόγγων. Εὐφωνικά σύμφωνα
1. Συναίρεσις
§ 24
.
Συναίρεσις
λέγεται ἡ συγχώνευσις ἐντὸς μιᾶς λέξεως δύο ἐπαλλήλων φωνηέντων ἢ
φωνήεντος καὶ διφθόγγου εἱς ἕν μακρὸν φωνῆεν ἢ δίφθογγον : (Ἀθηνάα)
§ 25.
῾Η συλλαβή, ἡ ὁποία προέρχεται ἐκ συναιρέσεως, κανονικῶς τονίζεται, ἐὰν
πρὸ τῆς συναιρέσεως ἐτονίζετο ἡ μία ἐκ τῶν δύο συλλαβῶν, αἱ ὁποῖαι
συνηρέθησαν :
2. Κρᾶσις
§ 26. Κρᾶσις
λέγεται ἡ συναίρεσις τοῦ τελικοῦ φωνήεντος ἢ διφθόγγου μιᾶς λέξεως μὲ
τὸ ἀρκτικὸν φωνῆεν ἢ δίφθογγον τῆς ἀμέσως ἑπομένης λέξεως καὶ ἡ οὕτω
προκύπτουσα συγχώνευσις τῶν δύο λέξεων εἰς μίαν : (τὰ ἄλλα)
῾Υπεράνω τοῦ φωνήεντος ἢ τῆς διφθόγγου, ἡ ὁποία προκύπτει ἐκ τῆς
κράσεως, γράφεται ἡ κορωνὶς (βλ. § 22, 4). ῞Οταν ὅμως ἡ πρώτη ἀπὸ τὰς
πασχούσας κρᾶσιν λέξεις εἶναι κάποιος ἐκ τῶν δασυνομένων τύπων τοῦ
ἄρθρου (ὁ, ἡ, οἱ, αἱ) ἢ τῆς ἀναφορικῆς ἀντωνυμίας (ὅς, ἥ, ὅ), τότε δὲν
σημειοῦται ἡ κορωνίς, ἀλλὰ ἡ δασεῖα : (ὁ ἀνὴρ)
§ 27. Κρᾶσιν μὲ ἄλλας λέξεις συνήθως πάσχουν :
1) τύποι τοῦ ἄρθρου ἢ τῆς ἀναφορικῆς ἀντωνυμίας
(ὅς, ἥ, ὅ)
, οἱ ὁποῖοι λήγουν εἰς φωνῆεν ἢ δίφθογγον, καὶ τὸ κλητικὸν ἐπιφώνημα
ὦ
: (ὁ ἄνθρωπος)
2) ἡ λέξις
ἐγὼ
μὲ τὴν λέξιν
οἵδα
(= γνωρίζω) καὶ μὲ τὴν λέξιν
οἵμαι
(= νομίζω) :
3) ὁ σύνδεσμος
καὶ
καὶ ἡ πρόθεσις
πρὸ
: (καὶ ἐγὼ)
4) ὁ σύνδεσμος
μέντοι
μὲ τὸ μόριον
ἄν
:
3. Ἔκθλιψις
§ 28.
῞Οταν μία λέξις λήγη εἰς βραχὺ φωνῆεν, πλὴν τοῦ
υ
, ἡ δὲ ἀμέσως ἑπομένη λέξις ἀρχίζῃ ὡσαύτως ἀπὸ φωνῆεν ἢ δίφθογγον, συμβαίνει συνήθως
ἔκθλιψις
, ἤτοι ἀποβάλλεται τὸ τελικὸν βραχὺ φωνῆεν τῆς προηγουμένης λέξεως πρὸ
τοῦ ἀρκτικοῦ φωνήεντος (ἤ διφθόγγου) τῆς ἀμέσως ἑπομένης : (ἀλλὰ ἐγὼ)
῾Υπεράνω τῆς θέσεως τοῦ ἐκθλιβέντος φωνήεντος σημειοῦται ἡ ἀπόστροφος
(§ 22, 3), οὐχὶ ὅμως καὶ ὅταν ἡ ἔκθλιψις συμβαίνῃ κατὰ τὴν σύνθεσιν
λέξεων : (παρὰ ἐμοῦ)
§ 29. ᾽Εὰν τὸ ἐκθλιβὲν φωνῆεν ἐτονίζετο, ὁ τόνος αὐτοῦ μετὰ τὴν ἔκθλιψιν :
1) ἐὰν μὲν ἡ ἐκθλιβομένη λέξις εἶναι ἄκλιτος, συναποβάλλεται : (ἐπὶ αὐτοῦ)
2) ἐὰν δὲ ἡ ἐκθλιβομένη λέξις εἶναι κλιτὴ ἢ τὸ ἀριθμητικὸν
ἑπτά
, ἀναβιβάζεται εἰς τὴν παραλήγουσαν αὐτῆς : (δεινὰ ἔπαθον)
§ 30.
᾽Εὰν μετὰ τὴν ἔκθλιψιν μένῃ εἰς τὸ τέλος τῆς λέξεως ψιλὸν ἢ δύο
ἑτερόφωνα ψιλά, ἡ δὲ ἑπομένη λέξις δασύνεται, τότε τὸ ψιλὸν ἢ τὰ ψιλὰ
τρέπονται εἰς δασέα : (ὑπὸ ἡμῶν)
α) τὸ τελικὸν α καὶ ο μονοσυλλάβων λέξεων, οἵον τά, τό, πρὸ κλπ .
β) τὸ τελικὸν ῖ τῶν προθέσεων ἄχρι, μέχρι, περί, τῶν ἀντωνυμικῶν τύπων τί, τὶ καὶ ὅ,τι καὶ τοῦ εἱδικοῦ συνδέσμου ὅτι .
4. Προσθετὰ ἢ εὐφωνικὰ σύμφωνα
§ 31. Μερικαὶ λέξεις, αἱ ὁποῖαι λήγουν εἰς φωνῆεν, ὅταν ἡ ἀμέσως ἑπομένη μετ’ αὐτᾶς λέξις ἀρχίζῃ ὡσαύτως ἀπὸ φωνῆεν, προσλαμβάνουν εἰς τὸ τέλος αὐτῶν ἕν ἐκ τῶν συμφώνων ν ἢ ς ἤ κ , τὰ ὁποῖα τότε καλοῦνται προσθετὰ ἢ εὐφωνικὰ σύμφωνα.
1) Τὸ εὐφωνικὸν ν προσλαμβάνουν :
α΄) οἱ τύποι ὀνομάτων, ῥημάτων καὶ ἐπιρρημάτων, οἱ ὁποῖοι λήγουν εἰς
-σι
, καὶ ὁ ῥηματικὸς τύπος
ἐστί
:
β΄) οἱ τύποι τοῦ γ’ ἑνικοῦ προσώπου τῶν ῥημάτων, οἱ ὁποῖοι λήγουν εἰς
ε
:
2) Τὸ προσθετὸν ἢ εὐφωνικὸν
ς
προσλαμβάνει τὸ ἐπίρρημα
οὕτω
: (οὕτω λέγουσιν)
3) Τὸ εὐφωνικὸν
κ
προσλαμβάνει τὸ ἀρνητικὸν μόριον
οὐ
: (οὐ λέγω)
῞Οταν ὅμως ἡ ἑπομένη λέξις δασύνεται, τὸ εὐφωνικὸν
κ
τρέπεται εἰς
χ
: (οὐκ ἔρχομαι)
5. Πάθη φωνηέντων
§ 32. ῝Εν φωνῆεν ἐντὸς τοῦ θέματος μιᾶς λέξεως ἢ διαφόρων λέξεων, συγγενῶν ἐτυμολογικῶς, πολλάκις :
1) πάσχει
συγκοπήν
, ἤτοι ἀποβάλλεται :
2) πάσχει
μετάθεσιν
, ἤτοι ἀλλάσσει θέσιν ἐντὸς τῆς λέξεως :
3) πάσχει
ἀφομοίωσιν
, ἤτοι γίνεται ὅμοιον μὲ τὸ φωνῆεν τῆς, ἀμέσως ἑπομένης ἢ τῆς ἀμέσως προηγουμένης συλλαβῆς τῆς λέξεως :
4) πάσχει
ἀντιμεταχώρησιν
, ἤτοι ἐναλλάσσει τὸν χρόνον του μὲ τὸν χρόνον τοῦ ἀμέσως ἑπομένου
φωνήεντος καὶ γίνεται αὐτὸ μὲν ἀπὸ μακροῦ βραχύ, τὸ δὲ ἀμέσως μετ’ αὐτὸ
ἑπόμενον φωνῆεν ἀπὸ βραχέος μακρόν : (νᾱός, νηὸς)
5) μεταβάλλεται
ποιοτικῶς
, ἤτοι τρέπεται εἰς ἄλλο φωνῆεν τοῦ αὐτοῦ χρόνου :
6) μεταβάλλεται
ποσοτικῶς
,ἤτοι ἀπὸ βραχέος γίνεται μακρὸν
(ἐκτείνεται)
ἢ ἀπὸ μακροῦ γίνεται βραχὺ
(συστέλλεται)
, :
Συστολὴν εἰς ἁπλοῦν βραχὺ φωνῆεν πάσχουν καὶ δίφθογγοι:
῾Η ἔκτασις βραχέος φωνήεντος εἰς μακρὸν φωνῆεν ἢ δίφθογγον μετὰ τὴν
ἀποβολὴν συμφώνου ἢ συμφώνων, κατόπιν αὐτοῦ εὑρισκομένων, καλεῖται ἀντέκτασις
ἢ
ἀναπληρωτικἡ
ἔκτασις
: (μέλᾰν-ς)
β΄) Πάθη συμφωνων
1. Ἀποβολαὶ συμφώνων
§ 33.
1) ᾽Εκ τῶν συμφώνων (ληκτικά, ἤτοι) τελικὰ λέξεων τῆς ἀρχαίας ῾Ελληνικῆς γλώσσης εἶναι μόνον τὸ
ν
, τὸ
ρ
, τὸ
ς
, τὸ
ξ
(=
κς
) καὶ τὸ
ψ
(=
πς
)· (βλ. § 5, Σημ. 2) :
2) Τὸ
σ
εὑρισκόμενον μεταξὺ δύο συμφώνων ἀποβάλλεται : (γέγραφ-σ-θε)
3) Τὸ
σ
, τὸ
j
καὶ τὸ
F
(§ 1, Σημ.) εἰς ἀρχαιοτέρους χρόνους, ὅταν εὑρίσκοντο εἰς τὴν ἀρχὴν
λέξεως πρὸ φωνήεντος ἢ ἐντὸς λέξεως μεταξὺ δύο φωνηέντων, ἀπεβάλλοντο.
Ἀπὸ τὸ σ
καὶ τὸ
j
κατὰ τὴν πρώτην περίπτωσιν προέκυψε κανονικῶς δασὺ πνεῦμα (§ 12, Σημ.)· π.χ. (
σ
έρπω)
4) ᾽Οδοντικὸν εὑρισκόμενον πρὸ τοῦ
σ
ἀποβάλλεται : (τάπητ-ς) τάπης, (ἐπίεδ-σα)
5) ᾽Οδοντικὸν μὲ
ν
πρὸ αὐτοῦ (ἤτοι
ντ, νδ, νθ
), εὑρισκόμενον πρὸ τοῦ
σ
, ἀποβάλλεται, ἀλλὰ μὲ ἀντέκτασιν τοῦ προηγουμένου βραχέος φωνήεντος· (ἱμᾰ΄ντ-σι)
6) Τὸ
ν
εὑρισκόμενον πρὸ τοῦ
σ
κανονικῶς ἀποβάλλεται ἢ μὲ ἀντέκτασιν τοῦ προηγουμένου βραχέος
φωνήεντος (συνήθως εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν τῶν ὀνομάτων) ἢ χωρὶς
ἀντέκτασιν (συνήθως εἰς τὴν δοτ. πληθυντικὴν τῶν ὀνομάτων) : (τάλᾰν-ς)
Τῆς δὲ προθέσεως
σὺν
τὸ
ν
εἰς συνθέτους μὲ αὐτὴν λέξεις, ἐὰν μὲν ἀκολουθῇ ἁπλοῦν
σ
, ἀφομοιοῦται πρὸς αὐτό : (σύν-σιτος)
7) Πᾶν σύμφωνον ἐν γένει, ὅταν ὑπάρχη εἰς δύο ἀλλεπαλλήλους συλλαβὰς μιᾶς λέξεως, δύναται νὰ ἀποβάλλεται χάριν ἀνομοιώσεως .Οὕτω προῆλθε τὸ γίνομαι ἐκ τοῦ ἀρχικοῦ γίγνομαι , ἀγήοχα (πρκμ. τοῦ ἄγω) ἐκ τοῦ ἀρχικοῦ ἀγήγοχα . (Πρβλ. πενήντα ἐκ τοῦ πεντή-ντα, ἐκ τοῦ πεντήκοντα).
Καὶ ὁλόκληρος συλλαβὴ μιᾶς λέξεως δύναται νὰ ἀποβάλλεται χάριν
ἀνομοιώσεως, ὅταν ἡ ἀμέσως ἑπομένη συλλαβὴ τῆς λέξεως ἀρχίζῃ ἀπὸ τὸ
ἴδιον ἢ ἀπὸ ὅμοιον κἄπως σύμφωνον :
2. Ἀνάπτυξις συμφώνων
§ 34. 1) Τὸ ἀρκτικὸν ρ διπλασιάζεται :
α΄) εἰς τὰ ῥήματα τὰ ὁποῖα ἀρχίζουν ἀπὸ
ρ
, ὅταν ταῦτα λαμβάνουν αὔξησιν ἢ ἀναδιπλασιασ-μὸν
ε
:
β΄) εἰς πᾶσαν λέξιν, ἡ ὁποία ἀρχίζει ἀπὸ
ρ
, ὅταν ἐν συνθέσει αὐτῆς, εὑρεθῇ πρὸ τοῦ
ρ
βραχὺ φωνῆεν :
2) Μεταξὺ ἐνρίνου καὶ ὑγροῦ (§ 5) ἀνεπτύχθη εἰς μερικὰς λέξεις εἰς βοηθητικὸς φθόγγος, πρὸς διευκόλυνσιν τῆς προφορᾶς. Οὕτω μεταξὺ τοῦ μ καὶ τοῦ ρ ἢ τοῦ μ καὶ τοῦ λ ἀνεπτύχθη ὁ φθόγγος β : μεσημ - β - ρία (ἐκ τοῦ μεσημ - ρία, ἐκ τοῦ μεσημερία), μέμ - β - λωκᾳ (ἐκ τοῦ μέ - μλω - κα πρβλ. μολ-ὼν λαβέ). Ὁμοίως μεταξὺ τοῦ ν καὶ τοῦ ρ ἀνεπτύχθη ὁ φθόγγος δ : ὁ ἀνήρ, τοῦ ἀν δ ρὸς (ἐκ τοῦ ἀν - ρός, ἐκ τοῦ ἀνερός)· (βλ. § 32, 1).
3. Μετάθεσις συμφώνων
§ 35.
Τὸ ἡμίφωνον
j,
εἰς τοὺς ἀρχαιοτάτους χρόνους, ἐντὸς λέξεως εὑρισκόμενον, κατόπιν τῶν συλλαβῶν
αν, αρ, ορ,
ἔπαθεν
ἑπένθεσιν
, ἤτοι μετετέθη πρὸ τοῦ
ν
ἢ
ρ
καὶ ἡνώθη ἔπειτα μὲ τὸ
α
ἢ
ο
εἰς δίφθογγον
αι
ἢ
οι
(ὑφάν-jω)
4. ῾Ενώσεις ἢ συγχωνεύσεις συμφώνων
§ 36.
1) Οὐρανικὸν
(κ, γ, χ)
εὑρισκόμενον πρὸ τοῦ
σ
ἑνοῦται μὲ αὐτὸ εἰς
ξ
: (φύλακ-ς)
2) Χειλικὸν
(π, β, φ)
εὑρισκόμενον πρὸ τοῦ
σ
ἑνοῦται μὲ αὐτὸ εἰς
ψ
: (τρέπ-ω, τρέπ-σω)
3) Τὸ
σ
εἰς ἀρχαιοτάτους χρόνους, ἐντὸς λέξεως εὑρισκόμενον, κατόπιν ἐνρίνου
(μ, ν) ἢ ὑγροῦ (λ, ρ) ἀφωμοιώθη κατὰ πρῶτον πρὸς αὐτό, ἔπειτα δὲ ἔγινεν
ἁπλοποίησις τῶν (δύο) ἐνρίνων (μμ, νν) ἢ ὑγρῶν (λλ, ρρ) εἰς ἕν ἔνρινον
(μ, ν) ἢ ὑγρὸν (λ, ρ) καὶ ἀντέκτασις τοῦ προηγουμένου βραχέος
φωνήεντος, ἤτοι τοῦ ᾰ
εἰς
η
(ἤ
ᾱ
), τοῦ
ε
εἰς
ει
, τοῦ
ῐ
ἢ
ῠ
εἰς
ῑ
ἢ
ῡ
: (νέμ-ω, ἔνεμ-σα, ἔνεμμα)
4) Τὸ ἡμίφωνον j εἰς ἀρχαιοτάτους χρόνους ἐντὸς λέξεως:
α΄) εὑρισκόμενον κατόπιν τοῦ
λ
ἀφωμοιώθη πρὸς αὐτό: (ἄγγελ-ος, ἀγγέλ-
j
ω)
β΄) εὑρισκόμενον κατόπιν τοῦ
ν
ἢ τοῦ
ρ
, ὅταν δὲν ὑπῆρχε πρὸ αὐτῶ
α
ἢ
ο
, ἀφωμοιώθη κατὰ πρῶτον πρὸς αὐτά, ἔπειτα δὲ ἔγινεν ἁπλοποίησις τῶν (δύο)
νν
ἢ
ρρ
εἰς ἓν
ν
ἢ
ρ
καὶ ἀντέκτασις τοῦ προηγουμένου
ε
εἰς
ει
καὶ τοῦ
ῐ
ἢ
ῠ
εἰς
ῑ
ῆ
ῡ
: (τέν-jω, τέννω)
γ΄) εὑρισκόμενον κατόπιν τῶν οὐρανικῶν (
κ, γ, χ
) καὶ σπανιώτερον κατόπιν τῶν ὀδοντικῶν
τ
καὶ
θ
, συνεχωνεύθη μὲ αὐτὰ εἰς
σσ
ἢ
ττ
: (φυλάκ-jω)
δ΄) εὑρισκόμενον κατόπιν τοῦ ὀδοντικοῦ
δ
συνεχωνεύθη μὲ αὐτὸ εἰς
ζ
: (παίδ-jω)
ε΄) εὑρισκόμενον κατόπιν ὀδοντικοῦ μὲ
ν
πρὸ αὐτοῦ (ἤτοι κατόπιν τοῦ
ντ
,
νδ
ἢ
νθ
) συνεχωνεύθη πρῶτον μὲ τὸ ὀδοντικὸν εἰς
σ
καὶ ἔπειτα ἔγινε ἀποβολὴ τοῦ
ν
, μὲ ἀντέκτασιν τοῦ προηγουμένου βραχέος φωνήεντος: (πάντ-jα, πᾰ΄ν-σα)
5. Τροπαὶ συμφώνων
1) οὐρανικὸν ἢ χειλικὸν εὑρισκόμενον πρὸ ὀδοντικοῦ, ἐὰν εἶναι ἑτερόπνουν (
Τὰ δυνατὰ δηλαδὴ συμπλέγματα οὐρανικῶν ἢ χειλικῶν μὲ ὀδοντικὰ εἰς τὴν ἀρχαίαν γλῶσσαν εἶναι κτ, γδ, χθ - πτ, βδ, φθ.
2) Οὐρανικὸν
κ
ἤ
χ
εὑρισκόμενον πρὸ τοῦ
μ
γίνεται
γ
:
3) Χειλικὸν εὑρισκόμενον πρὸ τοῦ
μ
(
4) ᾽Οδοντικὸν εὑρισκόμενον πρὸ ὀδοντικοῦ ἢ πρὸ τοῦ
μ
τρέπεται εἰς
σ
:
5) Τὸ
τ
τῆς συλλαβῆς
τι
εὑρισκόμενον κατόπιν φωνήεντος ἢ τοῦ
ν
εἰς πολλὰς λέξεις ἔχει τραπῆ εἰς
σ
:
6) Τὸ ἔνρινον ν εὑρισκόμενον
α΄) πρὸ οὐρανικοῦ ἢ πρὸ τοῦ
ξ
τρέπεται εἰς ἔνρινον
γ
: (
ἐν
-κύπτω)
β΄) πρὸ χειλικοῦ ἢ πρὸ τοῦ
ψ
τρέπεται εἰς
μ
: (
ἐν
-πνέω)
γ΄) πρὸ τοῦ
μ
ἢ πρὸ τῶν ὑγρῶν
λ, ρ
ἀφομοιοῦται πρὸς αὐτά : ἐ
ν
-μένω)
7) ῞Οταν συμβῇ δύο ἀλλεπάλληλοι συλλαβαὶ τῆς λέξεως νὰ ἀρχίζουν ἀπὸ ἄφωνον δασύ, τότε γίνεται
ἀνομοίωσις
, ἤτοι τῆς πρώτης συλλαβῆς τὸ δασὺ τρέπεται εἰς τὸ ἀντίστοιχόν του ψιλὸν (§ 5, 2):
Εἰς δὲ τὸ β΄ ἑνικὸν πρόσωπον τῆς προστακτικῆς τοῦ παθητικοῦ ἀορίστου α΄
τρέπεται οὐχὶ τῆς πρώτης, ἀλλὰ τῆς δευτέρας συλλαβῆς τὸ δασὺ εἰς ψιλόν:
ΓΕΝΙΚΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ
1. Μέρη τοῦ λόγου
§ 38. 1) Τὰ μέρη τοῦ λόγου (ἤτοι τὰ εἴδη τῶν λέξεων) ἐν τῇ ἀρχαίᾳ γλώσση, ὅπως καὶ ἐν τῆ νέᾳ εἶναι δέκα : ἄρθρον , (ὄνομα) οὐσιαστικόν , (ὄνομα) ἐπίθετον, ἀντωνυμία, μετοχή, ῥῆμα, ἐπίρρημα, πρόθεσις, σύνδεσμος καὶ ἐπιφώνημα .
2) Ἀπὸ τὰ δέκα μέρη τοῦ λόγου τὰ ἕξ, ἤτοι τὸ ἄρθρον, τὸ οὐσιαστικόν, τὸ
ἐπίθετον, ἡ ἀντωνυμία, ἡ μετοχὴ καὶ τὸ ῥῆμα, λέγονται
§ 39.
Αἱ διάφοροι μορφαί, ὑπὸ τὰς ὁποίας παρουσιάζεται εἰς τὸν λόγον ἑκάστη κλιτὴ λέξις, λέγονται
1) Τὸ πρὸς τὸ τέλος μεταβλητὸν μέρος μιᾶς κλιτῆς λέξεως λέγεται
κατάληξις
αὐτῆς (π.χ. -ς, -ος, -α κτλ, -ω, -εις, -ει κτλ.). Τὸ δὲ πρὸς τὴν ἀρχὴν ἀμετάβλητον μέρος τῆς κλιτῆς λέξεως λέγεται
θέμα
(π,χ.
2) Ὁ τελευταῖος φθόγγος τοῦ θέματος (φωνῆεν ἢ σύμφωνον) λέγεται
χαρακτὴρ
αὐτοῦ (π.χ τὸ
ω
τοῦ θέματος
2. Πτώσεις
§ 40.
Ἀπὸ τὰ κλιτὰ μέρη τοῦ λόγου τὰ πέντε, ἤτοι τὸ ἄρθρον, τὸ οὐσιαστικόν, τὸ ἐπίθετον, ἡ ἀντωνυμία καὶ ἡ μετοχή, λέγονται
Πτώσεις λέγονται οἱ τύποι, ὑπὸ τοὺς ὁποίους παρουσιάζεται πᾶν πτωτικον.
Αἱ πτώσεις εἰς τὴν ἀρχαίαν γλῶσσαν εἶναι πέντε : ἠ ὁνομαστική , ἡ γενική , ἡ δοτική , ἡ αἰτιατικὴ καὶ ἡ κλητική .
1) ᾽Ονομαστικὴ λέγεται ἡ πτῶσις, τὴν ὁποίαν μεταχειριζόμεθα ἀπαντῶντες εἰς τὴν ἐρώτησιν: τίς ; (Τίς ἦλθεν; Ὁ Παῦλος ).
2) Γενική λέγεται ἡ πτῶσις, τὴν ὁποίαν μεταχειριζόμεθα ἀπαντῶντες εἰς τὴν ἐρώτησιν: τίνος ; (Τίνος εἶναι τὸ βιβλίον: Τοῦ Παύλου).
3) Δοτικὴ λέγεται ἡ πτῶσις, τὴν ὁποίαν μεταχειριζόμεθα ἀπαντῶντες εἰς τὴν ἐρώτησιν: εἰς τίνα ; ( σὲ ποιόν ;). (Εἰς τίνα ἔδωκε τὸ βιβλίον; Τῷ Παύλῳ = εἰς τὸν Παῦλον).
4) Αἰτιατικὴ λέγεται ἡ πτῶσις, τὴν ὁποίαν μεταχειριζόμεθα ἀπαντῶντες εἰς τὴν ἐρώτησιν: τίνα; ( ποιόν; ) . ( Τίνα εἶδες; Τὸν Παῦλον ) .
5) Κλητικὴ λέγεται ἡ πτῶσις, τὴν ὁποίαν μεταχειριζόμεθα, ὅταν θέλωμεν νὰ καλέσωμέν τινα: Παῦλε, ἰατρέ.
3. Γένος, ἀριθμὸς, κλίσις
§ 41.
Τὰ πτωτικά, ἐκτὸς τῶν πτώσεων, ἔχουν προσέτι
1) Τὰ γένη τῶν πτωτικῶν εἶναι τρία,
ἀρσενικόν
,
θηλυκὸν
καὶ
οὑδέτερον
:
Δὲν συμφωνεῖ δὲ πάντοτε τὸ γραμματικὸν γένος πρὸς τὸ φυσικόν, ἤτοι
δύναται ἕν ὅνομα νὰ εἶναι γραμματικῶς γένους ἀρσενικοῦ ἢ θηλυκοῦ, ἐνῷ
τὸ ὑπ’ αὐτοῦ σημαινόμενον ὄν εἶναι φυσικῶς γὲνους οὐδετέρου (
2)
3) Αἱ
4. Τὸ ἄρθρον
§ 42. ῾Η ἀρχαία γλῶσσα ἔχει μόνον τὸ ὁριστικὸν ἄρθρον ὁ, ἡ, τὸ . Τοῦτο κλίνεται ὡς ἑξῆς :
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
Ἀρσ. Θηλ. Οὐδ. Ἀρσ. Θηλ. Οὐδ.
ὀν. ὁ ἡ τὸ οἱ αἱ τὰ
γεν. τοῦ τῆς τοῦ τῶν τῶν τῶν
δοτ. τῷ τῇ τῷ τοῖς ταῖς τοῖς
αἰτ. τὸν τὴν τὸ τοὺς τὰς τὰ
(Δυϊκός : ὀνομ καὶ αἰτ. τώ , γεν. καὶ δοτ τοῖν καὶ διὰ τὰ τρία γένη. Σπανιώτεροι τύποι τοῦ θηλυκοῦ προσέτι εἶναι : τά, ταῖν ).
ΟΝΟΜΑΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ
1. Ὁρισμὸς καὶ διαίρεσις τῶν οὐσιαστικῶν
§ 43. Ὀνόματα οὐσιαστικὰ λέγονται αἱ λέξεις, αἱ ὁποῖα σημαίνουν ὄντα, ἤτοι πρόσωπα, ζῷα ἢ πράγματα, πρᾶξιν, κατάστασιν ἢ ἰδιότητα.
1) Τὰ οὐσιαστικά, τὰ ὁποῖα σημαίνουν πρόσωπα, ζῷα ἢ πράγματα, λέγονται
2) Τὰ οὐσιαστικά, τὰ ὁποῖα σημαίνουν πρᾶξιν, κατάστασιν ἢ ἰδιότητα, λέγονται
§ 44. Τὰ συγκεκριμένα οὐσιαστικὰ λέγονται :
1)
ὀνόματα κύρια
, ὅταν σημαίνουν ἕν μόνον ὡρισμένον πρόσωπον ἢ ζῷον ἢ πρᾶγμα:
2)
ὀνόματα προσηγορικά
, ὅταν σημαίνουν ἕν σύνολον ὁμοειδῶν προσώπων ἢ ζῴων ἢ πραγμάτων:
2. Γένος τῶν οὐσιαστικῶν
§ 45.
Τὰ πλεῖστα οὐσιαστικὰ ἔχουν ἕνα μόνον τύπον καὶ ἕν μόνον γένος :
Τὰ τοιαῦτα οὐσιαστικὰ καλοῦνται
μονοκατάληκτα
καὶ μονογενῆ
, ἐὰν δὲ εἶναι ὀνόματα ζῴων, καλοῦνται
ἐπίκοινα
:
Ἀπὸ τὰ οὐσιαστικὰ ὅμως, τὰ ὁποῖα σημαίνουν ζῶντα ὄντα :
1) πολλὰ ἔχουν ἕνα μόνον τύπον, ἀλλὰ δύο γένη, ἀρσενικὸν καὶ θηλυκόν:
2) πολλὰ ἔχουν δύο τύπους, ἕνα διὰ τὸ ἀρσενικὸν γένος καὶ ἕνα διὰ τὸ θηλυκόν:
3. Κλίσις τῶν οὐσιαστικῶν
Ι. Πρώτη κλίσις
1. Ἀσυναίρετα
§ 46. Κατὰ τὴν πρώτην κλίσιν κλίνονται ὀνόματα ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ μόνον· ἀρσενικά, τὰ ὁποῖα λήγουν εἰς -ας ἢ -ης , καὶ θηλυκὰ εἰς - α ἢ -η.
α. Παραδείγματα ἀρσενικῶν
῾Ενικὸς
(θ. ταμια-) (θ. Ἀτρειδα-) (θ. βουλευτα-)
ὀν. ὁ ταμίας Ἀτρείδης βουλευτὴς
γεν. τοὗ ταμίου Ἀτρείδου βουλευτοῦ
δοτ. τῷ ταμίᾳ Ἀτρείδῃ βουλευτῇ
αἰτ. τὸν ταμίαν Ἀτρείδην βουλευτὴν
κλητ. ὦ ταμία Ἀτρείδη βουλευτὰ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ ταμίαι Ἀτρεῖδαι βουλευταὶ
γεν. τῶν ταμιῶν Ἀτρειδῶν βουλευτῶν
δοτ. τοῖς ταμίαις Ἀτρείδαις βουλευταῖς
αἰτ. τοὺς ταμίας Ἀτρείδας βουλευτὰς
κλητ. ὦ ταμίαι Ἀτρεῖδαι βουλευταὶ
β. Παραδείγματα θηλυκῶν
῾Ενικὸς
(θ. μαχαιρα-) (θ. φρουρα-) (θ. μουσα-)
ὀν. ἡ μάχαιρα φρουρὰ μοῦσα
γεν. τῆς μαχαίρας φρουρᾶς μούσης
δοτ. τῇ μαχαίρᾳ φρουρᾷ μούσῃ
αἰτ. τὴν μάχαιραν φρουρὰν μοῦσαν
κλητ ὦ μάχαιρα φρουρὰ μοῦσα
Πληθυντικὸς
ὀν. αἱ μάχαιραι φρουραὶ μοῦσαι
γεν. τῶν μαχαιρῶν φρουρῶν μουσῶν
δοτ. ταῖς μαχαίραις φρουραῖς μούσαις
αἱτ. τὰς μαχαίρας φρουρὰς μούσας
κλητ. ὦ μάχαιραι φρουραὶ μοῦσαι
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
(θ. νυμφα-) (θ. τιμα-)
ὀν. ἡ νύμφ η τιμὴ αἱ νύμφαι τιμαὶ
γεν. τῆς νύμφ ης τιμῆς τῶν νυμφῶν τιμῶν
δοτ. τῆ νύμφ ῃ τιμῆ ταῖς νύμφαις τιμαῖς
αἰτ. τὴν νύμφ ην τιμὴν τὰς νύμφας τιμὰς
κλητ. ὦ νύμφ η τιμὴ ὦ νύμφαι τιμαὶ
§ 47. Φαινομενικαὶ καταλήξεις τῶν πρωτοκλίτων
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
Ἀρσενικὸν Θηλυκὸν Ἀρσ. καὶ Θηλ.
ὀν. -ᾱς ἢ -ης -ᾱ ἢ -ᾰ ἢ -η -αι
γεν. -ου -ᾱς ἢ -ης -ῶν
δοτ. -ᾳ ἢ -ῃ -ᾳ ἢ -ῃ -αις
αἰτ. -ᾱν ἢ -ην -ᾱν ἢ -ᾰν ἢ -ην -ᾱς
κλητ. -ᾱ ἢ -η ἢ ᾰ -ᾱ ἢ -ᾰ ἢ -η -αι
Παρατηρήσεις
1) εἰς τὸν πληθυντικὸν (καὶ τὸν δυϊκὸν) ἔχουν πάντα τὰς ἰδίας καταλήξεις·
2) τὸ
α
εἰς τὴν κατάληξιν
-ᾱς
(καθὼς καὶ εἰς τὴν κατάληξιν
-α
τοῦ δυϊκοῦ) τὸ ἔχουν πάντοτε μακρόν:
3) εἰς τὴν γενικὴν τοῦ πληθυντικοῦ τονίζονται ἐπὶ τῆς ληγούσης καὶ περισπῶνται:
§ 49. Ἀπὸ τὰ ἀρσενικὰ πρωτόκλιτα ὀνόματα, τὰ ὁποῖα λήγουν εἰς - ης , σχηματίζουν τὴν κλητικὴν τοῦ ἑνικοῦ εἰς ᾰ
1) τὰ ἐθνικά:
2) τὰ εἰς -
της
:
3) τὰ εἰς
-άρχης, -μέτρης, -πώλης, τρίβης, -ώνης
κλπ. (ἤτοι τὰ σύνθετα μὲ δεύτερον συνθετικὸν ῥῆμα):
§ 50.
Τῶν θηλυκῶν πρωτοκλίτων εἰς -
α
τὸ
α
τοῦτο, ἐὰν μὲν πρὸ αὐτοῦ ὑπάρχῃ φωνῆεν ἢ
ρ
, λέγεται
καθαρὸν α
(
Κατὰ κανόνα τῶν θηλυκῶν πρωτοκλίτων ὀνομάτων :
1) τὸ καθαρὸν
α
εἶναι μακρόν:
2) τὸ μὴ καθαρὸν
α
εἶναι βραχὺ καὶ εἰς τὴν γενικὴν καὶ δοτικὴν τοῦ ἑνικοῦ τοῦτο τρέπεται εἰς
η
:
1) εἰς τὰ προπαροξύτονα ὀνόματα, ὡς
2) εἰς τὰ ὀνόματα
3) εἰς τὰ ἑξῆς εἰς -
ρα
δισύλλαβα ὀνόματα:
2. Συνῃρημένα
§ 51.
Τῶν πρωτοκλίτων οὐσιαστικῶν, ὅσα εἶχον ἀρχῆθεν πρὸ τοῦ χαρακτῆρος
α
τοῦ θέματος ἄλλο
α
ἢ
ε
, τὰ πλεῖστα ἔπαθον συναίρεσιν, διὸ καλοῦνται
συνῃρημένα πρωτόκλιτα ὀνόματα
: (Ἀθηνάα)
Παραδείγματα
῾Ενικὸς
(θ. ῾Ερμεα-, ῾Ερμη-) (θ. μναα-, μνα-) (θ. γαλεα-, γαλη-)
ὀν. ὁ ῾Ερμῆς ἡ μνᾶ ἡ γαλῆ
γεν. τοῦ Ἑρμοῦ τῆς μνᾶς τῆς γαλῆς
δοτ. τῷ Ἑρμῇ τῆ μνᾷ τῇ γαλῆ
αἰτ. τὸν Ἑρμῆν τὴν μνᾶν τὴν γαλῆν
κλητ. ὦ ῾Ερμῆ ὦ μνᾶ ὦ γαλῆ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ ῾Ερμαῖ αἱ μναῖ γαλαῖ
γεν. τῶν ῾Ερμῶν τῶν μνῶν γαλῶν
δοτ. τοῖς ῾Ερμαῖς ταῖς μναῖς γαλαῖς
αἰτ. τοὺς ῾Ερμᾶς τὰς μνᾶς γαλᾶς
κλητ. ὦ ῾Ερμαῖ ὦ μναῖ γαλαῖ
§ 52. Τὰ συνῃρημένα πρωτόκλιτα ὀνόματα˙
1) ἔχουν καὶ μετὰ τὴν συναίρεσιν τὰς καταλήξεις τῶν ἀσυναιρέτων, πλὴν ὅτι τὸ
εα
εἰς τὸν ἑνικὸν τὸ συναιροῦν εἰς
η
:
2) εἶναι εἰς ἁπάσας τὰς πτώσεις περισπώμενα· (βλ- § 16, 9).
ΙΙ. Δευτέρα κλίσις
1. Ἀσυναίρετα
§ 53. Ἡ δευτέρα κλίσις περιλαμβάνει ὀνόματα καὶ τῶν τριῶν γενῶν, ἀρσενικὰ καὶ θηλυκά, τὰ ὁποῖα λήγουν εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν εἰς - ος , καὶ οὐδέτερα, τὰ ὁποῖα λήγουν εἰς - ον .
α. Παραδείγματα ἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν
῾Ενικὸς
(θ. ἄνθρωπο -) (θ. ἰατρο-) (θ. ψηφο-) (θ. ὁδο -)
ὀν. ὁ ἄνθρωπ ος ἰατρὸς ἡ ψῆφος ὁδὸς
γεν. τοῦ ἀνθρώπ ου ἰατροῦ τῆς ψήφου ὁδοῦ
δοτ. τῷ ἀνθρώπ ῳ ἰατρῷ τῇ ψήφῳ ὁδῷ
αἰτ. τὸν ἄνθρωπ ον ἰατρὸν τὴν ψῆφον ὁδὸν
κλητ. ὦ ἄνθρωπ ε ἰατρὲ ὦ ψῆφε ὁδὲ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ ἄνθρωπ οι ἰατροὶ αἱ ψῆφοι ὁδοὶ
γεν. τῶν ἀνθρώπ ων ἰατρῶν τῶν ψήφων ὁδῶν
Δοτ. τοῖς ἀνθρώπ οις ἰατροῖς ταῖς ψήφοις ὁδοῖς
αἰτ. τοὺς ἀνθρώπ ους ἰατροὺς τὰς ψήφους ὁδοὺς
κλητ. ὦ ἄνθρωπ οι ἰατροὶ ὦ ψῆφοι ὁδοὶ
Παραδείγματα οὑδετέρων
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
(θ. ποτήριο-) (θ, φυτο-)
ὀν. τὸ ποτήρι ον φυτὸν τὰ ποτήρι α φυτὰ
γεν. τοῦ ποτηρί ου φυτοῦ τῶν ποτηρί ων φυτῶν
δοτ. τῷ ποτηρί ῳ φυτῷ τοῖς ποτηρί οις φυτοῖς
αἰτ. τὸ ποτήρι ον φυτὸν τὰ ποτήρι α φυτὰ
κλητ. ὦ ποτήρι ον φυτὸν ὦ ποτήρι α φυτὰ
54. Φαινομενικαὶ καταλήξεις τῶν δευτεροκλίτων
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
Ἀρσ. καὶ Θηλ. 0ὐδέτ. Ἀρσ. καὶ θηλ. Οὐδέτ.
ὀν. -ος -ον -οι -ᾰ
γεν. -ου -ου -ων -ων
δοτ. -ῳ -ῳ -οις -οις
αἰτ. -ον -ον -ους -ᾰ
κλητ. -ε -ον -οι -ᾰ
Παρατηρήσεις
§ 55. Τῶν δευτεροκλίτων ὀνομάτων :
1) τῶν ἀρσενικῶν καὶ τῶν θηλυκῶν αἱ καταλήξεις εἶναι αἱ ἴδιαι εἰς πάσας τὰς πτώσεις·
2) τῶν οὐδετέρων αἱ καταλήξεις διαφέρουν ἀπὸ τὰς καταλήξεις τῶν ἀρσενικῶν καὶ τῶν θηλυκῶν εἰς τὴν ὀνομαστικὴν καὶ τὴν κλητικὴν τοῦ ἑνικοῦ καὶ εἰς τὴν ὀνομαστικήν, αἰτιατικὴν καὶ κλητικὴν τοῦ πληθυντικοῦ.
§ 56. 1) Τὰ οὐδέτερα (οἱασδήποτε κλίσεως) ἔχουν τρεῖς πτώσεις ὁμοίας, ἤτοι τὴν ὀνομαστικήν, τὴν αἰτιατικὴν καὶ τὴν κλητικήν.
2) ῾Η κατάληξις
α
εἰς τὰ οὐδέτερα εἶναι βραχεῖα :
2. Συνῃρημένα
§ 57.
Ἀπὸ τὰ δευτερόκλιτα οὐσιαστικά, ὅσα εἶχον ἀρχῆθεν πρὸ τοῦ χαρακτῆρος
ο
τοῦ θέματος ἄλλο
ο
ἢ
ε
, τὰ πλεῖστα ἔπαθον συναίρεσιν, διὸ καλοῦνται
συνῃρημένα δευτερόκλιτα ὁνόματα
: (νόος)
Παραδείγματα
῾Ενικὸς
(θ. ἐκπλοο-, ἐκπλου-) (θ. ῥοο-, ῥου) (θ. προχοο-, προχου-) (θ.ὀστεο-, ὀστοῦ-)
ὀν. ὁ ἔκπλους ῥοῦς ἡ πρόχους τὸ ὀστοῦν
γεν. τοῦ ἔκπλου ῥοῦ τῆς πρόχου τοῦ ὀστοῦ
δοτ. τῷ ἔκπλῳ ῥῷ τῆ πρόχῳ τῷ ὀστῷ
αἰτ. τὸν ἔκπλουν ῥοῦν τὴν πρόχουν τὸ ὀστοῦν
Πληθυντικος
ὀν. οἱ ἔκπλοι ῥοῖ αἱ πρόχοι τὰ ὀστᾶ
γεν. τῶν ἔκπλων ῥῶν τῶν πρόχων τῶν ὀστῶν
δοτ. τοῖς ἔκπλοις ῥοῖς ταῖς πρόχοις τοῖς ὀστοῖς
αἰτ. τοὺς ἔκπλους ῥοῦς τὰς πρόχους τὰ ὀστᾶ
Παρατηρήσεις
§ 58 . Τὰ συνῃρημένα δευτερόκλιτα ὀνόματα :
1) ἔχουν καὶ μετὰ τὴν συναίρεσιν τὰς καταλήξεις τῶν ἀσυναιρέτων, πλὴν ὅπου τὰ ἀσυναίρετα ἔχουν εἰς τὴν κατάληξιν, ο ἢ ε , ταῦτα ἔχουν ου (τὸ ὁποῖον προέρχεται ἐκ τῆς συναιρέσεως τοῦ ο + ο ἢ ε + ο )˙
2) τονίζονται εἰς πάσας τὰς πτώσεις εἰς τὴν συλλαβήν, εἰς τὴν ὁποίαν τονίζεται ἡ ἑνικὴ ὀνομαστικὴ (τὰ σύνθετα παρὰ τὸν κανόνα § 25)˙
3) δὲν ἔχουν κλητικὴν (οὐδὲ δυϊκὸν ἀριθμόν).
3. Ἀττικόκλιτα
§ 59.
Μερικὰ ὀνόματα τῆς δευτέρας κλίσεως λήγουν οὐχὶ εἰς -ος, -ον, ἀλλὰ εἰς -
ως
, -
ων
:
Παραδείγματα
῾Ενικὸς
(θ. νεω-) (θ. Μενελεω-) (θ. ἁλω-) (θ. ἀνωγεω-)
ὀν. ὁ νεὼς Μενέλεως ἡ ἅλως τὸ ἀνώγεων
γεν. τοῦ νεὼ Μενέλεω τῆς ἅλω τοῦ ἀνώγεω
δοτ. τῷ νεῲ Μενέλεῳ τῇ ἅλῳ τῷ ἀνώγεῳ
αἰτ. τὸν νεὼν Μενέλεων τὴν ἅλω τὸ ἀνώγεων
κλητ. ὦ νεὼς Μενέλεως ὦ ἅλως ὦ ἀνώγεων
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ νεῲ - αἱ ἅλῳ τὰ ἀνώγεω
γεν. τῶν νεὼν - τῶν ἅλων τῶν ἀνώγεων
δοτ. τοῖς νεῲς - ταῖς ἅλῳς τοῖς ἀνώγεῳς
αἰτ. τοὺς νεὼς - τὰς ἅλως τὰ ἀνώγεω
κλητ. ὦ νεῲ - ὦ ἅλῳ ὦ ἀνώγεω
Παρατηρήσεις
§ 60. Τὰ ἀττικόκλιτα ὀνόματα :
1) ἔχουν εἰς τὰς καταλήξεις πασῶν τῶν πτώσεων
ω
· ὑπὸ τοῦτο δὲ τὸ
-ω
ὑπάρχει
ι
ὑπογεγραμμένον, ὅπου ἡ ἀντίστοιχος κατάληξις τῶν κοινῶν δευτεροκλίτων ὀνομάτων ἔχει
ι
:
2) ἔχουν τὴν ἑνικὴν κλητικὴν ὁμοίαν μὲ τὴν ὀνομαστικήν˙
3) τονίζονται εἰς πάσας τὰς πτώσεις ὅπου καὶ ὅπως ἡ ἑνικὴ ὀνομαστική:
ΙΙΙ. Τρίτη κλίσις
Εἰσαγωγικαὶ παρατηρήσεις
§ 61. ῾Η τρίτη κλίσις περιλαμβάνει ὀνόματα καὶ τῶν τριῶν γενῶν (ὅπως καὶ ἡ δευτέρα κλίσις).
Τὰ τριτόκλιτα ὀνόματα λήγουν εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν εἰς ἕν τῶν φωνηέντων α, ι, υ, ω ἢ εἰς ἕν ῶν ληκτικῶν συμφώνων (ν, ρ, ς, ξ, ψ) , εἰς δὲ τὴν ἑνικὴν γενικὴν εἰς -ος (καὶ σπανιώτερον εἰς -ως ἢ -ους ).
§ 62
. Τὰ τριτόκλιτα ὀνόματα λέγονται
§ 63.
1) Τὰ ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ τριτόκλιτα ὀνόματα, ἄλλα μὲν σχηματίζουν τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν μὲ τὴν κατάληξιν -
ς
, καὶ ταῦτα λέγονται
2) τὰ οὐδέτερα τριτόκλιτα ὀνόματα δὲν ἔχουν καμμίαν κατάληξιν εἰς τὴν ὀνομαστικὴν, αἰτιατικὴν καὶ κλητικήν.
§ 64. Ἐκ τῶν τριτοκλίτων ὀνομάτων :
1) ἄλλα μὲν εἶναι
2) τῶν διπλοθέμων τὸ ἕν θέμα, ὅταν τοῦτο ἔχῃ εἰς τὴν τελευταίαν συλλαβήν του μακρὸν φωνῆεν, λέγεται
§ 65.
Τῶν τριτοκλίτων ὀνομάτων τὸ θέμα γενικῶς εὑρίσκεται ἐκ τῆς ἑνικῆς γενικῆς, ἀφοῦ ἀφαιρεθῇ ἡ κατάληξις αὐτῆς -
ος
(
§ 66.
1) Κατὰ τὸν χαρακτῆρα τοῦ θέματος αὐτῶν τὰ τριτόκλιτα ὀνόματα διαιροῦνται εἰς
φωνηεντόληκτα
(
2) τὰ συμφωνόληκτα τριτόκλιτα ὀνόματα ὑποδιαιροῦνται εἰς
ἀφωνόληκτα
, ἤτοι μὲ χαρακτῆρα
Α΄ Φωνηεντόληκτα
§ 67. ᾽Εκ τῶν φωνηεντολήκτων τριτοκλίτων ὀνομάτων τὰ πλεῖστα εἶναι γένους ἀρσενικοῦ ἢ θηλυκοῦ, ἐλάχιστα δὲ εἶναι γένους οὐδετέρου.
§ 68. α΄) Καταληκτικὰ εἰς -ως, -ωος ἢ -υς, -υος, μονὸθεμα
῾Ενικὸς
(θ. ἡρω-) (θ. θω-) (θ. ἰχθυ-) (θ. δρυ-)
ὀν. ὁ ἥρω- ς θὼ- ς ἰχθὺ- ς ἡ δρῦ- ς
γεν. τοῦ ἥρω- ος θω-ὸς ἰχθύ-ος τῆς δρυ-ὸς
δοτ. τῷ ἥρω- ι θω-ι ἰχθύ-ι τῆ δρυ-ὶ
αἰτ. τὸν ἥρω- α θῶ-α ἰχθὺ-ν τὴν δρῦ-ν
κλητ. ὦ ἥρω- ς θὼ-ς ἰχθὺ ὦ δρῦ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ ἥρω- ες θῶ- ες ἰχθύ- ες αἱ δρύ- ες
γεν. τῶν ἡρώ- ων θώ- ων ἰχθύ- ων τῶν δρυ- ῶν
δοτ. τοῖς ἥρω- σι θω- σὶ ἰχθύ- σι ταῖς δρυ- σὶ
αἰτ. τοὺς ἥρω- ας θῶ- ας ἰχθῦ- ς τὰς δρῦ- ς
κλητ. ὦ ἥρω- ες θῶ- ες ἰχθύ- ες ὦ δρύ- ες
῾Ομοίως δὲ κλίνονται καὶ ὅσα φωνηεντόληκτα ἔχουν χαρακτῆρα ι , ὅπως ὁκῖς , ὁ , ἡ οἱς (ἐκ τοῦ ὄϊς ), καὶ τὸ κύριον ὅνομα ὁ Συέννεσις , προσέτι δὲ τω ὀνόματα ἡ τίγρις , καὶ ἡ τύρσις , εἰς τὸν ἑνικόν ἀριθμόν: ὁ κῖς , τοῦ κι-ός , τῷ κι-ί , τὸν κῖ-ν, οἱ κῖ-ες, τῶν κι-ῶν, τοῖς κι-σί, τοὺς κῖ-ς κτλ.
Παρατηρήσεις
§ 69. Τῶν εἰς -υς -υος τριτοκλίτων ὀνομάτων :
1) ἡ ἑνικὴ κλητικὴ σχηματίζεται ἄνευ καταλήξεως, ἡ ἑνικὴ αἰτιατικὴ μὲ τὴν κατάληξιν
-ν
ἀντὶ
-α
καὶ ἡ πληθυντικὴ αἰτιατικη μὲ τὴν κατάληξιν
-ς
ἀντὶ
-ας
:
2) οἱ μονοσύλλαβοι τύποι καὶ ἡ
πληθυντικὴ
αἰτιατικὴ ἐν γένει, ὅταν τονίζωνται εἰς τὴν λήγουσαν,
περισπῶνται
παρὰ τὸν κανόνα (§ 16, 6):
§ 70. β΄) Καταληκτικὰ ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ εἰς -ις -εως ἢ - υς - εως, διπλὸθεμα, καὶ τὸ οὐδέτερον τὸ ἄστυ
῾Ενικὸς
(θ. πρυτανι- πρυτανε-) (θ. πολι- πολε-) (θ. πελεκυ- πελεκε-) (θ.ἀστυ- ἀστε-)
ὀν. ὁ πρύτανι- ς ἡ πόλι- ς ὁ πέλεκυ- ς τὸ ἄστυ
γεν. τοῦ πρυτάνε- ως τῆς πόλε-ως τοῦ πελέκε-ως τοῦ ἄστε-ως
δοτ. τῷ πρυτάνει τῆ πόλει τῷ πελέκει τῷ ἄστει
αἰτ. τὸν πρύτανι- ν τὴν πόλι-ν τὸν πέλεκυ- ν τὸ ἄστυ
κλητ. ὦ πρύτανι ὦ πόλι ὦ πέλεκυ ὦ ἄστυ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ πρυτάνεις αἱ πόλεις οἱ πελέκεις τὰ ἄστη
γεν. τῶν πρυτάνε-ων τῶν πόλε-ων τῶν πελέκε-ων τῶν ἄστε-ων
δοτ. τοῖς πρυτάνε-σι ταῖς πόλε-σι τοῖς πελέκε-σι τοῖς ἄστε-σι
αἰτ. τοὺς πρυτάνεις τὰς πόλεις τοὺς πελέκεις τὰ ἄστη
κλητ. ὦ πρυτάνεις ὦ πόλεις ὦ πελέκεις ὦ ἄστη
§ 71. Καταλήξεις τῶν τριτοκλίτων ὀνομάτων εἶναι
Ἑνικὸς Πληθυντικὸς
Ἀρσ. καὶ θηλ. Οὐδ. Ἀρσ. καὶ Θηλ. Οὐδ.
ὀν. -ς ὴ - - -ες -ᾰ
γεν. -ος (ἢ -ως) -ος (ἢ -ως) -ων -ων
δοτ. -ῐ -ῐ -σῐ -σῐ
αἰτ. -ᾰ ἢ -ν - -ᾰς ἢ -ξ, -ς (-νς) -ᾰ
κλητ. -ς ἢ - -ες -ᾰ
Παρατηρήσεις
§ 72. Τὰ εἰς -ις ἢ -υς (γεν. -εως ) φωνηεντόληκτα ὀνόματα :
1) σχηματίζονται ἀπὸ δύο θέματα, ἤτοι ὅσα μὲν λήγουν εἰς
-ις
ἀπὸ ἕν θέμα εἰς
ι
(
2) τὸν χαρακτῆρα
ε
μὲ τὸ ἑπόμενον
ι
ἢ
ε
τῶν καταλήξεων τὸν συναιροῦν εἰς
ει
(
3) εἰς τὴν γενικὴν τοῦ ἑνικοῦ ἔχουν κατάληξιν οὐχὶ
-ος
ἀλλὰ
-ως
καὶ εἰς τὴν πτῶσιν ταύτην, καθὼς καὶ εἰς τὴν γενικὴν τοῦ πληθυντικοῦ,
τονίζονται εἰς τὴν προπαραλήγουσαν, παρὰ τὸν κανόνα (§ 16, 2):
4) τὴν ἑνικὴν κλητικὴν τὴν σχηματίζουν ἄνευ καταλήξεως καὶ τὴν ἑνικὴν αἰτιατικὴν μὲ τὴν κατάληξιν
-ν
, τὴν δὲ πληθυντικὴν αἰτιατικὴν ὁμοίαν μὲ τὴν ὀνομαστικὴν:
§ 73. γ΄) Καταληκτικὰ εἰς -εὺς (γεν. -έως), εἰς -αῦς καὶ εἰς -οῦς, μονόθεμα
Ἑνικὸς
(θ. ἱππευ-) (θ. ἁλιευ-) (θ. γραυ-) (θ. βου-)
ὀν. ὁ ἱππεὺ-ς ἁλιεὺ-ς ἡ γραῦ-ς ὁ βοῦ-ς
γεν. τοῦ ἱππέ-ως ἁλιέως καὶ ἁλιῶς τῆς γρα-ὸς τοῦ βο-ός
δοτ. τῷ ἱππεῖ ἁλιεῖ τῇ γρα-ῒ τῲ βο-ῒ
αἰτ. τὸν ἱππέ-ᾱ ἁλιέ-α καὶ ἁλιᾶ τὴν γραῦ-ν τὸν βοῦ-ν
κλητ. ὦ ἱππεῦ ἁλιεῦ ὦ γραῦ ὦ βοῦ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ ἱππεῖς ἁλιεῖς αἱ γρᾶ- ες οἱ βό-ες
γεν. τῶν ἱππέ-ων ἁλιέων καὶ ἁλιῶν τῶν γρα- ῶν τῶν βο-ῶν
δοτ. τοῖς ἱππεῦ-σι ἁλιεῦ-σι ταῖς γραυ- σὶ τοῖς βου-σὶ
αἰτ. τοὺς ἱππέ-ας ἁλιέ-ας καὶ ἁλιᾶς τὰς γραῦ- ς τοὺς βοῦ-ς
κλητ. ὦ ἱππεῖς ἁλιεῖς ὦ γρᾶ- ες ὦ βό-ες
Παρατηρήσεις
§ 74.
Τῶν εἰς
-εὺς
ἢ
-αῦς
ἢ
-οῦς
φωνηεντόληκτων ὀνομάτων :
ὁ χαρακτὴρ υ μεταξὺ δύο φωνηέντων ἀποβάλλεται:
§ 75. Τῶν εἰς -εὺς φωνηεντολήκτων ὀνομάτων :
1) τὸ
ε
τοῦ θέματος, τὸ ὁποῖον μένει μετὰ τὴν ἀποβολὴν τοῦ χαρακτῆρος
υ
, συναιρεῖται μὲ τὸ ἑπόμενον
ι
ἦ
ε
τῶν καταλήξεων εἰς
ει:
(ἱππέ-ϊ)
2) ἡ ἑνικὴ κλητικὴ σχηματίζεται ἀπὸ τὸ θέμα μόνον ἄνευ καταλήξεως:
3) ἡ ἑνικὴ γενικὴ ἔχει κατάληξιν οὐχὶ -ος ἀλλὰ -ως καὶ τὸ α τῆς καταλήξεως τῆς ἑνικὴς αἰτιατικὴς καὶ τῆς πληθυντικῆς αἰτιατικὴς εἶναι μακρόν˙ (βλ. § 32, 4).
§ 76.
Ὅσα φωνηεντόληκτα εἰς
-εὺς
ἔχουν φωνῆεν πρὸ τοῦ τελικοῦ ε τοῦ θέματος συνήθως συναιροῦν τὸ
ε
τοῦτο μὲ τὸ ἑπόμενον
ω
καὶ
α
τῶν καταλήξεων (τῆς γενικῆς καὶ αἰτιατικῆς τοῦ ἑνικοῦ καὶ τοῦ πληθυντικοῦ): (Εὐβοέως)
§ 77. δ΄) Ἀκατάληκτα εἰς -ώ, γεν. -οῦς, διπλόθεμα
Ἑνικὸς
(θ. Λητω-, Λητο-) (θ. ἠχω-, ἠχο-)
ὀν. ἡ Λητὼ ἡ ἠχὼ
γεν. τῆς Λητοῦς τῆς ἠχοῦς
δοτ. τῇ Λητοῖ (ἐκ τοῦ Λητό-ος) τῇ ἠχοῖ
αἰτ. τὴν Λητὼ (ἐκ τοῦ Λητό-ϊ) τὴν ἠχὼ
κλητ. ὦ Λητοῖ (ἐκ τοῦ Λητό-α) ὦ ἠχοῖ
Εἰς τὴν ἑνικὴν αἰτιατικὴν ὀξύνονται παρὰ τὸν κανόνα (§ 16, 9)
Β΄. Συμφωνόληκτα
1. Ἀφωνόληκτα
§ 78. Τὰ ἀφωνόληκτα τριτόκλιτα ὀνόματα εἶναι :
1) οὐρανικόληκτα , ἤτοι μὲ χαρακτῆρα οὐρανικὸν (κ, γ, χ)·
2) χειλικόληκτα , ἤτοι μὲ χαρακτῆρα χειλικὸν (π, β, φ)·
3) ὁδοντικόληκτα , ἤτοι μὲ χαρακτῆρα ὀδοντικὸν (τ, δ, θ)˙
§ 79. Οὐρανικὸληκτα καὶ χειλικόληκτα, καταληκτικὰ εἰς -ξ, -ψ, -ς, μονόθεμα
῾Ενικὸς
ὀν. ὁ φύλαξ ἡ φλὸξ ὁ ὁ ὄνυξ
γεν. τοῦ φύλακ- ος τῆς φλογ- ὸς τοῦ ὄνυχ-ος
δοτ. τῷ φύλακ- ι τῇ φλογ -ι τῷ ὄνυχ-ι
αἰτ. τὸν φύλακ- α τὴν φλόγ- α τὸν ὄνυχ-α
κλητ. ὦ φύλαξ ὦ φλὸξ ὦ ὄνυξ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ φύλακες αἱ φλόγ- ες οἱ ὄνυχ- ες
γεν. τῶν φυλάκ- ων τῶν φλογ- ῶν τῶν ὀνύχ- ων
δοτ. τοῖς φύλαξι ταῖς φλοξὶ τοῖς ὄνυξι
αἰτ. τοὺς φύλακ- ας τὰς φλόγ- ας τοὺς ὄνυχ- ας
κλητ. ὦ φύλακ- ες ὦ φλόγ- ες ὦ ὄνυχ-ες
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
ὀν. ὁ κώνωψ Ἄραψι οἱ κώνωπ- ες ῎Αραβ-ες
γεν. τοῦ κώνωπ- ος Ἄραβ-ος τῶν κωνώπ- ων Ἄράβ-ων
δοτ. τῷ κώνωπ- ι Ἄραβ-1 τοῖς κώνωψι Ἄραψι
αἰτ. τὸν κώνωπ- α Ἄραβ-α τοὺς κώνωπ- ας Ἄραβ-ας
κλητ. ὦ κώνωψ Ἄραψ ὦ κώνωπ- ες Ἄραβ-ες
α) Καταληκτικὰ εἰς -ς, μονὸθεμα
῾Ενικὸς
ὀν. ὁ τάπης ἡ ῾Ελληνὶς ὁ ὄρνις
γεν. τοῦ τάπητ-ος τῆς Ἑλληνίδ- ος τοῦ ὄρνιθ- ος
δοτ. τῷ τάπητ-ι τῆ ῾Ελληνίδ- ι τῷ ὄρνιθ- ι
αἰτ. τὸν τάπητ- α τὴν ῾Ελληνίδ- α τὸν ὄρνιν
κλητ. ὧ τάπης ὦ ῾Ελληνὶς ὦ ὄρνι
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ τάπητ- ες αἱ ῾Ελληνίδ- ες οἱ ὄρνιθ- ες
γεν. τῶν ταπήτ- ων τῶν ῾Ελληνίδ- ων τῶν ὀρνίθ- ων
δοτ. τοῖς τάπησ- ι ταῖς ῾Ελληνί- σι τοῖς ὄρνι- σι
αἰτ. τοὺς τάπητ- ας τὰς ῾Ελληνίδ- ας τοὺς ὄρνιθ- ας
κλητ. ὦ τάπητ- ες ὦ ῾Ελληνίδ- ες ὦ ὄρνιθ- ες
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
ὀν. ὁ ἀνδριὰς ἐλέφας οἱ ἀνδριάντ- ες ἐλέφαντ- ες
γεν. τοῦ ἀνδριαντ- ος ἐλέφαντ- ος τῶν ἀνδριάντ- ων ἐλεφάντ- ων
δοτ. τῷ ἀνδριάντ- ι ἐλέφαντ- ι τοῖς ἀνδριᾶσ- ι ἐλέφασ- ι
αἰτ. τὸν ἀνδριάντ- α ἐλέφαντ- α τοὺς ἀνδριάντ- ας ἐλέφαντ- ας
κλητ. ὦ ἀνδριὰς ἐλέφαν ὦ ἀνδριάντ- ες ἐλέφαντ- ες
§ 81. β΄) Ἀκατάληκτα εἰς -ων, -οντος διπλόθεμα καὶ οὐδέτερα εἰς -α, -ατος
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς ῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
(θ. γερωντ-, γεροντ-) (θ. σωματ-)
ὀν. ὁ γέρων οἱ γέροντ-ες τὸ σῶμα τὰ σώματ-α
γεν. τοῦ γέροντ-ος τῶν γερόντ-ων τοῦ σώματ-ος τῶν σωμάτ-ων
δοτ. τῷ γέροντ-ι τοῖς γέρου-σι τῷ σώματ-ι τοῖς σώμα-σι
αἰτ. τὸν γέροντ-α τοὺς γέροντ-ας τὸ σῶμα τὰ σώματ-α
κλητ. ὦ γέρον ὦ γέροντ-ες ὦ σῶμα ὦ σώματ-α
Παρατηρήσεις
§ 82.
Τὰ ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ ἀφωνόλῃκτα ὀνόματα κανονικῶς σχηματίζουν τὴν ἑνικὴν αἰτιατικὴν εἰς
α
(
᾽Εξαιροῦνται καὶ
1) τὴν ἑνικὴν αἰτιατικὴν τὰ βαρύτονα ὀδοντικόληκτα εἰς
-ις
τὴν σχηματίζουν εἰς
-ν
(κατὰ τὰ φωνηεντόληκτα εἰς
-ις
, -
εως
):
2) τὴν ἑνικὴν κλητικὴν
α΄) τὰ εἰς -
ις
βαρύτονα ὀδοντικόληκτα, τὸ ὀξύτονον ὄνομα
τυραννὶς
καὶ τὸ ὄνομα ὁ
παῖς
(= πά- ις) τὴν σχηματίζουν ἄνευ τῆς καταλήξεως -
ς
(κατὰ τὰ εἰς -
ις
φωνηεντόληκτα):
β΄) τὰ εἰς -
ας
(
-αντος
) βαρύτονα ὀδοντικόληκτα τὴν σχηματίζουν ὁμοίαν μὲ τὸ θέμα:
Τὸ δὲ ὄνομα
ἡ θρὶξ
σχηματίζεται ἀπὸ τὸ (ἀρχικὸν) θέμα
θριχ-
εἰς τὴν ὀνομαστικὴν καὶ τὴν κλητικὴν τοῦ ἑνικοῦ καὶ εἰς τὴν δοτικὴν τοῦ πληθυντικοῦ (
2. Ἡμιφωνὸληκτα
§ 83. Τὰ ἡμιφωνόληκτα τριτόκλιτα ὀνόματα εἶναι :
1) ἐνρινόληκτα , ἤτοι μὲ χαρακτῆρα τοῦ θέματος ἔνρινο (ν)˙
2) ὑγρόληκτα , ἤτοι μὲ χαρακτῆρα ὑγρὸν (λ,ρ)˙
3) σιγμόληκτα , ἤτοι μὲ χαρακτῆρα σ .
1) Καταληκτικὰ εἰς -ις, γεν. -ῖνος καὶ ἀκατάληκτα εἰς -αν, γεν. -ᾶνος, -ην, γεν. -ηνος καὶ -ων, γεν. -ωνος, μονὸθεμα
῾Ενικὸς
(θ. δελφιν-) (θ. παιαν-) (θ. ῾Ελλην-) (θ. χιτων-)
ὀν. ὁ δελφὶς παιὰν Ἕλλην χιτὼν
γεν. τοῦ δελφῖν- ος παιᾶν- ος Ἕλλην- ος χιτῶν- ος
δοτ. τῷ δελφῖν- ι παιᾶν- ι ῞Ελλην- ι χιτῶν- ι
αἰτ. τὸν δελφῖν- α παιᾶν- α Ἕλλην- α χιτῶν- α
κλητ. ὦ δελφὶς παιὰν Ἕλλην χιτὼν
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ δελφῖν- ες παιᾶν- ες ῞Ελλην- ες χιτῶν- ες
γεν. τῶν δελφίν- ων παιάν- ων Ἑλλήν- ων χιτών- ων
δοτ. τοῖς δελφῖ- σι παιᾶ- σι Ἕλλη- σι χιτῶ- σι
αἰτ. τοὺς δελφῖν- ας παιᾶν- ας Ἕλλην- ας χιτῶν- ας
κλητ. ὦ δελφῖν- ες παιᾶν- ες Ἕλλην- ες χιτῶν- ες
Οἱ τύποι
§ 85. 2) ᾽Ακατάληκτα εἰς -ην, γεν. -ένος, -ων, γεν. -ονος, διπλὸθεμα
῾Ενικὸς
(θ. ποιμην-, ποιμεν-) (θ. χελιδων-, χελιδον-) (θ. κιων-, κιον-)
ὀν. ὁ ποιμὴν ἡ χελιδὼν ὁ κίων
γεν. τοῦ ποιμέν- ος τῆς χελιδόν- ος τοῦ κίον- ος
δοτ. τῷ ποιμέ - ι τῇ χελιδόν- ι τῷ κίον- ι
αἰτ. τὸν ποιμέν- α τὴν χελιδόν- α τὸν κίον- α
κλητ. ὦ ποιμὴν ὦ χελιδὼν ὦ κίον
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ ποιμέν- ες αἱ χελιδόν- ες οἱ κίον- ες
γεν. τῶν ποιμέν- ων τῶν χελιδόν- ων τῶν κιόν- ων
δοτ. τοῖς ποιμέ- σι ταῖς χελιδό- σι τοῖς κίο- σι
αἰτ. τοὺς ποιμέν- ας τὰς χελιδόν- ας τοὺς κίον- ας
κλητ. ὦ ποιμέν- ες ὦ χελιδόν- ες ὦ κίον- ες
1) Ἀκατάληκτα εἰς -ήρ, γεν. -ῆρος, μονόθεμα, καὶ εἰς -ήρ, γεν. -έρος,-ωρ, γεν. -ορος, διπλὸθεμα
῾Ενικὸς
(θ. κρατηρ-) (θ. ἀθηρ-, ἀθερ-) (θ. ῥήτωρ-, ῥητορ-)
ὀν. ὁ κρατὴρ ἀθὴρ ῥήτωρ
γεν. τοῦ κρατῆρ- ος ἀθέρ- ος ῥήτορ- ος
δοτ. τῷ κρατῆρ- ι ἀθέρ- ι ῥήτορ- ι
αἰτ. τὸν κρατῆρ- α ἀθέρ- α ῥήτορ- α
κλητ. ὦ κρατὴρ ἀθὴρ ῥῆτορ
Πληθυντικὸς
ὀν. οἱ κρατῆρ- ες ἀθέρ- ες ῥήτορ- ες
γεν. τῶν κρατήρ- ων ἀθέρ- ων ῥητόρ- ων
δοτ. τοῖς κρατῆρ- σι ἀθέρ- σι ῥήτορ- σι
αἰτ. τοὺς κρατῆρ- ας ἀθέρ- ας ῥήτορ- ας
κλητ. ὦ κρατῆρ- ες ἀθέρ- ες ῥήτορ- ες
2) Οὐδέτερα
§ 87. Οὐδέτερα ὑγρόληκτα εἶναι τὰ ὀνόματα τὸ ἔαρ καὶ τὸ νέκταρ , εὔχρηστα μόνον εἰς τὸν ἑνικὸν ἀριθμόν.
Τὸ ὄνομα τὸ
ἔαρ
ἐκφέρεται καὶ συνηρημένον :
Παρατηρήσεις εἰς τὰ ἐνρινὸληκτα καὶ ὑγρόληκτα ὀνὸματα
§ 88. Τὰ ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ ἐνρινόληκτα καὶ ὑγρόληκτα ὀνόματα
1) τὰ διπλόθεμα σχηματίζουν ἀπὸ μὲν τὸ ἰσχυρὸν θέμα τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικήν, ἀπὸ δὲ τὸ ἀσθενὲς τὰς ἄλλας πτώσεις :
2) τὴν ἑνικὴν κλητικὴν τὴν σχηματίζουν τὰ πλεῖστα ὁμοίαν μὲ τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικήν:
Ἐξαιροῦνται ἐκ τῶν διπλοθέμων τὰ βαρύτονα εἰς -
ων
(γεν. -
ονος
) καὶ -
ωρ
(γεν. -
ορος
), τὰ ὁποῖα σχηματίζουν τὴν ἑνικὴν κλητικὴν ὁμοίαν μὲ τὸ ἀσθενὲς θέμα :
Τὰ κύρια ὀνόματα
Ἀγαμέμνων
καὶ
Ἀριστογείτων
καὶ τὰ ὅμοια εἰς τὴν ἑνικὴν κλητικὴν ἀναβιβάζουν προσέτι τὸν τόνον :
3) Συγκοπτόμενα
§ 89. Ἀκατάληκτα εἰς -ηρ, γεν, -ρος, διπλὸθεμα
Ἑνικὸς | Πληθυντικὸς |
(θ. πατηρ-, πατερ-, ἀνηρ-, ἀνερ-) |
ὀν. γεν. δοτ. αἰτ. κλητ. |
ὁ τοῦ τῷ τὸν ὦ |
πατὴρ πατρ-ὸς πατρ-ὶ πατέρ-α πάτερ |
ἀνὴρ ἀνδρ-ὸς ἀνδρ-ὶ ἄνδρ-α ἄνερ |
οἱ τῶν τοῖς τοὺς ὦ |
πατέρε-ς πατέρ-ων πατρά-σι πατέρ-ας πατέρ-ες |
ἄνδρ-ες ἀνδρ-ων ἀνδρά-σι ἄνδρ-ας ἄνδρ-ες |
῾Ενικὸς
ἡ Δημήτηρ
τῆς Δήμητρ-ος
τῇ Δήμητρ-ι
τὴν Δήμητρ-α
ὦ Δήμητερ
Παρατηρήσεις
§ 90.
Τὰ διπλόθεμα εἰς -
ηρ
ὑγρόληκτα ὀνόματα
πατήρ, μήτηρ
,
θυγάτηρ, γαστήρ, Δημήτηρ
καὶ
ἀνὴρ
λέγονται
Πάντα τὰ συγκοπτόμενα ὀνόματα εἰς τὴν δοτικὴν τοῦ πληθυντικοῦ μεταξὺ τοῦ συγκεκομμένου θέματος καὶ τῆς καταλήξεως - σι ἔχουν α βραχύ,ἐπὶ τοῦ ὁποίου καὶ τονίζονται : μητρ- ά - σι, θυγατρ- ά - σι, γαστρ-ά - σι.
§ 91. ᾽Εκ τῶν συγκοπτομένων ὀνομάτων :
1) τὰ μὲν ὀνόματα
πατὴρ, μήτηρ, θυγάτηρ
καὶ
γαστὴρ
εἰς τὴν γενικὴν καὶ δοτικὴν τοῦ ἑνικοῦ, τὸ δὲ ὄνομα
ἀνὴρ
καὶ εἰς ταύτας τὰς πτώσεις καὶ εἰς τὴν γενικὴν τοῦ πληθυντικοῦ τονίζονται ἐπὶ τῆς ληγούσης:
2) τὸ ὄνομα Δημήτηρ εἰς πάσας τὰς βραχυκαταλήκτους πτώσεις τονίζεται εἰς τὴν προπαραλήγουσαν·
3) τὰ. ὀνόματα
πατὴρ, θυγάτηρ
καὶ
ἀνὴρ
εἰς τὴν ἑνικὴν κλητικὴν ἀναβιβάζουν τὸν τόνον:
4) τὸ ὄνομα
γαστὴρ
ἔχει τὴν ἑνικὴν κλητικὴν ὁμοίαν μὲ τὴν ὀνομαστικὴν:
α΄. Οὐδέτερα εἰς -ας, γεν. -ως (ἢ -ατος)
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
|
ὀν. γεν. δοτ. αἰτ. κλητ. |
τὸ κέρας τοῦ κέρως ἢ τοῦ κέρατος τῷ κέρᾳ ἢ τῷ κέρατ-ι τὸ κέρας ὦ κέρας |
τὰ κέρα ἢ τὰ κέρατ-α τῶν κερῶν ἢ τῶν κεράτων τοῖς κέρα-σι τὰ κέρα ἢ τὰ κέρατ-α ὦ κέρα ἢ ὦ κέρατ-α |
Παρατηρήσεις
§ 93.
Σιγμόληκτα οὐδέτερα εἰς
-ας
εἶναι ἕξ :
1) ὁ χαρακτὴρ
σ
μεταξὺ δύο φωνηέντων ἀποβάλλεται καὶ τὰ συναντώμενα μετὰ τὴν ἀποβολὴν τοῦ
σ
φωνήεντα συναιροῦνται : (κρέασ-ος, κρέα- ος =)
2) σχηματίζονται ὡς σιγμόληκτα μόνον ἀπὸ θέμα εἰς
ασ
τὰ ὀνόματα
κρέας, γέρας
καὶ
γῆρας
(
§ 94. β΄ Οὐδέτερα εἰς -ος, γεν. -ους
῞Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
(θ. στελεχεσ-) (θ. χρεεσ-) |
ὀν. γεν. δοτ. αἰτ κλητ. |
τὸ στέλεχος τοῦ στελέχους τῷ στελέχει τὸ στέλεχος ὠ στέλεχος |
χρέος χρέους χρέει χρέος χρέος |
τὰ στελέχη τῶν στελεχῶν τοῖς στελέχεσι τὰ στελέχη ὦ στελέχη |
χρέα χρεῶν χρέεσι χρέα χρέα |
Παρατηρήσεις
§ 95. Τῶν σιγμολήκτων οὐδετέρων εἰς -ος
1) τὸ θέμα λήγει εἰς -
εσ
, ἀλλὰ τὸ
ε
τὸ πρὸ τοῦ χαρακτῆρος
σ
εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν (αἰτιατικὴν καὶ κλητικὴν) τρέπεται εἰς
ο
: (θ. ἐθνεσ-)
2) ὁ χαρακτὴρ
σ
μεταξὺ δύο φωνηέντων ἀποβάλλεται, τὰ δὲ συναντώμενα μετὰ τὴν ἀποβολὴν αὐτοῦ φωνήεντα συναιροῦνται, ἤτοι τὸ
ε
+
α
εἰς
η
ἢ, ἂν προηγῆται ἄλλο
ε
, εἰς ᾱ (
§ 96. γ΄. Ἄρσενικὰ ἀκατάληκτα εἰς -ης, γεν. -ους (ἢ -ῆς, γεν. -έους), διπλόθεμα
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
(θ. Σωκρατησ - Σωκρατεσ-) |
(θ. ῾Ηρακλεησ- ῾Ηρακλεεσ) |
ὀν. γεν. δοτ. αἰτ. κλητ. κλητ. |
ὁ Σωκράτης τοῦ Σωκράτους τῷ Σωκράτει τὸν Σωκράτη ὦ Σώκρατες |
Ἡρακλῆς Ἡρακλέους Ἡρακλεῖ Ἡρακλέα Ἡράκλεις |
οἱ Σωκράται τῶν Σωκρατῶν τοῖς Σωκράταις τοὺς Σωκράτας ὦ Σωκράται |
Ἡρακλεῖς Ἡρακλέων - Ἡρακλεῖς Ἡρακλεῖς |
Παρατηρήσεις
§ 97.
Τὰ ἀρσενικὰ σιγμόληκτα οὐσιαστικὰ εἰς -
ης
, γεν. -
ους
(ἤ -
ης,
γεν. -
έους
) εἶναι πάντα κύρια ὀνόματα (σύνθετα, μὲ δεύτερον συνθετικόν, ὡς ἐπὶ τὸ πολύ, ὄνομα σιγμόληκτον οὐδέτερον εἰς -
ος
ἢ ῥῆμα) :
1) σχηματίζονται ἀπὸ δύο θέματα, ἀπὸ ἰσχυρὸν θέμα εἰς - ησ εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν καὶ ἀπὸ ἀσθενὲς θέμα εἰς - εσ εἰς πάσας τὰς ἄλλας πτώσεις. Τούτου ὁ χαρακτὴρ σ μεταξὺ δύο φωνηέντων ἀποβάλλεται καὶ τὰ συναντώμενα φωνήεντα συναιροῦνται, ὅπως εἰς τὰ σιγμόληκτα οὐδέτερα εἰς - ος (§ 95, 2)·
2) εἰς τὴν ἑνικὴν κλητικὴν ἀναβιβάζουν τὸν τόνον :
3) ὁσάκις λαμβάνονται εἰς πληθυντικὸν ἀριθμόν, σχηματίζονται εἰς τὸν ἀριθμὸν τοῦτον τὰ μὲν εἰς - ης , γεν. - ους συνήθως κατὰ τὴν πρώτην κλίσιν, τὰ δὲ εἰς - ῆς , γεν. - έους (ἤτοι τὰ εἰς -κλῆς) κατὰ τὴν τρίτην˙
4) ὅσα λήγουν εἰς -
κλῆς
συναιροῦν τὸ
ε
τῆς συλλαβῆς -
κλε
, ὅπου μετ’ αὐτὸ ἀκολουθεῖ
η
ἢ
ε
ἢ
ει
: (Θεμιστοκλέης)
§ 98. δ΄. Θηλυκὰ ἀκατάληκτα εἰς -ώς, γεν. -οῦς, διπλὸθεμα
Ἑνικὸς |
ὀν. γεν. δοτ. αἰτ. κλητ. |
(θ. αἰδωσ-, αἰδοσ-) ἡ αἰδὼς τῆς αἰδοῦς (ἐκ τοῦ αἰδόσ-ος) τῇ αἰδοῖ (ἐκ τοῦ αἰδόσ-ι) τὴν αἰδῶ (ἐκ τοῦ αἰδόσ-α) ὧ αἰδὼς |
(θ. ᾽Ηωσ-, ᾽Ηοσ-) ἡ Ἠὼς τῆς Ἠοῦς τῇ Ἠοῖ τὴν Ἠῶ ὦ Ἠὼς (πρβλ. § 77). |
Γενικαὶ παρατηρήσεις εἰς τὰ τριτόκλιτα ὀνόματα
§ 99. Αἱ καταλήξεις τῶν τριτοκλίτων ὀνομάτων:
1) τῶν ἀρσενικῶν καὶ τῶν θηλυκῶν εἶναι αἱ ἴδιαι˙
2) τῶν οὐδετέρων διαφέρουν ἀπὸ τὰς καταλήξεις τῶν ἀρσενικῶν καὶ τῶν θηλυκῶν μόνον εἰς τὴν ὀνομαστικήν, τὴν αἰτιατικὴν καὶ τὴν κλητικὴν˙ (βλ. § 55, § 56, § 63, 2).
§ 100.
Τῶν καταλήξεων τῆς τρίτης κλίσεως
-ι, -σι, -α
καὶ -
ας
τὸ δίχρονον
ι
καὶ
α
εἶναι βραχύ :
§ 101.
Τὰ μονοσύλλαβα τριτόκλιτα ὀνόματα εἰς τὴν γενικὴν καὶ τὴν δοτικὴν
παντὸς ἀριθμοῦ τονίζονται ἐπὶ τῆς καταλήξεως (παρὰ τὸν κανόνα, § 16, 8)
:
§ 102. Περισπῶνται παρὰ τὸν κανόνα, ἂν καὶ δὲν προέρχονται ἐκ συναιρέσεως (§ 16, 6)
1) ἡ ἑνικὴ ὀνομαστικὴ καὶ κλητικὴ τοῦ ὀνόματος ἡ γλαῦξ ·
2) ἡ ἑνικὴ κλητικὴ τῶν εἰς -
εύς
:
3) ἡ ἑνικὴ ὀνομαστική, αἰτιατικὴ καὶ κλητικὴ τῶν ὀνομάτων τὸ πῦρ καὶ τὸ οὗς (βλ. § 16, 9).
4. Ὁ δυϊκὸς ἀριθμὸς τῶν ὀνομάτων
§ 103. Ὁ δυϊκὸς ἀριθμὸς τῶν ὀνομάτων πάσης κλίσεως ἔχει δύο μόνον τύπους, ἤτοι ἕνα διὰ τὴν ὀνομαστικήν, τὴν αἰτιατικὴν καὶ τὴν κλητικήν, καὶ ἄλλον διὰ τὴν γενικὴν καὶ δοτικήν. Αἱ δὲ καταλήξεις τοῦ δυϊκοῦ τῶν ὀνομάτων εἶναι :
1) τῆς α΄ κλίσεως ὀνομ., αἰτ. καὶ κλητ. - α , γεν. καὶ δοτ. - αιν .
2) τῆς β΄ κλίσεως ὀνομ., αἰτ. καὶ κλητ. - ω , γεν. καὶ δοτ. - οιν .
3) τῆς γ΄ κλίσεως ὀνομ., αἰτ. καὶ κλητ. - ε , γεν. καὶ δοτ. - οιν .
α΄)
β΄)
γ΄)
5. Ἀνώμαλα οὐσιαστικά
§ 104
. Πολλὰ οὐσιαστικὰ ὀνόματα δὲ σχηματίζονται καὶ δὲν κλίνονται
Ἐκ τῶν ἀνωμάλων οὐσιαστικῶν λέγονται :
1)
2)
3)
α΄)
ὁ πρεσβευτής
,
β΄)
τὸ πῦρ
,
γ΄)
ἡ γυνὴ
(κατὰ στὴν α΄ κλίσιν),
δ΄)
ὁ Θαλῆς
(= Θαλέης),
ε΄)
ὁ Ἄρης
,
ς΄)
ὁ ἀμνός
,
ζ΄)
ὁ υἱός
,
η΄)
ὁ ὄνειρος
, τοῦ ὀνείρου κλπ. (κατὰ τὴν β΄ κλίσιν) -
θ΄)
ὁ Οἰδίπους
,
ι΄)
ὁ χρώς
,
4)
α΄)
ὁ κύων
,
β΄)
ὁ μάρτυς
,
γ΄)
ὁ σής
,
δ΄)
ἡ κλείς
,
ε΄)
ἡ ναῦς
,
ς΄)
ἡ χείρ
,
ζ΄)
τὸ γόνυ
,
η΄)
τὸ δόρυ
,
θ΄)
τὸ ἦπαρ
,
ι΄)
τὸ ὕδωρ,
ια΄)
τὸ οὗς
,
ιβ΄)
ὁ Ἀπόλλων
,
ιγ΄)
ὁ Ποσειδῶν
(
ιδ΄)
ὁ Ζεύς
,
ιε΄)
ἡ Πνύξ
,
5)
α΄) μερικὰ προσηγορικὰ ὀνόματα εἰς -
ᾶς
, ὡς
β΄) πολλὰ κύρια ὀνόματα συντετμημένα, ἰδίᾳ δὲ ξενικά· οἷον ὁ
Ἀλεξᾶς
(ἐκ τοῦ Ἀλέξανδρος),
ὁ
Φιλῆς
(ἐκ τοῦ Φιλήμων),
ὁ
Διονῦς
(ἐκ τοῦ Διονύσιος),
ὁ
Ἰησοῦς
,
ὁ
Νεκῶς
,
6)
α΄) ἡ λέξις
τὸ χρεὼν
(= ἡ ἀνάγκη),
β΄) πολλὰ ὀνόματα προσώπων ἢ πραγμάτων, εἰλημμένα, ὁπωσδήποτε ἀμετάβλητα, ἐκ ξένων γλωσσῶν, οἶον
ὁ Αδὰμ
(
7)
α΄) ἐλλειπτικὰ κατ’ ἀριθμὸν εἶναι :
1) τὰ κύρια ὀνόματα· ταῦτα κανονικῶς ἀπαντῶσιν ἦ εἰς μόνον τὸν ἑνικὸν ἢ εἰς μόνον τὸν πληθυντικὸν ἀριθμόν :
2) τὰ ὀνόματα τῶν μετάλλων ἢ φυσικῶν σωμάτων ἢ φαινομένων :
β΄) ἐλλειπτικὰ κατὰ πτῶσιν (ἢ ἅμα καὶ κατ’ ἀριθμὸν),εἶνα :
1) αἱ λέξεις τὸ ὄφελος , τὸ ὄναρ , τὸ ὕπαρ (= ὀπτασία ἐν ἐγρηγόρσει), εὔχρηστοι μόνον κατ’ ὀνομαστικὴν καὶ αἰτιατικὴν τοῦ ἑνικοῦ (πρβλ. νῦν : τὸ σέβας - τὰ σέβη, τὰ ἄρματα = τὰ ὅπλα)·
2) ἡ λέξις μάλη , εὔχρηστος μόνον εἰς τὴν γενικὴν εἰς τὴν φράσιν ὑπὸ μάλης (= ὑπὸ τὴν μασχάλην)·
3) ἡ λέξις νέωτα , αἰτιατικῆς ἑνικοῦ, εὔχρηστος εἰς τὴν φράσιν ἐς νέωτα (= τοῦ χρόνου)·
4) αἱ λέξεις ὦ τᾶν (= ὦ φίλε) καὶ ὦ μέλε (= καλέ μου).
Αρχή ΚεφαλαίουΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ
1. ᾽Ορισμὸς. Γενικαὶ παρατηρήσεις
§ 105.
1) τὰ πλεῖστα ἔχουν τρία γένη, ἀρσενικόν, θηλυκὸν καὶ οὐδέτερον, καὶ ταῦτα λέγονται
2) πολλὰ ἔχουν δύο μόνον γένη, τὸ ἀρσενικὸν καὶ τὸ θηλυκόν, καὶ ταῦτα λέγονται
§ 107. ᾽Εκ τῶν τριγενῶν ἐπιθέτων :
1) ὅσα ἔχουν τρεῖς καταλήξεις, ἤτοι μίαν δι’ ἕκαστον γένος, λέγονται
2) ὅσα ἔχουν δύο καταλήξεις, ἤτοι μίαν διὰ τὸ ἀρσενικὸν καὶ τὸ θηλυκὸν καὶ μίαν διὰ τὸ οὐδέτερον, λέγονται
§ 108.
Τὰ διγενῆ ἐπίθετα εἶναι
§ 109.
1) Τῶν τρικαταλήκτων ἐπιθέτων τὸ θηλυκὸν κλίνεται πάντοτε κατὰ τὴν α΄
κλίσιν, τὸ δὲ ἀρσενικὸν καὶ τὸ οὐδέτερον ἄλλων μὲν κατὰ τὴν β΄ κλίσιν,
καὶ ταῦτα λέγονται
2) τὰ δικατάληκτα ἐπίθετα κλίνονται ἄλλα μὲν κατα τὴν β΄ κλίσιν, ἄλλα δὲ κατὰ τὴν γ΄ :
3) τὰ μονοκατάληκτα ἐπίθετα κλίνονται τὰ πλεῖστα κατὰ τὴν γ’ κλίσιν.
2. Κλίσις τῶν ἐπιθέτων
Α΄) Δευτερόκλιτα
1. Ἀσυναίρετα
§ 110. Παραδείγματα δευτεροκλίτων ἀσυναιρέτων ἐπιθέτων
῾Ενικὸς
(θ. καλο-, καλη-, καλο-) |
(θ, δικαιο-, δικαια-, δικαιο-) |
καλ- ὸς καλ- ὴ καλ- ὸν καλ- οῦ καλ- ῆς καλ- οῦ καλ- ῷ καλ- ῇ καλ- ῷ καλ- ὸν καλ- ὴν καλ- ὸν καλ- ὲ καλ- ὴ καλ- ὸν |
δίκαι- ος δικαί- α δίκαι- ον δικαί- ῳ δικαί- ᾳ δικαί- ῳ δικαί- ου δικαί- ας δικαί- ου δίκαι- ον δικαί- αν δίκαι- ον δίκαι- ε δικαί- α δίκαι- ον |
Πληθυντικὸς
καλ- οὶ καλ- αὶ καλ- ὰ καλ- ῶν καλ- ῶν καλ- ῶν καλ- οῖς καλ- αῖς καλ- οῖς καλ- οὺς καλ- ὰς καλ- ὰ καλ- οὶ καλ- αὶ καλ- ὰ |
δίκαι- οι δίκαι- αι δίκαι- α δικαί- ων δικαί- ων δικαί- ων δικαί- οις δικαί- αις δικαί- οις δικαί- ους δικαί- ας δίκαι- α δίκαι- οι δίκαι- αι δίκαι- α |
§ 111 . Τῶν τρικαταλήκτων εἰς - ος ἐπιθέτων τὸ θηλυκόν :
1) κανονικῶς λήγει εἰς -
η
:
ὅταν πρὸ τῆς καταλήξεως -
ος
τοῦ ἀρσενικοῦ ὑπάρχῃ φωνῆεν ἢ
ρ
, τότε τὸ θηλυκὸν λήγει εἰς
α
μακρὸν (§ 50,1) :
2) εἰς τὴν πληθυντικὴν ὀνομαστικὴν καὶ γενικὴν τονίζεται ὅπου καὶ ὅπως τὸ ἀρσενικὸν εἰς τὰς ἰδίας πτώσεις :
§ 112. ᾽Εκ τῶν εἰς - ος ἐπιθέτων δικατάληκτα εἶναι :
1) τὰ πλεῖστα ἐκ τῶν συνθέτων εἰς -
ος
: (ὁ, ἡ)
2) μερικὰ ἁπλᾶ, τὰ ὁποῖα λήγουν εἰς -
ειος
ἢ -
ιος
ἢ -
ιμος
: (ὁ, ἡ)
3) τὰ ἐπίθετα βάναυσος, βάρβαρος, ἥμερος, ἤρεμος, ἥσυχος, κίβδηλος, λάβρος, λάλος.
῾Ομοίως τὰ εἰς -
ικος
παρασύνθετα : (ἐξεταστὴς)
Μερικὰ δὲ ἁπλᾶ ἢ σύνθετα εἰς -
ος
εἶναι συγχρόνως τρικατάληκτα καὶ δικατάληκτα :
2. Συνῃρημένα
§ 113. Παραδείγματα δευτεροκλίτων συνῃρημένων ἐπιθέτων
῾Ενικὸς
|
|
|
|
χρυσοῖ χρυσαῖ χρυσᾶ χρυσῶν χρυσῶν χρυσῶν χρυσοῖς χρυσαῖς χρυσοῖς χρυσοῦς χρυσᾶς χρυσᾶ |
οἱ αἱ εὖνοι τὰ εὔνοα τῶν εὔνων τῶν εὔνων τοῖς ταῖς εὔνοις τοῖς εὔνοις τοὺς τὰς εὔνους τὰ εὔνοα |
(βλ. § 57 κ. ἑ.).
Παρατηρήσεις
§ 114. Τὰ τρικατάληκτα
συνῃρημένα εἰς -
οῦς
ἐπίθετα κανονικῶς σχηματίζουν τὸ θηλυκὸν εἰς -
ῆ
:
§ 115. Δικατάληκτα
συνῃρημένα εἰς -
ους
ἐπίθετα εἶναι σύνθετα ἐπίθετα μὲ δεύτερον συνθετικὸν τὰς λέξεις
νοῦς, πλοῦς, ροῦς, χροῦς
:
§ 116. Τῶν δικαταλήκτων συνῃρημένων εἰς - ους ἐπιθέτων
1) τὸ -
οα
τοῦ πληθυντικοῦ τοῦ οὐδετέρου μένει ἀσυναίρετον :
2) ἡ ἐκ συναιρέσεως προερχομένη κατάληξις -
οι
τῆς πληθυντικῆς ὀνομαστικῆς ὡς πρὸς τὸν τονισμὸν λαμβάνεται ὡς βραχεῖα :
3. Ἀττικόκλιτα
§ 117. Παραδείγματα ἀττικοκλίτων ἐπιθέτων
Ἑνικὸς | Πληθυντικὸς |
(θ. ἱλεω-)
ὁ ἡ ἵλεως τὸ ἵλεων τοῦ τῆς ἵλεω τοῦ ἵλεω τῷ τῇ ἵλεῳ τῷ ἵλεῳ τὸν τὴν ἵλεων τὸ ἵλεων ὦ ἵλεως ὦ ἵλεων |
οἱ αἱ ἵλεῳ τὰ ἵλεα τῶν ἵλεων τῶν ἵλεων τοῖς ταῖς ἵλεῳς τοῖς ἵλεῳς τοὺς τὰς ἵλεως τὰ ἵλεα ὦ ἵλεῳ ὦ ἵλεα |
Παρατηρήσεις
1) εἶναι δικατάληκτα :
2) εἰς τὴν πληθυντικὴν ὀνομαστικὴν, αἰτιατικὴν καὶ κλητικὴν τοῦ οὐδετέρου ἔχουν κατάληξιν οὐχὶ -ω , ἀλλὰ -α , ὅπως τὰ οὐδέτερα τῆς κοινῆς β΄ κλίσεως : τὰ ἔμπλεα (ὅπως π.χ. τὰ δίκαια).
Β΄) Τριτόκλιτα
1. Φωνηεντόληκτα. Τρικατάληκτα
§ 119. Παραδείγματα τρικαταλήκτων ἐπιθέτων
Ἐνικὸς
εὐθὺ- ς εὐθεῖα εὐθὺ εὐθέ- ος εὐθείας εὐθέ- ος εὐθεῖ εὐθείᾳ εὐθεῖ εὐθὺ- ν εὐθεῖαν εὐθὺ εὐθὺ εὐθεῖα εὐθὺ |
ἥμισυ- ς ἡμίσεια ἥμισυ ἡμίσε- ος ἡμισείας ἡμίσε- ος ἡμίσει ἡμισείᾳ ἡμίσει ἥμισυ- ν ἡμίσειαν ἥμισυ ἥμισυ ἡμίσεια ἥμισυ |
Πληθυντικὸς
εὐθεῖς εὐθεῖαι εὐθέ-α εὐθέ-ων εὐθειῶν εὐθέ-ων εὐθέ-σι εὐθείαις εὐθέ-σι εὐθεῖς εὐθείας εὐθέ-α εὐθεῖς εὐθεῖαι εὐθέ-α |
ἡμίσεις ἡμίσειαι ἡμίσε-α (καὶ ἡμίση) ἡμισέ-ων ἡμισειῶν ἡμισέ-ων ἡμίσε-σι ἡμισείαις ἡμίσε-σι ἡμίσεις ἡμισείας ἡμίσεα (καὶ ἡμίση) ἡμίσεις ἡμίσειαι ἡμίσεα (καὶ ἡμίση) |
§ 12Ο.
Τὰ εἰς -
υς
τρικατάληκτα ἐπίθετα τὰ πλεῖστα εἶναι ὀξύτονα : (
§ 121. Κατὰ τὴν γ΄ κλίσιν κλίνονται καὶ δικατάληκτα ἐπίθετα εἰς - υς (γεν. - υος ἢ - εος ) σύνθετα, μὲ δεύτερον συνθετικὸν ὄνομα φωνηεντόληκτον, τὸ ὁποῖον λήγει εἰς - υς (γεν. - υος ἢ - εως ), ὡς
ὁ ἡ εὔβοτρυ- ς τὸ ευβοτρυ τοῦ τῆς εὐβότου- ος τοῦ εὐβότρυ- ος τῷ τῆ εὐβότρυ- ϊ τῷ εὐβότρυ- ϊ τὸν τὴν εὔβοτρυ- ν τὸ εὔβοτρυ κλπ. κλπ. οἱ αἱ εὐβότρυ- ες τὰ εὐβότρυ- α τῶν εὐβοτρύ- ων τῶν εὐβοτρύ- ων κλπ. κλπ. |
δίπηχυ- ς δίπηχυ διπήχε- ος διπήχε- ος διπήχει διπήχει δίπηχυ- ν δίπηχυ κλπ. κλπ. διπήχεις διπήχε- α (καὶ διπήχη) διπηχέ- ων κλπ. |
2. Συμφωνόληκτα
῾Ενικὸς
(θ. ἁπαντ-) |
(θ. χαριεντ-, χαριετ-) |
ἅπας ἅπασα ἅπαν ἅπαντ- ος ἁπάσης ἅπαντ- ος ἅπαντ- ι ἁπάσῃ ἅπαντ- ι ἅπαντ- α ἅπασαν ἅπαν ἅπας ἅπασα ἅπαν |
χαρίεις χαρίεσσα χαρίεν χαρίεντ- ος χαριέσσης χαρίεντ- ς χαρίεντ- ι χαριέσσῃ χαρίεντ- ι χαρίεντ- α χαρίεσσαν χαρίεν χαρίεν χαρίεσσα χαρίεν |
ἅπαντ- ες ἅπασαι ἅπαντ- α ἁπάντ- ων ἁπασῶν ἁπάντ- ων ἅπα-σι ἁπάσαις ἅπα- σι ἅπαντ- ας ἁπάσας ἅπαντ- α ἅπαντ- ες ἅπασαι ἅπαντ- α |
χαρίεντ-ες χαρίεσσαι χαρίεντ-α χαριέντ-ων χαριεσσῶν χαριέντ-ων χαρίε-σι χαριέσσαις χαρίε-σι χαρίεντ-ας χαριέσσας χαρίεντ-α χαρίεντ-ες χαρίεσσαι χαρίεντ-α |
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
ἄκων ἄκουσα ἆκον ἄκοντ- ος ἀκούσης ἄκοντ- ος ἄκοντ- ι ἀκούσῃ ἄκοντ- ι ἄκοντ-α ἄκουσαν ἆκον ἆκον ἄκουσα ἆκον |
ἄκοντ- ες ἄκουσαι ἄκοντ- α ἀκόντ- ων ἀκουσῶν ἀκόντ- ων ἄκου- σι ἀκούσαις ἄκου- σι ἄκοντ- ας ἀκούσας ἄκοντ- α ἄκοντ- ες ἄκουσαι ἄκοντ- α |
(βλ. § 80 κ. ε.).
Κατὰ τὸ ἐπίθετον
χαρίεις
κλίνονται καὶ τὰ ἐπίθετα
ἀστερόεις
(
Κατὰ τὸ ἄκων κλίνεται καὶ τὸ ἐπίθετον ἐκών, ἐκοῦσα, ἐκὸν · (βλ. § 36, 4 καὶ § 81).
§ 123. Ἀφωνόληκτα τριτόκλιτα ἐπίθετα εἶναι προσέτι :
1) δικατάληκτα ἐπίθετα σύνθετα, μὲ δεύτερον συνθετικὸν ὄνομα οὐσιαστικὸν τριτόκλιτον ἀφωνόληκτον. Τὰ ἐπίθετα ταῦτα κλίνονται κατὰ τὸ πλεῖστον ὅπως καὶ τὸ δεύτερον συνθετικόν των, οἷον
2) μονοκατάληκτα ἐπίθετα ἁπλᾶ ἢ σύνθετα, οἷον
β΄) ᾽Ενρινόληκτα καὶ ὑγρόληκτα
῾Ενικὸς Πληθυντικὸς
(θ. μελαν-) |
μέλας μέλαινα μέλαν μέλαν- ος μελαίνης μέλαν- ος μέλαν- ι μελαίνῃ μέλαν- ι μέλαν- α μέλαιναν μέλαν μέλαν μέλαινα μέλαν |
μέλαν- ες μέλαιναι μέλαν- α μελάν- ων μελαινῶν μελάν- ων μέλα- σι μελαίναις μέλα- σι μέλαν- ας μελαίνας μέλαν- α μέλαν- ες μέλαιναι μέλαν- α |
Οὕτω κλίνεται καὶ τὸ ἐπίθετον
τάλας
(
§ 125. Τῶν τριτοκλίτων τρικαταλήκτων ἐπιθέτων τὸ θηλυκὸν
1) λήγει πάντοτε εἰς
α
βραχύ :
2) εἰς τὴν γενικὴν τοῦ πληθυντικοῦ τονίζεται πάντοτε ἐπὶ τῆς ληγούσης :
῾Ενικὸς
(θ. εὐδαιμων-, εὐδαιμον-) |
(θ. ἀρρεν-, ἀρρεν-) |
ὁ ἡ εὐδαίμων τὸ εὔδαιμον τοῦ τῆς εὐδαίμον-ος τοῦ εὐδαίμον-ος τῷ τῇ εὐδαίμον- ι τῷ εὐδαίμον-ι τὸν τὴν εὐδαίμον- α τὸ εὔδαιμον ὦ εὔδαιμον |
ὁ ἡ ἄρρην τὸ ἄρρεν τοῦ τῆς ἄρρεν- ος τοῦ ἄρρεν- ος τῷ τῇ ἄρρεν- ι τῷ ἄρρεν- ι τὸν τὴν ἄρρεν- α τὸ ἄρρεν ὦ ἄρρεν |
Πληθυντικὸς
οἱ αἱ εὐδαίμον- ες τὰ εὐδαίμον- α τῶν εὐδαιμόν- ων τοῖς ταῖς εὐδαίμο- σι τοῖς εὐδαίμο- σι τοὺς τὰς εὐδαίμον- ας τὰ εὐδαίμον- α ὦ εὐδαίμον- ες ὦ εὐδαίμον- α |
οἱ αἱ,ἄρρεν- ες τὰ ἄρρεν- α τῶν ἀρρέν- ων τοῖς ταῖς ἄρρε- σι τοῖς ἄρρε-σι τοὺς τὰς ἄρρεν- ας τὰ ἄρρεν- α ὦ ἄρρεν- ες ὦ ἄρρεν- α |
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
ὁ ἡ ἀπάτωρ τὸ ἀπάτορ τοῦ τῆς ἀπάτορ- ος τοῦ ἀπάτορ-ο τῷ τῆ ἀπάτορ- ι τῷ ἀπάτορ-ι τὸν τὴν ἀπάτορ- α τὸ ἀπάτορ ὦ ἀπάτορ* |
οἱ αἱ ἀπάτορ- ες τὰ ἀπάτορ-α τῶν ἀπατόρ- ων τοῖς ταῖς ἀπάτορ-σι τοῖς ἀπάτορ-σι τοὺς τὰς ἀπάτορ- ας τὰ ἀπάτορ- α ὦ ἀπάτορ- ες ὦ ἀπάτορ- α |
* «αἱ δὲ είς - ορ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς κλητικαὶ ἐν ταύτῃ τῇ συλλαβῇ φυλάττουσι τὸν τόνον, ἐν ᾖ συλλαβῇ ἔχει αὐτὸν ἡ εὐθεῖα ». ῾Ηρῳδιανός, Α, σελ. 419, 13 - 16.
§ 127. ᾽Ενρινόληκτα καὶ ὑγρόληκτα τριτόκλιτα ἐπίθετα εἶναι προσέτι μονοκατάληκτα ἐπίθετα ἁπλᾶ ἢ σύνθετα μὲ δεύτερον συνθετικὸν ὄνομα οὐσιαστικὸν τριτόκλιτον ἐνρινόληκτον ἢ ὑγρόληκτον, οἷον
§ 128 . Τὰ ἐνρινόληκτα καὶ ὑγρόληκτα τριτόκλιτα ἐπίθετα
1) τὴν ἑνικὴν κλητικὴν τὴν σχηματίζουν πάντα ὁμοίαν μὲ τὸ θέμα, καὶ ἂν εἶναι διπλόθεμα, ὁμοίαν μὲ τὸ ἀσθενὲς θέμα :
2) ἐκ τῶν συνθέτων εἰς -
ων
τὰ πλεῖστα ἀναβιβάζουν τὸν τόνον εἰς τὴν ἑνικὴν κλητικὴν τοῦ ἀρσενικοῦ
καὶ τοῦ θηλυκοῦ καὶ εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν (αἰτιατικὴν καὶ
κλητικὴν) τοῦ οὐδετέρου : (ὁ, ἡ εὐγνώμων)
γ΄) Σιγμόληκτα
§ 129
. Τὰ σιγμόληκτα τριτόκλιτα ἐπίθετα εἶναι πάντα δικατάληκτα, διπλόθεμα, εἰς
-ης
τὸ ἀρσενικὸν καὶ θηλυκὸν καὶ εἰς
-ες
τὸ οὐδέτερον, σύνθετα δὲ τὰ πλεῖστα, μὲ δεύτερον συνθετικὸν ὄνομα οὐδέτερον σιγμόληκτον είς
-ος
ἢ ῥῆμα :
Παραδείγματα
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
(θ. ἐπιμελησ-, ἐπιμελεσ-) |
ὁ ἡ ἐπιμελὴς τὸ ἐπιμελὲς τοῦ τῆς ἐπιμελοῦς τοῦ ἐπιμελοῦς τῷ τῇ ἐπιμελεῖ τῷ ἐπιμελεῖ τὸν τὴν ἐπιμελῆ τὸ ἐπιμελὲς ὦ ἐπιμελὲς |
οἱ αἱ ἐπιμελεῖς τὰ ἐπιμελῆ τῶν ἐπιμελῶν τοῖς ταῖς ἐπιμελέσι τοῖς ἐπιμελέσι τοὺς τὰς ἐπιμελεῖς τὰ ἐπιμελῆ ὦ ἐπιμελεῖς ὦ ἐπιμελῆ |
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
(θ. εὐηθησ- , εὐηθεσ-) |
ὁ ἡ εὐήθης τὸ εὔηθες τοῦ τῆς εὐήθους τοῦ εὐήθους τῷ τῇ εὐήθει τῷ εὐήθει τὸν τὴν εὐήθη τὸ εὔηθες ὦ εὔηθες |
οἱ αἱ εὐήθεις τὰ εὐήθη τῶν εὐήθων τοῖς ταῖς εὐήθεσι τοῖς εὐήθεσι τοὺς τὰς εὐήθεις τὰ εὐήθη ὦ εὐήθεις ὦ εὐήθη |
Παρατηρήσεις
§ 130. Τὰ εἰς -ης, -ες σιγμόληκτα τριτόκλητα ἐπίθετα
1) ἀπὸ τὸ ἰσχυρὸν θέμα σχηματίζουν μόνον τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν τοῦ ἀρσενικοῦ καὶ τοῦ θηλυκοῦ γένους·
2) τοῦ ἀρσενικοῦ καὶ τοῦ θηλυκοῦ γένους τὴν μὲν ἑνικὴν κλητικὴν
σχηματίζουν ὁμοίαν μὲ τὸ ἀσθενὲς θέμα, τὴν δὲ πληθυντικὴν αἰτιατικὴν
ὁμοίαν μὲ τὴν πληθυντικὴν ὀνομαστικήν :
3) τὰ βαρύτονα εἰς τὴν ἑνικὴν κλητικὴν τοῦ ἀρσενικοῦ καὶ τοῦ θηλυκοῦ
καὶ εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν (αἰτιατικὴν καὶ κλητικὴν) τοῦ οὐδετέρου
ἀναβιβάζουν τὸν τόνον, εἰς δὲ τὴν πληθυντικὴν γενικὴν παντὸς γένους
τονίζονται εἰς τὴν παραλήγουσαν παρὰ τὸν κανόνα :
3. Ἀνώμαλα ἐπίθετα
§ 131. Συνήθη ἀνώμαλα ἐπίθετα τῆς ἀρχαίας γλώσσης εἶναι πέντ :
μέγας, πολύς, πρᾶος, σῶος ἢ σῶς καὶ φροῦδος.
Ἑνικὸς | Πληθυντικὸς |
(θ. μεγα- καὶ μεγαλο-) |
μέγας μεγάλη μέγα μεγάλο μεγάλης μεγάλου μεγάλῳ μεγάλῃ μεγάλῳ μέγα-ν μεγάλην μέγα ὦ μέγα ἢ μεγάλε μεγάλη μέγα |
μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα μεγάλων μεγάλων μεγάλων μεγάλοις μεγάλαις μεγάλοις μεγάλους μεγάλας μεγάλα μεγάλοι μεγάλαι μεγάλα |
(θ. πολυ- καὶ πολλο-) |
πολὺς πολλὴ πολὺ πολλοῦ πολλῆς πολλοῦ πολλῷ πολλῆ πολλῷ πολὺ-ν πολλὴν πολὺ πολὺ πολλῆ πολὺ |
πολλοὶ πολλαὶ πολλὰ πολλῶν πολλῶν πολλῶν πολλοῖς πολλαῖς πολλοῖς πολλοὺς πολλὰς πολλὰ πολλοὶ πολλαὶ πολλὰ |
(θ. πραο- καὶ πραε-) |
πρᾶος πραεῖα πρᾶον πράου πραείας πράου πράῳ πραείᾳ πράῳ πρᾶον πραεῖαν πρᾶον κτλ. |
πρᾶοι πραεῖαι πραέα πραέων πραειῶν πραέων πραέσι πραείαις πραέσι πράους πραείας πραέα κτλ. |
ὁ σῶς ἡ σῶς τὸ σῶν οἱ σῷ αἱ σῷ τὰ σᾶ
τὸν σῶν τὴν σῶν τὸ σῶν τοὺς σῶς τὰς σῶς τὰ σᾶ
Οἱ ἄλλοι τύποι ἀναπληροῦνται ὑπὸ τοῦ ὁμαλοῦ σῶος, σώα, σῶον.
Τὸ δὲ φροῦδος , φρούδη (καὶ φροῦδος ), φροῦδον εἶναι ἐλλειπτικὸν καὶ εὑρίσκεται μόνον εἰς τὴν ὀνομαστικὴν τοῦ ἑνικοῦ καὶ τοῦ πληθυντικοῦ.
Παράρτημα
Κλίσις τῶν μετοχῶν
§ 132 . Πᾶσαι αἱ μετοχαὶ εἶναι τρικατάληκτοι καὶ (ὅπως τῶν τρικαταλήκτων ἐπιθέτων) τὸ μὲν θηλυκόν των κλίνεται πάντοτε κατὰ τὴν πρώτην κλίσιν, τὸ δὲ ἀρσενικὸν καὶ τὸ οὐδέτερον ἄλλων μὲν κατὰ τὴν δευτέραν κλίσιν, ἄλλων δὲ κατὰ τὴν τρίτην (πρβλ. <§ 109, 1).
§ 133.
Αἱ δευτερόκλιτοι μετοχαὶ λήγουν πᾶσαι εἰς
-μένος, -μένη
,
-μένον
:
§ 134 . Αἱ τριτόκλιτοι μετοχαὶ λήγουν
1) εἰς
-ᾶς, ᾶσᾰ, -ἄν
:
2) εἰς
-είς, -εῖσα, -έν
:
3) εἰς
-ούς, -οῦσα, -όν
:
4) εἰς
-ύς, -ῦσα, -ύν
:
5) εἰς
-ων, -οῦσα, -ον
(ἢ
-ῶν, -ῶσα, -ῶν
ἢ
-ῶν, -οῦσα, -οῦν
) :
6) εἰς -ώς, -υῖα, -ός : λελυκώς, λελυκυῖα, λελυκός.
(θ. λελυκωσ-, λελυκοτ-) (θ. λελυκυσ-) (θ. λελυκοσ-, λελυκοτ-)
λελυκὼς λελυκυῖα λελυκὸς
λελυκότ- ος λελυκυίας λελυκότ- ος
λελυκότ- ι λελυκυίᾳ λελυκότ- ι
λελυκότ- α λελυκυῖαν λελυκὸς
ὦ λελυκὼς ὦ λελυκυῖα ὦ λελυκὸς
λελυκότ- ες λελυκυῖαι λελυκότ- α
λελυκότ- ων λελυκυιῶν λελυκότ- ων
λελυκό- σι λελυκυίαις λελυκό- σι
κτλ. κτλ. κτλ.
7) εἰς
-ώς, -ῶσα, ώς
:
§ 135.
῾Η ἑνικὴ κλητικὴ τοῦ ἀρσενικοῦ (ὅπως καὶ τοῦ θηλυκοῦ καὶ τοῦ οὐδετέρου)
τῶν τριτοκλίτων μετοχῶν εἶναι πάντοτε ὁμοία μὲ τὴν ὀνομαστικήν :
4. Παραθετικά
§ 136.
῾Η ἰδιότης ἢ ποιότης, τὴν ὁποίαν δηλοῖ ἕν ἐπίθετον, δυναται νὰ ὑπάρχη
εἰς περισσότερα τοῦ ἑνὸς ὄντα, ἀλλ’ εἰς διάφορον βαθμόν : λευκὸς
1) ῞Οταν τὸ ἐπίθετον δηλοῖ, ὅτι ἕν οὐσιαστικὸν ἔχει ἁπλῶς τὴν
δηλουμένην ὑπ’ αὐτοῦ ποιότητα ἢ ἰδιότητα, λέγεται ἐπίθετον θετικοῦ
βαθμοῦ
ἢ
θετικόν :
ὁ
ὑψηλὸς
2) ὅταν τὸ ἐπίθετον δηλοῖ, ὅτι ἕν οὐσιαστικὸν ἔχει τὴν δηλουμένην ὑπ’ αὐτοῦ ποιότητα ἢ ἰδιότητα εἰς ἀνώτερον βαθμὸν
ἐν συγκρίσει
πρὸς
ἕν
ἄλλο οὐσιαστικὸν ὁμοειδὲς ἢ ἐτεροειδὲς ἢ
ἐν
συγκρίσει
πρὸς
πολλὰ
ἄλλα, ὡς ἕν τι λαμβανόμενα, λέγεται ἐπίθετον
συγκριτικοῦ
βαθμοῦ
ἢ
συγκριτικόν
:
3) ὅταν τὸ ἐπίθετον δηλοῖ ὅτι ἕν οὐσιαστικὸν ἔχει τὴν δηλουμένην ὑπ’ αὐτοῦ ποιότητα ἢ ἰδιότητα εἰς ἀνώτατον βαθμὸν
καθ’
ἑαυτὸ
ἢ
ἐν συγκρίσει πρὸς πάντα τὰ ἄλλα
ὁμοειδῆ
ὄντα,
λέγεται
ἐπίθετον
ὑπερθετικοῦ βαθμοῦ
ἢ
ὑπερθετικόν
: ὁ
ὑψηλότατος
§ 137. Τὸ συγκριτικὸν καὶ τὸ ὑπερθετικὸν ἑνὸς ἐπιθέτου ὁμοῦ λέγονται μὲ ἕν ὄνομα παραθετικὰ τοῦ ἐπιθέτου· διακρίνονται δὲ ταῦτα ἀπὸ τοῦ θετικοῦ διὰ τῆς καταλήξεως αὐτῶν.
Συνήθεις καταλήξεις τῶν παραθετικῶν καὶ εἰς τὴν ἀρχαίαν γλῶσσαν εἶναι -τερος, (-τέρα, -τερον) διὰ τὸ συγκριτικὸν καὶ -τατος, (-τάτη, -τατον ) διὰ τὸ ὑπερθετικόν.
α’) Ὁμαλὰ παραθετικὰ
§ 138. Τὰ παραθετικὰ παντὸς ἐπιθέτου κανονικῶς σχηματίζονται ἐκ τοῦ θετικοῦ, ἀφοῦ εἰς τὸ θέμα αὐτοῦ (τοῦ ἀρσενικοῦ γένους) προστεθοῦν αἱ παραθετικαὶ καταλήξεις, οἷον :
§ 139. Τοῦ θέματος τῶν δευτεροκλίτων ἐπιθέτων ὁ χαρακτὴρ ο , ἐὰν ἡ πρὸ αὐτοῦ συλλαβὴ εἶναι βραχεῖα, μετὰ τὴν προσθήκην τῶν παραθετικῶν καταλήξεων ἐκτείνεται εἰς ω (§ 32, 6) :
νέος (θ. νεο-) σοφὸς (θ. σοφο-) ἱκανὸς (θ. ἱκᾰνο-) ἥσυχος (θ. ἡσῠχο-) τίμιος (θ. τιμῐο-) Ἀλλὰ ἀνιᾶρὸς ἰσχῡρὸς λῑτὸς ἔντῑμος ἀκίνδῦνος εὔθῡμος ἄλῡπος ἐλαφρὸς σεμνὸς ἕνδοξος |
νεώ- τερος σοφώ- τερος ἱκανώ- τερος ἡσυχώ- τερος τιμιώ- τερος ἀνιαρό- τερος ἰσχυρό- τερος λιτό- τερος ἐντιμό- τερος ἀκινδυνό- τερος εὐθυμό- τερος ἀλυπό- τερος ἐλαφρό- τερος σεμνό- τερος ἐνδοξό- τερ ος |
νεώ- τατος* σοφώ- τατος ἱκανώ- τατος ἡσυχώ- τατος τιμιώ- τατος ἀνιαρό- τατος ἰσχυρό- τατος λιτό- τατος ἐντιμό- τατος ἀκινδυνό- τατος εὐθυμό- τατος ἀλυπό- τατος ἐλαφρό- τατος σεμνό- τατος ἐνδοξό- τατος |
(βλ. § 11, 2).
§ 140.
Πολλῶν ἐπιθέτων τῆς ἀρχαίας γλώσσης τὰ παραθετικὰ σχηματίζονται οὐχὶ
κανονικῶς διὰ τῆς προσθήκης μόνον τῶν παραθετικῶν καταλήξεων -τερος
καὶ -
τατος
εἰς τὸ θέμα αὐτῶν, ἀλλὰ κατ᾽ ἀναλογίαν πρὸς τὰ παραθετικὰ ἄλλων ἐπιθέτων (πρβλ. νῦν :
1) τὰ παοαθετικὰ τῶν εἰς -ων, -ον, γεν. -ονος τριτοκλίτων ἐπιθέτων καὶ τῶν ἐπιθέτων ἄσμενος (= εὐχαριστημένος), ἐρρωμένος (= δυνατὸς) καὶ πένης (= πτωχὸς) σχηματίζονται εἰς - έστερος - έστατος (κατὰ τὰ παραθετικὰ τῶν εἰς -ης, -ες σιγμολήκτων) :
εὐδαίμων (θ. εὐδαιμον-) εὐδαιμον-έσ- τερος εὐδαιμον-έσ - τατος
ἄσμενος (θ. ἀσμενο-) ἀσμεν-έσ- τερος ἀσμεν-έσ- τατος
ἐρρωμένος (θ. ἐρρωμενο-) ἐρρωμεν-έσ- τερος ἐρρωμεν-έσ- τατος
πένης (θ. πενητ-) πεν-έσ- τερος πεν-έσ- τατος
* Τὰ ἐπίθετα κενὸς καὶ στενὸς ἀρχῆθεν ἦσαν κεινός, στεινὸς καὶ δι’ αὐτὸ τὰ ἀρχικὰ παραθετικά των εἶναι κενότερος, στενότερος κτλ.
῾Ομοίως σχηματίζονται τὰ παραθετικὰ τοῦ ἐπιθέτου ἁπλοῦς καὶ τῶν ἐπιθέτων τῶν συνθέτων μὲ δεύτερον συνθετικὸν τὸ ὄνομα νοῦς :
(ἐκ τοῦ ἁπλο-έσ-τερος ἁπλο-έσ-τατος)
(ἐκ τοῦ εὐνο-έσ- τερος εὐνο-έσ-τατος)·
2) τὰ παραθετικὰ τοῦ ἐπιθέτου
παλαιὸς
σχηματίζονται οὐχὶ μὲ τὸ θέμα αὐτοῦ
Κατὰ ταῦτα δὲ κατόπιν ἐσχηματίσθησαν τὰ παραθετικὰ τῶν ἐπιθέτων
3) τὰ παραθετικὰ τῶν μονοκαταλήκτων ἐπιθέτων ἅρπαξ, βλάξ, λάλος (= φλύαρος), κλέπτης καὶ πλεονέκτης σχηματίζονται εἰς -ίστερος, -ἱστατος (κατὰ τὰ παραθετικὰ τοῦ ἐπιθέτου ἄχαρις - ἀχαρίσ- τερος, ἀχαρίσ-τατος) :
Σημείωσις. Τοῦ ἐπιθέτου φίλος τὰ παραθετικὰ εἶναι καὶ φίλ- τερος καὶ μᾶλλον φίλος - φίλ- τατος καὶ μάλιστα φίλος.
β΄) Ἀνώμαλα παραθετικὰ
§ 141. Μερικῶν ἐπιθέτων τῆς ἀρχαίας γλώσσης τὰ παραθετικὰ ἔχουν καταλήξεις οὐχὶ -τερος, -τατος , ἀλλὰ -ίων, -ιον εἰς τὸ συγκριτικὸν καὶ -ιστος, -ίστη, -ιστον εἰς τὸ ὑπερθετικόν.
Οὕτω μὲ διαφόρους φθογγικὰς παθήσεις καὶ ἀνωμαλίας σχηματίζονται τὰ παραθετικὰ τῶν ἑξῆς ἐπιθέτων :
(πρβλ. κράτος)
§ 142. Τὰ εἰς - ίων (- ων ), - ιον (- ον ) συγκριτικὰ κλίνονται κατὰ τὸ ἑξῆς παράδειγμα :
῾Ενικὸς |
(θ. ἀμεινων-, ἄμεινον- καὶ ἀμεινοσ-) |
ὁ, ἡ ἀμείνων τοῦ, τῆς ἀμείνον- ος τῷ, τῇ ἀμείνον- ι τόν, τὴν ἀμείνον- α ἢ ἀμείνω ὦ ἄμεινον |
τὸ ἄμεινον τοῦ ἀμείνον- ος τῷ ἀμείνον- ι τὸ ἄμεινον ὦ ἄμεινον |
Πληθυντικὸς |
οἱ, αἱ ἀμείνον- ες ἢ ἀμείνους τῶν ἀμεινόν- ων τοῖς, ταῖς ἀμείνο- σι τούς, τὰς ἀμείνον- ας ἢ ἀμείνους ὦ ἀμείνον- ες ἢ ἀμείνους |
τὰ ἀμείνον- α ἤ ἀμείνω τῶν ἀμεινόν- ων τοῖς ἀμείνο- σι τὰ ἀμείνον- α ἤ ἀμείνω ὦ ἀμείνον- α ἢ ἀμείνω |
(πρβλ. § 126, εὐδαίμων).
γ΄) Παραθετικὰ περιφραστικὰ καὶ ἐλλειπτικὰ
§ 143. Παραθετικὰ ἐπιθέτων σχηματίζονται εἰς τὴν ἀρχαίαν γλῶσσαν καὶ διὰ περιφράσεως, ἤτοι τὸ μὲν συγκριτικὸν μὲ τὸ ἐπίρρημα μᾶλλον καὶ τὸ θετικὸν τοῦ ἐπιθέτου, τὸ δὲ ὑπερθετικὸν μὲ τὸ ἐπίρρημα μάλιστα καὶ τὸ θετικὸν τοῦ ἐπιθέτου : σοφὸς - μᾶλλον σοφὸς - μάλιστα σοφὸς (πρβλ. νῦν : πιὸ σοφός, πάρα πολὺ σοφὸς) (βλ. καὶ §140, 3, Σημ.).
Περιφραστικῶς σχηματίζουν τὰ παραθετικὰ
1) κανονικῶς αἱ μετοχαί :
2) συνήθως μονοκατάληκτα ἐπίθετα :
§ 144. Πολλὰ ἐπίθετα, ἐπειδὴ δηλοῦν ποιότητα τἢ ἰδιότητα, ἡ ὁποία δὲ δύναται νὰ παρουσιάση διαφόρους βαθμούς, δὲν ἔχουν παραθετικά. Τοιαῦτα ἐπίθετα ἄνευ παραθετικῶν εἶναι ὅσα δηλοῦν
1) ὕλην :
2) καταγωγὴν ἢ συγγένειαν :
3) τόπον ἢ χρόνον :
4) μέτρον :
᾽Επίσης πολλὰ σύνθετα μὲ πρῶτον συνθετικὸν τὸ ἐπίθετον
πᾶς
ἢ τὸ στερητικὸν
ἀ
- :
§ 145. Μερικῶν ἐπιθέτων ἐλλείπει τὸ θετικὸν ἢ ἐκτὸς τοῦ θετικοῦ ἐλλείπει καὶ τὸ ἔτερον τῶν παραθετικῶν. Τοῦτο συμβαίνει πρὸ πάντων εἰς ἐπίθετα, τὰ ὁποῖα παράγονται ἀπὸ ἐπιρρήματα ἢ προθέσεις :
(ἄνω) ἀνώ- τερος ἀνώ- τατος
(κάτω) κατώ- τερος κατώ- τατος
(πρὸ) πρό- τερος (πρῶτος)
(ὑπὲρ) ὑπέρ- τερος ὑπέρ- τατος
ὕστερος ὕστατος
(ἐπικρατῶν) ἐπικρατέστερος
(προτιμώμενος) προτιμό- τερος
- ὕπατος
- - ἔσχατος
δ΄) Παραθετικὰ ἐπιρρήματα
§ 146. Παραθετικὰ σχηματίζουν καὶ πλεῖστα ἐπιρρήματα, πρὸ πάντων ὅσα παράγονται ἀπὸ ἐπίθετα, καθὼς καὶ ὅσα ἔχουν τοπικὴν ἢ χρονικὴν σημασίαν.
1) Τῶν ἐπιρρημάτων, τὰ ὁποῖα παράγονται ἐξ ἐπιθέτων, παραθετικὸν συγκριτικοῦ μὲν βαθμοῦ εἶναι ἡ ἑνικὴ αἰτιατικὴ τοῦ οὐδετέρου τοῦ συγκριτικοῦ τοῦ ἐπιθέτου, ὑπερθετικοῦ δὲ βαθμοῦ ἡ πληθυντικὴ αἰτιατικὴ τοῦ οὐδετέρου τοῦ ὑπερθετικοῦ αὐτοῦ :
(δίκαιος)
(σαφὴς)
(ἡδὺς)
Οὕτω καὶ
(ἀγαθὸς)
(πολὺς)
2) Τῶν τοπικῶν ἐπιρρημάτων τὰ παραθετικὰ σχηματίζονται συνήθως μὲ τὰς καταλήξεις -τέρω, -τάτω , τῶν δὲ χρονικῶν μὲ τὰς καταλήξεις -τερον, -τατα :
ἄνω |
- ἀνωτέρω |
ἀνωτάτω |
κάτω |
- κατωτέρω |
κατωτάτω |
πέρα |
- περαιτέρω |
- |
ἐγγὺς |
- ἐγγυτέρω |
ἐγγυτάτω καὶ |
- ἐγγύτερον |
ἐγγύτατα |
|
πόρρω |
- πορρωτερω |
πορρωτάτω |
πρωὶ ἢ πρῲ |
-πρωιαίτερον |
πρωιαίτατα καὶ |
πρῳαίτερον |
πρῳαίτατα |
(πρβλ. § 140, 2).
Αρχή ΚεφαλαίουΑΝΤΩΝΥΜΙΑΙ
§ 147
.
Αἱ ἀντωνυμίαι εἶναι ἐννέα εἰδῶν : προσωπικαί, δεικτικαί, ὁριστικὴ ἢ ἐπαναληπτική, κτητικαί, αὐτοπαθεῖς, ἀλληλοπαθεῖς, ἐρωτηματικαί, ἀόριστοι καὶ ἀναφορικαί.
α΄) Προσωπικαὶ ἀντωνυμίαι
§ 148.
Αἱ προσωπικαὶ ἀντωνυμίαι κλίνονται ὡς ἑξῆς :
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
α΄ προσ. |
β΄ προσ. |
γ΄ προσ. |
α΄ προσ. |
β΄ προσ. |
γ΄ προσ. |
ἐγὼ ἐμοῦ, μου ἐμοί, μοι ἐμἐ, με |
σὺ σοῦ, σου σοί, σοι σέ, σε |
- (οὗ) οἷ, οἱ (ἕ) |
ἡμεῖς ἡμῶν ἡμῖν ἡμᾶς |
ὑμεῖς ὑμῶν ὑμῖν ὑμᾶς |
(σφεῖς) (σφῶν) σφίσι (ν) (σφᾶς) |
(Δυϊκός : α΄ προσ.
῞Οταν πρὸς ἔμφασιν προστίθεται εἰς τοὺς τύπους τῶν προσωπικῶν ἀντωνυμιῶν τὸ (ἑγκλιτικὸν) μόριον
γέ
, τότε οἱ τύποι τοῦ ἑνικοῦ τῆς προσωπικῆς ἀντωνυμίας τοῦ α΄ προσώπου τονίζονται ὡς ἑξῆς :
β΄) Δεικτικαὶ ἀντωνυμίαι
§ 149.
Δεικτικαὶ ἀντωνυμίαι τῆς ἀρχαίας γλώσσης εἲναι αἱ ἑξῆς :
§ 150. ᾽Εκ τῶν δεικτικῶν ἀντωνυμιῶν
1) ἡ
ὅδε, ἥδε, τόδε
κλίνεται ὅπως ἀκριβῶς τὸ ἄρθρον μὲ τὸ (ἐγκλιτικὸν) δέ κατόπιν αὐτοῦ :
῾Ομοίως αἱ ἀντωνυμίαι
τοιόσδε, τοιάδε, τοιόνδε - τοσόσδε, τοσήδε, τοσόνδε
καὶ
τηλικόσδε, τηλικήδε, τηλικόνδε
κλίνονται μόνον κατὰ τὸ πρῶτον μέρος αὐτῶν (τοῖος, τοία, τοῖον - τόσος,
τόση, τόσον - τηλίκος, τηλίκη, τηλίκον) μὲ τὸ ἐγκλιτικὸν δέ
κατόπιν :
2) ἡ οὗτος, αὕτη, τοῦτο κλίνεται ὡς ἑξῆς :
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
ὀν. γεν. δοτ. αἰτ. κλητ. |
οὗτος αὕτη τοῦτο τούτου ταύτης τούτου τούτῳ ταύτῃ τούτῳ τοῦτον ταύτην τοῦτο ὦ οὗτος αὕτη |
οὗτοι αὗται ταῦτα τούτων τούτων τούτων τούτοις ταύταις τούτοις τούτους ταύτας ταῦτα - - - |
3) ἡ ἐκεῖνος, ἐκείνη, ἐκεῖνο κλίνεται ὡς δευτερόκλιτον τρικατάληκτον ἐπίθετον, ἀλλὰ χωρὶς ν εἰς τὴν ἑνικὴν ὀνομαστικὴν καὶ αἰτιατικὴν τοῦ οὐδετέρου (βλ. § 110, καλός)·
4) αἱ ἀντωνυμίαι
τοιοῦτος, τοσοῦτος
καὶ
τηλικοῦτος
(σύνθετοι ἐκ τῶν ἀρχαιοτέρων ἀντωνυμιῶν
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
τοιοῦτος τοιαύτη τοιοῦτο(ν) τοιούτου τοιαύτης τοιούτου τοιούτῳ τοιαύτῃ τοιούτῳ τοιοῦτον τοιαύτην τοιοῦτο(ν) |
τοιοῦτοι τοιαῦται τοιαῦτα τοιούτων τοιούτων τοιούτων τοιούτοις τοιαύταις τοιούτοις τοιούτους τοιαύτας τοιαῦτα |
Ἡ ἑνικὴ ὀνομαστικὴ καὶ αἰτιατικὴ τοῦ οὐδετέρου τῶν ἀντωνυμιῶν τούτων
Ὁ τόνος τότε πίπτει πάντοτε ἐπὶ τοῦ δεικτικοῦ -
ὶ
(τὸ ὁποῖον εἶναι μακρόν), ἐὰν δὲ πρὸ αὐτοῦ ὑπάρχη βραχὺ φωνῆεν, τοῦτο ἀποβάλλεται·
Τὸ δεικτικὸν -
ὶ
προσλαμβάνουν καὶ δεικτικὰ ἐπιρρήματα, ὡς
γ΄) ῾Οριστικὴ ἢ ἐπαναληπτικὴ
§ 151.
1) ῾Οριστικὴ εἶναι ἡ ἀντωνυμία
αὐτὸς
(κατὰ πᾶσαν πτῶσιν), ὅταν λαμβάνεται, ἵνα
2) ᾽Επαναληπτικὴ δὲ εἶναι ἡ ἀντωνυμία
αὐτὸς
(εἰς τὰς πλαγίας μόνον πτώσεις), ὅταν λαμβάνεται, ἵνα
§ 152. Ἡ ἀντωνυμία αὐτὸς (αὐτή, αὐτὸ)
1) κλίνεται ὅπως ἡ δεικτικὴ ἀντωνυμία ἐκεῖνος (ἐκείνη, ἐκεῖνο)
2) λαμβάνεται καὶ μετὰ τοῦ ἄρθρου (ὁ αὐτός, ἡ αὐτή, τὸ αὐτὁ) καὶ τότε σημαίνει ὁ ἴδιος (ὄχι διάφορος)
δ΄) Κτητικαὶ ἀντωνυμίαι
§ 153.
α΄ προσώπου, ἐπὶ ἑνὸς κτήτορος :
ἐμός
,
β΄ προσώπου, ἐπὶ ἑνὸς κτήτορος :
σός
,
α΄ προσώπου, ἐπὶ πολλῶν κτητόρων :
ἡμέτερος
,
β΄ προσώπου, ἐπὶ πολλῶν κτητόρων :
ὑμέτερος
,
ε΄) Αὐτοπαθεῖς ἀντωνυμίαι
§ 154.
Αἱ αὐτοπαθεῖς ἀντωνυμίαι ἔχουν μόνον τὰς πλαγίας πτώσεις, κλίνονται δὲ ὡς ἑξῆς :
Ἑνικὸς
Ἀρσ. |
Θηλ |
Ἀρσ |
Θηλ. |
|
γεν. Δοτ. Αἰτ. |
ἐμαυτοῦ ἐμαυτῷ ἐμαυτὸν |
ἐμαυτῆς ἐμαυτῇ ἐμαυτὴν |
σεαυτοῦ σεαυτῷ σεαυτὸν |
σεαυτῆς σεαυτῇ σεαυτὴν |
Ἀρσ |
Θηλ |
Ἀρσ |
Θηλ |
|
γεν. δοτ. αἰτ |
ἡμῶν αὐτῶν ἡμῖν αὐτοῖς ἡμᾶς αὐτοὺς |
ἡμῶν αὐτῶν ἡμῖν αὐταῖς ἡμᾶς αὐτὰς |
ἡμῶν αὐτῶν ἡμῖν αὐτοῖς ἡμᾶς αὐτοὺς |
ἡμῶν αὐτῶν ἡμῖν αὐταῖς ἡμᾶς αὐτὰς |
γ΄ προσώπου
῾Ενικὸς
Ἀρσ. |
Θηλ. |
Οὐδ. |
|
γεν. δοτ. αἰτ. |
ἑαυτοῦ ἑαυτῷ ἑαυτὸν |
ἑαυτῆς ἑαυτῇ ἑαυτὴν |
- - ἑαυτὸ |
Πληθυντικὸς
Ἀρσ. |
Θηλ. |
Οὐδ. |
|
γεν. δοτ. αἰτ. |
ἑαυτῶν ἢ σφῶν αὐτῶν ἑαυτοῖς ἢ σφίσιν αὐτοῖς ἑαυτοὺς ἢ σφᾶς αὐτοὺς |
ἑαυτῶν ἢ σφῶν αὐτῶν ἑαυταῖς ἢ σφίσιν αὐταῖς ἑαυτὰς ἢ σφᾶς αὐτὰς |
- - ἐαυτὰ |
ς΄) Ἡ ἀλληλοπαθὴς ἀντωνυμία
§ 155.
῾Η ἀλληλοπαθὴς ἀντωνυμία ἔχει μόνον τὰς πλαγίας πτώσεις τοῦ πληθυντικοῦ καὶ τοῦ δυϊκοῦ, κλίνεται δὲ ὡς ἑξῆς (πρβλ. § 110) :
Πληθυντικὸς | γεν. δοτ. αἰτ. | Ἀρσ. ἀλλήλων ἀλλήλοις ἀλλήλους | Θηλ. ἀλλήλων ἀλληλαις ἀλλήλας | Οὐδ. ἀλλήλων ἀλλήλοις ἄλληλα | Δυϊκὸς | ἀλλήλοιν ἀλλήλοιν ἀλλήλω |
ζ΄) ᾽Ερωτηματικαὶ ἀντωνυμίαι
§ 156.
᾽Ερωτηματικαὶ ἀντωνυμίαι τῆς ἀρχαίας γλώσσης εἶναι :
1)
2)
3)
4) ποῖος, ποία, ποῖον (= ποιᾶς λογῆς ;)
5)
6)
7)
8)
§ 157. ᾽Εκτὸς τῆς ἀντωνυμίας τίς, τί, αἱ λοιπαὶ ἐρωτηματικαὶ ἀντωνυμίαι εἶναι δευτερόκλιτοι τρικατάληκτοι (βλ. § 110).
῾Η ἐρωτηματικὴ ἀντωνυμία τίς, τί κλίνεται κατὰ τὴν γ΄ κλίσιν ὡς ἐξῆς :
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
Δυϊκὸς |
|
ὀν γεν. δοτ. αἰτ. | Ἀρσ. καὶ Θηλ. Οὐδ τὶς τί τίνος ἢ τοῦ τίνος ἢ τοῦ τίνι ἢ τῷ τίνι ἢ τῷ τίνα τί | Ἀρσ. καὶ Θηλ. Οὐδ τίνες τίνα τίνων τίνων τίσι (ν) τίσι (ν) τίνας τίνα | τίνε τίνοιν τίνοιν τίνε |
η΄) Ἀόριστοι ἀντωνυμίαι
§ 158.
Ἀόριστοι ἀντωνυμίαι τῆς ἀρχαίας γλώσσης εἶναι :
1)
2)
3)
§ 159.
῾Η ἀόριστος ἀντωνυμία
῾Η
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
Δυϊκὸς |
|
ὀν γεν. δοτ. αἰτ. | Ἀρσ. καὶ Θηλ. Οὐδ τὶς τί τίνος ἢ του τίνος ἢ του τίνι ἢ τῳ τίνι ἢ τῳ τίνα τί | Ἀρσ. καὶ Θηλ. Οὐδ τινὲς τινὰ ἢ ἄττα τινῶν τινῶν τισὶ (ν) τισὶ (ν) τινὰς τινὰ ἢ ἄττα | τινὲ τινοῖν τινοῖν τινὲ |
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
|
ὀν γεν. δοτ. αἰτ. | ὁ ἡ τὸ δεῖνα τοῦ τῆς τοῦ δεῖνος τῷ τῇ τῷ δεῖνι τὸν τὴν τὸ δεῖνα | οἱ αἱ δεῖνες τῶν δείνων (τοῖς ταῖς δεῖσι) τοὺς τὰς δεῖνας |
§ 160.
῾Ως ἀόριστοι ἀντωνυμίαι λαμβάνονται καὶ αἱ ἑξῆς λέξεις, αἱ ὁποῖαι εἰδικώτερον καλοῦνται
1)
2)
3)
4)
5)
6)
7)
8)
9)
10)
11)
῾Ενικὸς |
Πληθυντικὸς |
|
ὀν γεν. δοτ. αἰτ. | Ἀρσ. Θηλ. Οὐδ. οὐδεὶς οὐδεμία οὐδὲν οὐδενὸς οὐδεμιᾶς οὐδενὸς οὐδενὶ οὐδεμιᾷ οὐδενὶ οὐδένα οὐδεμίαν οὐδὲν | οὐδένες οὐδένων οὐδέσι οὐδένας |
θ΄) Ἀναφορικαὶ ἀντωνυμίαι
§ 161.
Ἀναφορικαὶ ἀντωνυμίαι τῆς ἀρχαίας γλωσσης εἶναι :
1)
2)
3)
4)
5)
6)
7)
8)
9)
§ 162. Αἱ ἀναφορικαὶ ἀντωνυμίαι ὅς, ὅσπερ καὶ ὅστις κλίνονται ὡς ἑξῆς (πρβλ. § 150, καὶ § 159) :
῾Ενικὸς |
Ἀρσ. | Θηλ. | Οὐδ. | Ἀρσ. | Θηλ. | Οὐδ. | |
ὀν. γεν. δοτ.αἰτ. | ὅς οὗ ᾧ ὅν | ἣ ἧς ᾗ ἣν | ὅ οὗ ᾧ ὅν | ὅσπερ οὗπερ ᾧπερ ὅνπερ | ἥπερ ἧσπερ ᾗπερ ἥνπερ | ὅπερ οὗπερ ᾧπερ ὅπερ |
Πληθυντικὸς |
Ἀρσ. | Θηλ. | Οὐδ. | Ἀρσ. | Θηλ. | Οὐδ. | |
ὀν. γεν. δοτ.αἰτ. | οἵ ὧν οἷς οὕς | αἵ ὦν αἶς ἃς | ἅ ὧν οἷς ἅ | οἵπερ ὧνπερ οἵσπερ οὕσπερ | αἵπερ ὦνπερ αἶσπερ ἅσπερ | ἅπερ ὧνπερ οἵσπερ ἅπερ |
῾Ενικὸς |
ὀν. γεν. δοτ.αἰτ. | ὅστις οὗτινος ἢ ὅτου ᾧτινι ἢ ὅτῳ ὅντινα | ἥτις ἧστινος ᾗτινι ἣντινα | ὅ,τι οὗτινος ἢ ὅτου ᾧτινι ἢ ὅτῳ ὅ,τι |
Πληθυντικὸς |
ὀν. γεν. δοτ.αἰτ. | οἵτινες ὧντινων οἷστισι οὕστινας | αἵτινεςς ὦντινων αἶστισι ἃστινας |
ἅτινα ἢ ἅττα ὧντινων οἷστισι ἅτινα ἢ ἄττα |
§ 163. Πίναξ τῶν συσχετικῶν ἀντωνυμιῶν καὶ ἐπιρρημάτων
Ἐρωτη- ματικαὶ |
Δεικτικαὶ |
Ἀόριστοι |
Ἀναφορικαὶ |
τίς ; πότερος ; πόσος ; ποῖος ; πηλίκος ; ποδαπός; |
ὅδε,οὗτος, ἐκεῖνος (ὁ ἕτερος) τοσόσδε,τοσοῦτος τοιόσδε, τοιοῦτος τηλικόσδε, τηλι- κοῦτος |
τίς,οὐδείς, ὁ δεῖνα, ἕκαστος, ἄλλος, ἔνιοι οὐδέτερος, ἑκάτερος, ἕτερος, ἀμφοτεροι ποσὸς ποιὸς - - |
ὅς, ὅστις ὁπότερος ὅσος, ὁπόσος οἷος, ὁποῖος ἡλίκος, ὁπηλίκος ὁποδαπὸς |
ποῦ ; ποῖ ; πόθεν ; πότε ; πηνίκα ; πῆ ; πῶς ; |
ἐνθάδε, ἐνταῦθα αὐτοῦ, ἐκεῖ ἐνθάδε, ἐνταῦθα αὐτόσε, ἐκεῖσε ἐνθένδε, ἐντεῦθεν αὐτόθεν, ἐκεῖθεν τότε τηνικάδε, τηνι- καῦτα τῆδε, ταύτῃ ὧδε, οὕτως (ς) |
ποὺ ποὶ ποθὲν ποτὲ - πῂ πὼς |
οὗ, ὅπου, ἔνθα οἷ, ὅποι, ἔνθα ὅθεν, ὁπόθεν, ἔνθεν ὅτε, ὁποτε ἡνίκα, ὁπηνίκα ᾗ, ᾗπερ,, ὅπῃ ὡς,ὥσπερ ὅπως |
ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΑ
§ 164.
Τὰ
α΄) Ἀριθμητικά ἐπίθετα
§ 165. Τὰ ἀριθμητικὰ ἐπίθετα λέγονται
1)
2)
Τῶν τακτικῶν ἀριθμητικῶν τὰ πλεῖστα σχηματίζονται ἀπὸ τὸ θέμα τῶν
ἀπολύτων, ἀφοῦ εἰς αὐτὸ προστεθῇ μέχρι μὲν τοῦ 19 ἡ κατάληξις -τος
, ἀπὸ δὲ τοῦ 20 καὶ ἄνω ἡ κατάληξις
-στός
: (τρία)
3)
Τὰ χρονικὰ ἀριθμητικὰ σχηματίζονται ἀπὸ τὸ θέμα τῶν τακτικῶν, ἀφοῦ εἰς αὐτὸ προστεθῇ ἡ κατάληξις -αῖος : (τρίτος) τριτ-αῖος, (τέταρτος) τεταρτ- αῖος πυρετὸς (βλ. § 110, δίκαιος)·
4) πολλαπλασιαστικά, ὅταν δηλοῦν ἀπὸ πόσα μέρη σύγκειται κάτι τι : ἅλμα τριπλοῦν.
Καὶ τῶν πολλαπλασιαστικῶν ἀριθμητικῶν τὰ πλεῖστα σχηματίζονται ἀπὸ τὸ
θέμα τῶν ἀπολύτων, ἀφοῦ εἰς αὐτὸ προστεθῇ ἡ κατάληξις -πλοῦς : (τρία)
τρι - πλοῦς, (ἑπτὰ) ἑπτα -
5) ἀναλογικά, ὅταν δηλοῦν ποία ἡ ἀναλογία ἑνὸς ποσοῦ πρὸς ἄλλο ποσὸν ὁμοειδές, ἤτοι ποσάκις ἕν ποσὸν εἶναι μεγαλύτερον ἄλλου ὁμοειδοῦς ποσοῦ : ὁ τῶν Περσῶν στρατὸς ἧν δεκαπλάσιος τοῦ τῶν Ἑλλήνων.
Καὶ τῶν ἀναλογικῶν ἀριθμητικῶν τὰ πλεῖστα σχηματίζονται ἀπὸ τὸ θέμα τῶν ἀπολύτων, ἀφοῦ προστεθῇ εἰς αὐτὸ ἡ κατάληξις -πλάσιος: (τρία), τρι - πλάσιος, (δέκα) δεκα - πλάσιος (βλ. § 110, δίκαιος).
§ 166. ᾽Εκ τῶν ἀπολύτων ἀριθμητικῶν, τὰ ἀπὸ τοῦ πέντε μέχρι τοῦ ἑκατὸν εἶναι ἄκλιτα· τὰ δὲ ἀπὸ τοῦ διακόσιοι (διακόσιαι, διακόσια) καὶ ἄνω εἶναι τρικατάληκτα δευτερόκλιτα ἐπίθετα πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ (βλ. § 110, δίκαιος).
᾽Ενίοτε ὅμως λαμβάνονται ταῦτα καὶ εἰς τὸν ἑνικὸν ἀριθμὸν μὲ ὀνόματα περιληπτικά : διακοσία ἵππος (= 200 ἱππεῖς), χιλία ναῦς (= 1000 νῆες).
Τὰ τέσσαρα πρῶτα ἀπόλυτα ἀριθμητικὰ κλίνονται ὡς ἑξῆς :
ὀν. γεν. δοτ. αἰτ. | εἶς μία ἓν ἑνὸς μιᾶς ἑνὸς ἑνὶ μιᾷ ἑνὶ ἕνα μίαν ἓν | δύο δυοῖν δυοῖν δύο | τρεῖς τρία τριῶν τρισὶ τρεῖς τρία | τέτταρες τέτταρα τεττάρων τέτταρσι τέτταρας τέτταρα |
Τοὺς δὲ ἄλλους συνθέτους ἀριθμοὺς ἐν γένει τοὺς ἐξέφερον οἱ ἀρχαῖοι
κατὰ τρεῖς τρόπους, ἤτοι ἢ προέτασσον τὸν ἑκάστοτε μικρότερον πρὸ τοῦ
μεγαλυτέρου, ὁπότε κανονικῶς ἔθετον μεταξὺ αὐτῶν τὸν σύνδεσμον καὶ
, ἢ προέτασσον τὸν ἑκάστοτε μεγαλύτερον πρὸ τοῦ μικροτέρου μετὰ τοῦ
καὶ
μεταξὺ αὐτῶν ἢ ἄνευ τοῦ
καὶ
, ὅπως νῦν:
Ὁμοίως ἐπὶ τῶν τακτικῶν:
᾽Εὰν δὲ ὁ παρονομαστὴς ἦτο μόνον κατὰ μίαν μονάδα μεγαλύτερος τοῦ ἀριθμητοῦ, παρελείπετο : τὰ
β΄) Ἀριθμητικά οὐσιαστικά
§ 167.
Τὰ οὐσιαστικὰ ἀριθμητικὰ σημαίνουν ἀφῃρημένην ἀριθμητικὴν ποσότητα.
Ταῦτα πάντα εἶναι θηλυκοῦ γένους καὶ σχηματίζονται τὰ πλεῖστα ἀπὸ τὸ
θέμα τῶν ἀπολύτων, ἀφοῦ εἰς αὐτὸ προστεθῇ ἡ κατάληξις - ὰς
(γεν. -άδος) : (δύο)
γ΄) Ἀριθμητικὰ ἐπιρρήματα
§ 168.
Ἀριθμητικὰ ἐπιρρήματα λέγονται αἱ λέξεις, μὲ τὰς ὁποίας δίδεται ὡρισμένη ἀπάντησις εἰς τὴν ἐρώτησιν
ποσάκις
. Καὶ τούτων τὰ πλεῖστα σχηματίζονται ἀπὸ τὸ θέμα τῶν ἀπολύτων, ἀφοῦ εἰς αὐτὸ προστεθῇ ἡ κατάληξις -
κις
ἢ -
άκις
: (ἑπτὰ)
Τῶν τριῶν πρώτων ἀριθμητικῶν (εἷς, δύο, τρεῖς) ἐπιρρήματα εἶναι τοῦ εἷς - ἅπαξ (= μίαν φοράν), τοῦ δύο - δὶς (= δύο φοράς), τοῦ τρεῖς - τρὶς (= τρεῖς φοράς).
Πρὸς παράστασιν δὲ τῶν ἀριθμῶν ἐν γένει οἱ ἀρχαῖοι ἐχρησιμοποίουν τὰ στοιχεῖα τοῦ ἀλφαβήτου μὲ μίαν κεραίαν πρὸς τὰ ἄνω καὶ δεξιὰ ἢ κάτω καὶ ἀριστερά.
Διῄρουν δὲ πρὸς τοῦτο τὰ 24 στοιχεῖα τοῦ ἀλφαβήτου εἰς τρεῖς ὁμάδας, α - θ, ι - π, ρ - ω· καὶ τῆς μὲν πρώτης ὁμάδος τὰ στοιχεῖα τὰ ἐχρησιμοποίουν πρῶτον πρὸς παράστασιν τῶν ἁπλῶν μονάδων (α΄ = 1, β΄ = 2, γ΄ = 3 κτλ.), τῆς δὲ δευτέρας ὁμάδος πρὸς παράστασιν τῶν δεκάδων (ι΄ = 10, κ΄ = 20, λ΄ = 30 κτλ.) καὶ τῆς τρίτης πρὸς παράστασιν τῶν ἑκατοντάδων (ρ΄ = 100, σ΄ = 200, τ΄ = 300 κτλ.).
Πρὸς παράστασιν δὲ τῶν χιλιάδων ἐχρησιμοποίουν τὰ ἴδια στοιχεῖα, ἀλλὰ μὲ τὴν κεραίαν πρὸς τὰ κάτω καὶ ἀριστερὰ (ϙα = 1000, ϙβ - 2000, ϙγ = 3000 κτλ., ϙαωκα΄ = 1821, ϙαϠιβ΄ = 1912, ϙαϠμς΄ = 1946).
Πίναξ τῶν ἀριθμητικῶν
Ἑλλ. σημ. | Ἀραβ. ψηφία | Ἀπόλυτα | Τακτικά | Ἐπιρρήματα |
α΄ β΄ γ΄ δ΄ ε΄ ς΄ ζ΄ η΄ θ΄ ι΄ | 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 |
εἷς, μία, ἓν δύο τρεῖς, τρία τέτταρες,τέτταρα πέντε ἓξ ἑπτὰ ὀκτὼ ἐννέα δέκα |
πρῶτος, -η, -ον δεύτερος, -α, -ον τρίτος, -η, -ον τέταρτος πέμπτος ἕκτος ἕβδομος ὄγδοος ἔνατος δέκατος |
ἅπαξ δὶς τρὶς τετράκις πεντάκις ἑξάκις ἑπτάκις ὀκτάκις ἐνάκις δεκάκις |
ια΄ ιβ΄ ιγ΄ ιδ΄ ιε΄ ις΄ ιζ΄ ιη΄ ιθ΄ κ΄ λ΄ μ΄ ν΄ ξ΄ ο΄ π΄ ϞϘ | 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 30 40 50 60 70 80 90 |
ἕνδεκα δώδεκα τρεῖς (τρία) καὶ δέκα τέτταρες(-ρα)καὶδέκα πεντεκαίδεκα ἑκκαίδεκα ἑπτακαίδεκα ὀχτωκαίδεκα ἐννεακαίδεκα εἴκοσι (ν) τριάκοντα τετταράκοντα πεντήκοντα ἑξήκοντα ἑβδομήκοντα ὀγδοήκοντα ἐνενήκοντα |
ἐνδέκατος δωδέκατος τρίτος καὶ δέκατος τέταρτος καὶ δέκατος πέμπτος καὶ δέκατος ἕκτος καὶ δέκατος ἕβδομος καὶ δέκατος ὄγδοος καὶ δέκατος ἔνατος καὶ δέκατος εἰκοστὸς τριακοστὸς τετταρακοστὸς πεντηκοστὸς ἑξηκοστὸς ἑβδομηκοστὸς ὀγδοηκοστὸς ἐνενηκοστὸς |
ἑνδεκάκις δωδεκάκις τρισκαιδεκάκις τετράκαιδεκάκις πεντεκαιδεκάκις ἑκκαιδεκάκις ἑπτακαιδεκάκις ὀκτωκαιδεκάκις ἐννεακαιδεκάκις εἰκοσάκις τριακοντάκις τετταρακοντάκις πεντηκοντάκις ἑξηκοντάκις ἑβδομηκοντάκις ὀγδοηκοντάκις ἐνενηκοντάκις |
ρ΄ σ΄ τ΄ υ΄ φ΄ χ΄ ψ΄ ω΄ ϠϘ | 100 200 300 400 500 600 700 800 900 |
ἑκατὸν διακόσιοι -αι -α τριακόσιοι -αι -α τετρακόσιοι -αι -α πεντακόσιοι -αι -α ἑξακόσιοι -αι -α ἑπτακόσιοι -αι -α ὀκτακόσιοι -αι -α ἐνακόσιοι -αι -α |
ἑκατοστὸς διακοσιοστὸς τριακοσιοστὸς τετρακοσιοστὸς πεντακοσιοστὸς ἑξακοσιοστὸς ἑπτακοσιοστὸς ὀκτακοσιοστὸς ἐνακοσιοστὸς |
ἑκατοντάκις διακοσιάκις τριακοσιάκις τετρακοσιάκις πεντακοσιάκις ἑξακοσιάκις ἑπτακοσιάκις ὀκτακοσιάκις ἐνακοσιάκις |
ϙα ϙβ ϙι ϙκ | 1000 2000 10000 20000 | χίλιοι -αι -α δισχίλιοι -αι -α μύριοι -αι -α δισμύριοι -αι -α | χιλιοστὸς δισχιλιοστὸς μυριοστὸς δισμυριοστὸς | χιλιάκις δισχιλιάκις μυριάκις δισμυριάκις |
ΡΗΜΑΤΑ
α΄) Ὁρισμὸς καὶ παρεπὸμενα τοῦ ῥήματος
Γενικά τινα περὶ τοῦ σχηματισμοῦ αὐτῶν
§ 169.
§ 170. Πᾶν ῥῆμα ἔχει πολλοὺς καὶ διαφόρους τύπους καὶ μὲ αὐτοὺς δηλοῦνται τὰ παρεπόμενα τοῦ ῥήματος, ἤτοι ἡ διάθεσις , ἡ συζυγία , ἡ φωνή , ὁ χρόνος , ἡ ἔγκλισις , τὸ πρόσωπον καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτοῦ (πρβλ. § 41, 3, Σημ.).
§ 171.
1) ῾Ρήματα ἐνεργητικῆς διαθέσεως ἤ ἐνεργητικὰ λέγονται ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα σημαίνουν ὅτι τὸ ὑποκείμενον ἐνεργεῖ : ὁ παῖς χορεύει · κρούει τὴν θύραν.
2) ῾Ρήματα μέσης διαθέσεως ἢ μέσα λέγονται ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα σημαίνουν ὅτι τὸ ὑποκείμενο ἐνεργεῖ, ἡ δὲ ἐνέργειά του ἐπιστρέφει εἰς αὐτὸ τὸ ἴδιον : ὁ παῖς ἑνδύεται (= ἐνδύει τὸν ἑαυτόν του).
3) ῾Ρήματα παθητικῆς διαθέσεως ἢ παθητικὰ λέγονται ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα σημαίνουν ὅτι τὸ ὑποκείμενον πάσχει :
4) ῾Ρήματα οὐδετέρας διαθέσεως λέγονται ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα σημαίνουν ὅτι τὸ ὑποκείμενον οὔτε ἐνεργεῖ οὔτε πάσχει τι, ἀλλ᾽ ἁπλῶς εὑρίσκεται εἰς μίαν κατάστασιν : ὁ παῖς καθεύδει (κοιμᾶται).
§ 172. Συζυγία ῥημάτων λέγεται ὁ τρόπος τῆς κλίσεως αὐτῶν. Εἶναι δὲ αἱ συζυγίαι τῶν ῥημάτων δύο, ἤτοι ἡ συζυγία τῶν εἰς -ω (-ομαι) καὶ ἡ συζυγία τῶν εἰς -μι (-μαι) : λύ - ω (λύ - ομαι), δείκνυ - μι (δείκνυ- μαι).
§ 173. Φωνὴ ῥήματος λέγεται ἓν σύνολον τῶν τύπων αὐτοῦ, Πᾶν δὲ ῥῆμα ἔχει δύο φωνὰς ἢ δύο σύνολα τύπων, ἤτοι :
1) τὴν ἐνεργητικὴν φωνήν, ἤτοι ἕν σύνολον τύπων, τὸ ὁποῖον ἀρχίζει μὲ τὴν κατάληξιν -ω ἢ -μι : λύ - ω, λύ - εις κτλ., δείκνι- μι, δείκνυ- ς κτλ.
2) τὴν μέσην φωνήν, ἤτοι ἕτερον σύνολον τύπων, τὸ ὁποῖον ἀρχίζει μὲ τὴν κατάλῃξιν -ομαι ἢ -μαι : λύ- ομαι, λύ- ῃ, λύ- εται κτλ. ; δείκνυ-μαι, δείκνυ- σαι κτλ.
§ 174. Χρόνος ῥήματος λέγεται ὁ τύπος αὐτοῦ, μὲ τὸν ὁποῖον δηλοῦται πότε γίνεται ἡ πρᾶξις.
Οἱ χρόνοι τοῦ ῥήματος τῆς ἀρχαίας γλώσσης εἶναι ἑπτά, οἱ ἑξῆς:
1) ὁ ἐνεστώς, ὁ ὁποῖος δηλοῖ ὅτι ἡ πρᾶξις
γίνεται τώρα
, ἤτοι καθ’ ὅν χρόνον ὁμιλεῖ ὁ λέγων :
2) ὁ παρατατικός, ὁ ὁποῖος δηλοῖ ὅτι ἡ πρᾶξις
ἑγίνετο
(διαρκῶς ἢ ἐπανειλημμένως) εἰς τὸ παρελθόν :
3) ὁ μέλλων (ὁ ἁπλοῦς), ὁ ὁποῖος δηλοῖ ὅτι ἡ πρᾶξις
θὰ γίνῃ
ἢ
θὰ
γίνεται
εἰς τὸ μέλλον :
4) ὁ
5) ὁ
6) ὁ
7) ὁ
῾Ο παρακείμενος, ὁ ὑπερσυντέλικος καὶ ὁ τετελεσμένος μέλλων λέγονται προσέτι χρόνοι συντελικοί .
§ 175.
1)
2)
3)
4)
§ 176.
§ 177.
§ 178.
᾽Εκτὸς τῶν τεσσάρων ἐγκλίσεων τὸ ῥῆμα ἔχει προσέτι δύο ὀνοματικοὺς τύπους, ἤτοι τὸ
1) Τὸ ἀπαρέμφατον εἶναι ῥηματικὸν
οὐσιαστικόν
, τὸ ὁποῖον ὅμως δηλοῖ συγχρόνως διάθεσιν καὶ χρόνον :
2) Ἡ μετοχὴ εἶναι ῥηματικὸν
ἐπίθετον
, τὸ ὁποῖον ὅμως δηλοῖ συγχρόνως διάθεσιν καὶ χρόνον (βλ. § 132 κ.ἑ) :
§ 179.
Πᾶσαι αἱ ἐγκλίσεις καὶ οἱ χρόνοι τοῦ ῥήματος τῆς ἀρχαίας γλώσσης,
ἐξαιρέσει ὡρισμένων τύπων αὐτῶν σχηματίζονται μονολεκτικῶς. Πρβλ.
§ 180. Τοῦ ῥήματος τῆς ἀρχαίας γλώσσης
1) ὁ ἁπλοῦς μέλλων δὲν ἔχει δύο τύπους ὅπως εἰς τὴν νέαν γλῶσσαν, ἀλλὰ
ἕνα μόνον τύπον, μὲ αὐτὸν δὲ δηλοῦται ἡ μέλλουσα πρᾶξις εἴτε ἁπλῶς ἐν συνόψει
εἴτε
κατὰ διάρκειαν
ἢ
ἑπανάληψιν
:
2) ὁ τετελεσμένος μέλλων
α΄) τῆς ἐνεργητικὴς φωνῆς ἐν γένει σχηματίζεται περιφραστικῶς μὲ τὴν
μετοχὴν τοῦ ἐνεργητικοῦ παρακειμένου καὶ τὸν μέλλοντα τοῦ ῥήματος εἰμί
: (λύω)
β΄) τῆς μέσης φωνῆς ἐν γένει σχηματίζεται καὶ μονολεκτικῶς καὶ
περιφραστικῶς μὲ τὴν μετοχὴν τοῦ μέσου παρακειμένου καὶ τὸν μέλλοντα
τοῦ ῥήματος εἰμί
: (λύομαι)
β′) Συστατικὰ μέρη τοῦ ῥήματος, θέμα, χαρακτὴρ
§ 181. Εἰς τοὺς ῥηματικοὺς τύπους κανονικῶς διακρίνομεν δύο θέματα, τὸ χρονικὸν θέμα καὶ τὸ ῥηματικὸν θέμα.
1)
2)
§ 182. ῾0 χαρακτὴρ ἑνὸς χρονικοῦ θέματος λέγεται χρονικὸς χαρακτήρ, ὁ δὲ χαρακτὴρ τοῦ ῥηματικοῦ θέματος λέγεται ῥηματικὸς χαρακτηρ.
§ 183.
Κατὰ τὸν χαρακτῆρα τοῦ ῥηματικοῦ θέματος αὐτῶν τὰ ῥήματα διαιροῦνται εἰς
φωνηεντόληκτα
καὶ
συμφωνόληκτα
:
῞Υποδιαιροῦνται δὲ
1) τὰ μὲν φωνηεντόληκτα ῥήματα εἰς
ἀσυναίρετα
(
2) τὰ δὲ συμφωνόληκτα εἰς
ἀφωνόληκτα
(
§ 184.
Κατὰ τὸν σχηματισμὸν τῶν διαφόρων τύπων ἑνὸς ῥήματος τὸ ῥηματικὸν θέμα
αὐτοῦ ὑφίσταται διαφόρους μετασχηματισμοὺς, ἄλλους μὲν εἰς τὴν ἀρχὴν
αὐτοῦ, ἄλλους δὲ εἰς τὸ τέλος αὐτοῦ πρὸ τῶν ῥηματικῶν καταλήξεων. Πρβλ.
ῥηματικὸν θέμα ταγ
-, ἐξ οὗ
γ΄) Αὔξησις καὶ ἀναδιπλασιασμὸς
1. Αὔξησις
§ 185. Οἱ παραγόμενοι χρόνοι τῶν ῥημάτων εἰς τὴν ὁριστικὴν ἔχουν αὔξησιν εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ θέματος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἕκαστος ἐξ αὐτῶν σχηματίζεται. ῾Η αὔξησις δηλοῖ τὸ παρελθόν, εἶναι δὲ δύο εἰδῶν, συλλαβικὴ καὶ χρονική .
1)
2)
Κατὰ τὴν χρονικὴν αὔξησιν εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ θέματος
τὸ
ᾰ
ἢ
ε
γίνεται
η
:
τὸ
ο
γίνεται
ω
:
τὸ
ῐ
γίνεται
ῑ
:
τὸ
ῠ
γίνεται
ῡ
:
τὸ
αι
ἢ
ει
γίνεται
η
:
τὸ
αυ
ἢ
ευ
γίνεται
ηυ
:
τὸ
οι
γίνεται
ῳ
:
Τὸ ἀρκτικὸν
ᾱ
ἢ
ᾳ
, καίτοι εἶναι μακρόν, τρέπεται κατὰ τὴν αὔξησιν εἰς
η
ἢ
ῃ
κατ’ ἀναλογίαν :
ἀθλῶ -
2. Ἀναδιπλασιασμὸς
§ 186. Οἱ συντελικοὶ χρόνοι (ἤτοι ὁ παρακείμενος, ὁ ὑπερσυντέλικος καὶ ὁ τετελεσμένος μέλλων) ἔχουν εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ θέματος ἀναδιπλασιασμὸν εἰς πάσας τὰς έγκλίσεις (καὶ εἰς τὸ ἀπαρέμφατον καὶ τὴν μετοχήν).
῾Ο
1) ἐπανάληψις τοῦ ἀρκτικοῦ συμφώνου τοῦ θέματος μὲ ἕν ε κατόπιν αὐτοῦ. Τοιοῦτον ἀναδιπλασιασμὸν λαμβάνουν τὰ θέματα, τὰ ὁποῖα ἀρχίζουν ἀπὸ ἐν ἁπλοῦν σύμφωνον ἐκτὸς τοῦ ρ , ἢ ἀπὸ δύο σύμφωνα, ἐκ τῶν ὁποίων τὸ πρῶτον εἶναι ἄφωνον καὶ τὸ δεύτερον ἔνρινον ᾒ ὑγρόν :
(θέ - θυ - κα) (ἐ- θε - θύ - κειν)
(φε - φύτευ - κα) (ἐ- φε - φυτεύ - κειν)
(χε - χορευ - κα) (ἐ- χε - χορεύ - κειν) (§ 37,7)
γράφομαι - γέ - γραμ - μαι ἐ- γε - γράμ - μην, γε- γράψ - ομαι·
2) ὅ,τι καὶ ἡ αὔξησις . Λαμβάνουν δὲ
α) συλλαβικὴν αὔξησιν ὡς ἀναδιπλασιασμὸν τὰ ῥήματα, τῶν ὁποῖων τὸ θέμα ἀρχίζει ἀπὸ σύμφωνον διπλοῦν ἢ ἀπὸ ρ ἢ ἀπὸ δύο σύμφωνα, χωρὶς ὅμως νὰ εἶναι τὸ πρῶτον ἐξ αὐτῶν ἄφωνον καὶ τὸ δεύτερον ἔνρινον ἢ ὑγρὸν ἢ ὅσων τὸ θέμα ἀρχίζει ἀπὸ τρία σύμφωνα :
β) χρονικὴν αὔξησιν ὡς ἀναδιπλασιασμὸν τὰ ῥήματα, τῶν ὁποίων τὸ θέμα ἀρχίζει ἀπὸ φωνῆεν:
ἀ
ἑ
ὁ
αἰ
οἰ
3. Αὔξησις καὶ ἀναδιπλασιασμὸς τῶν συνθέτων ῥημάτων
§ 187.
1)
εἰσ
συν
παρα
ἐγ
ἐν
2) Τὰ
(ἄ - δικος) ἀδικῶ - ἠδίκουν ἠδίκηκα
(δυσ - τυχὴς)
(μυθο - λόγος)
(οἰκο-δόμος)
4. Ἀνωμαλίαι αὐξήσεως
§ 188.
1) Τὰ ῥήματα
βούλομαι, δύναμαι
καὶ
μέλλω
ἔχουν αὔξησιν κανονικῶς
ἐ
καὶ ἀνωμάλως
ἠ
(κατ’ ἀναλογίαν πρὸς τὸ ῥ
ἐθέλω
ἢ
θέλω
-
2) Τὰ ῥήματα
(κατ)άγνυμι, ὠνοῦμαι
καὶ
ὡθῶ
, ἐνῷ τὸ θέμα των ἀρχίζει ἀπὸ φωνῆεν, ἔχουν συλλαβικὴν αὔξησιν
ἐ
:
3) Τὰ ῥήματα
ἐθίζω, ἑλίττω, ἔλκω, ἕπομαι, (περι)έπω, ἐργάζομαι, ἕρπω, ἑστιῶ, ἔχω
καὶ
ἐῶ
κατὰ τὴν αὔξησιν τρέπουν τὸ ἀρκτικὸν
ε
ὄχι εἰς
η
ἀλλὰ εἰς
ει
:
4) Τὸ ῥῆμα
ἀν - οίγω
εἰς πάντας τοὺς παραγομένους χρόνους, τὸ ῥ· ὁρῶ εἰς τὸν παρατατικὸν καὶ τὸ ῥ·
ἀλίσκομαι
εἰς τὸν ἀόριστον ἔχουν καὶ συλλαβικὴν καὶ χρονικὴν αὔξησιν ὁμοῦ:
5) Τὸ ῥῆμα
ἑορτάζω
κατὰ τὴν αὔξησιν ἐκτείνει ὄχι τὸ ἀρκτικὸν φωνῆεν
ἑ
ἀλλὰ τὸ κατόπιν αὐτοῦ
ο
:
᾽Επίσης οἱ τύποι
Ὁμοίως δὲ ἐκ τῶν παλαιοτέρων τύπων
6) ᾽Εκ τῶν συνθέτων ἢ παρασυνθέτων ῥημάτων:
α΄) τὰ ῥήματα
ἀμφι - έννυμι, ἐγγυῶ
(ἐκ τῆς λ. ἐγ - γύη),
ἑμπεδῶ
(ἐκ τῆς λ. ἔμ - πεδος),
ἐναντιοῦμαι
(ἐκ τῆς λ. ἐν - αντίος),
ἐπ - είγω, ἑπ
- σταμαι
καὶ
καθ - έζομαι
ἔχουν τὴν αὔξησιν ὅλως εἰς τὴν ἀρχήν, ὡσὰν νὰ ἧσαν ἁπλᾶ:
β΄) τὰ ῥήματα
ἐκκλησιάζω
(ἐκ τῆς λ. ἐκ - κλησία),
καθ - εύδω
,
κάθ - ημαι
καὶ
καθ - ίζω
διφοροῦνται, ἡτοι ἔχουν τὴν αὔξησιν ἄλλοτε μὲν ὅλως εἰς τὴν ἀρχὴν ὡς ἁπλᾶ, ἄλλοτε δὲ μετὰ τὴν πρόθεσιν:
γ΄) τὰ ῥήματα
ἀν - έχομαι
,
ἀμφι - σβητῶ
(ἀρχῆθεν ἀμφισ - βητῶ),
ἐν - οχλῶ
καὶ
(ἐπ)αν - ορθῶ
ἔχουν συγχρόνως δύο αὐξήσεις, ἤτοι καὶ ὅλως εἰς τὴν ἀρχὴν ὡς ἁπλᾶ καὶ μετὰ τὴν πρόθεσιν:
ἠν
5. Ἀνωμαλίαι ἀναδιπλασιασμοῦ
§ 189.
1) Τὰ ῥ.
γιγνώσκω
καὶ
γνωρίζω
ἔχουν ἀναδιπλασιασμὸν τοῦ β΄ εἴδους, ἀντιστρόφως δὲ τὰ ῥ.
κτῶμαι, μιμνήσκομαι
καὶ
πίπτω
ἔχουν ἀναδιπλασιασμὸν τοῦ α΄ εἴδους, παρὰ τὸν κανόνα (§ 186) :
ἔ
2) τὰ ῥ.
ἐθίζω, ἕλκω, ἑργάζομαι, ἑστιῶ
καὶ
ἐῶ
καὶ τὸ ῥ·
(ἀν)οίγω
ἔχουν ἀναδιπλασιασμὸν ὅμοιον μὲ τὴν αὔξησίν των:
3) τὰ ῥ
(κατ)άγνυμι, ἁλίσκομαι, ὁρῶ, ὠθοῦμαι
καὶ
ὠνοῦμαι
ἔχουν ἀναδιπλασιασμὸν
ε
, ἂν καὶ ἀρχίζουν ἀπὸ φωνῆεν:
4) τὰ ῥ.
λαμβάνω, λαγχάνω, λέγω, (συλ)λέγω
καὶ
(δια)λέγομαι
ἔχουν ἀναδιπλασιασμὸν
ει
:
῾Ομοίως εἴωθα (= συνηθίζω), εἵμαρται (= εἶναι πεπρωμένον) τῶν ἀχρήστων εἰς τὸν ἐνεστῶτα ῥημάτων ἔθω (θ. Fεθ-, Fηθ-) καὶ μείρομαι (θ. σμερ-, σμαρ-).
§ 190. Ἀττικὸς ἀναδιπλασιασμός. Εἰς μερικὰ ῥήματα, τῶν ὁποίων τὸ θέμα ἀρχίζει ἀπὸ α ἢ ε ἢ ο , κατὰ τὸν ἀναδιπλασιασμὸν ἐπαναλαμβάνονται οἱ δύο ἀρκτικοὶ φθόγγοι τοῦ θέματος καὶ συγχρόνως ἐκτείνεται τὸ ἀρκτικὸν φωνῆεν αὐτοῦ. ῾Ο τοιοῦτος ἀναδιπλασιασμὸς καλεῖται Ἀττικὸς (πρβλ. § 59).
(
τὰ ἄλλα δὲν λαμβάνουν αὔξησιν εἰς τὸν ὑπερσυντέλικον:
δ΄) Τὸ βοηθητικὸν ῥῆμα εἰμὶ (= εἶμαι)
§ 191.
Ἀρκετοὶ τύποι τοῦ ῥήματος τῆς ἀρχαίας γλώσσης σχηματίζονται περιφραστικῶς μὲ τὸ ῥῆμα
εἰμὶ
ὡς βοηθητικόν. (Πρβλ. τῆς νέας γλώσσης:
ἔχω
§ 192. Τὸ ῥῆμα εἰμὶ εἶναι ἀνώμαλον, οἱ δὲ χρόνοι αὐτοῦ εἶναι:
ἐνεστ.
Ὁριστική Ἑνεστὼς |
Ὁριστική Παρατατικὸς | Ὑποτα- κτικὴ |
Εὐκτικὴ |
Προστακτικὴ |
εἰ-μὶ εἶ ἐσ-τὶ(ν) ἐσ-μὲν ἐσ-τὲ εἰ-σὶ(ν) ἐσ-τὸν ἐσ-τὸν | ἦν ἢ ἦν ἦ-σθα ἦν ἦ-μεν ἦ-τε (ἦσ-τε) ἦ-σαν ἦσ-τον ἤσ-την | ὦ ᾖς ᾖ ὦ-μεν ἦ-τε ὦ-σι(ν) ἦ-τον ἦ-τον | εἴη-ν εἴη-ς εἴη εἴη-μεν ἢ εἶ-μεν εἴη-τε ἢ εἶ-τε εἴη-σαν ἢ εἶ-εν εἴη-τον ἢ εἶτον εἰή-την ἢ εἴ-την | ἴσ-θι ἔσ-τω ἔσ-τε ἔσ-των, ὄντων (ἢ ἔσ-τωσαν) ἔσ-τον ἔσ-των |
Ἀπαρέμφ.: εἶναι. Μετοχή: ῶν (ὅντ-ος), οὖσα (οὔσης), ὂν (ὅντ-ος)
Μέλλων | Ὁριστικὴ: Εὐκτικὴ: Ἀπαρέμφατον: Μετοχὴ: | ἔσομαι, ἔσῃ (ἢ ἔσει), ἑσται-ἐσόμεθα, ἔσεσθε, ἔσονται ἐσοίμην, ἔσοιο, ἔσοιτο - ἐσοίμεθα, ἔσοισθε, ἔσοιντο ἔσεσθαι ἐσόμενος, ἐσομένη, ἐσόμενον. |
1) ὅταν ἔχῃ τὴν σημασίαν τοῦ
ὐπάρχει
ἢ τοῦ
εἶναι δυνατόν
:
2) ὅταν εὑρίσκεται κατὸπιν τῶν λέξεων τοῦτ’ (= τοῦτο),
ἀλλ’
(= ἀλλά),
εἰ, καὶ, οὐκ
:
3) ὅταν εὑρίσκεται εἰς τὴν άρχὴν προτάσεως:
ε΄) Σχηματισμὸς τῶν ἐγκλίσεων καὶ τῶν χρόνων τῶν ῥημάτων
1. Συζυγία τῶν εἰς -ω ῥημάτων
§ 193 . ῾Η συζυγία τῶν εἰς - ω ῥημάτων περιλαμβάνει:
1) ῥήματα
βαρύτονα
, ἤτοι ῥήματα, τὰ ὁποῖα λήγουν εἰς -ω ἄτονον (§ 17, 6):
2) ῥήματα
συνῃρημένα
ἡ
περισπώμενα
, ἤτοι ῥήματα, τὰ ὁποῖα λήγουν εἰς -
ω
περισπώμενον:
§ 194. Παράδειγμα βαρυτόνον ῥήματος ἐνεργητικῆς φωνῆς (§ 173,1)
Ὁριστικὴ Χρόνοι ἀρκτικοὶ | Ὁριστικὴ Χρόνοι παραγώμενοι | Ὑποτακτικὴ |
Ἐνεστὼς Παρατικὸς | λῡ΄-ω λύ-εις λύ-ει λύ-ομεν λύ-ετε λύ-ουσι(ν) | ἔ-λῡ-ον ἔ-λυ-ες ἔ-λυ-ε(ν) ἐ-λύ-ομεν ἐ-λύ-ετε ἔ-λυ-ον | (ἵνα) λύω λύ-ῇς λύ-ῇ λύ-ωμεν λύ-ητε λύ-ωσι(ν) |
Μέλλων | λῡ΄-σω λύ-σεις λύ-σει λύ-σομεν λύ-σουσι(ν) | ||
Ἀόριστος α΄ | ἔ-λῡ-σα ἔ-λυ-σας ἔ-λυ-σε(ν) ἔ-λύ-σαμεν ἐ-λύ-σατε ἔ-λυ-σαν | (ἵνα) λύ-σω λύ-σῇς λύ-σῇ λύ-σωμεν λύ-σητε λύ-σωσι(ν) | |
Παρακείμενος Ὑπερσυντέλικος | λέ-λῡ-κα λέ-λυ-κας λέ-λυ-κε(ν) λε-λύ-καμεν λε-λύ-κατε λε-λύ-κασι(ν) | ἐ-λελῡ-΄κειν¹ ἐ-λε-λύ-κεις ἐ-λε-λύ-κει ἐ-λε-λύ-κεμεν² ἐ-λε-λύ-κετε ἐ-λε-λύ-κεσαν | (ἵνα) λελύκω λελύκῇς λελύκῇ κλπ. καὶ (συνηθέστερον) λελυκὼς ὦ, ᾖς, ᾖ, λελυκότες ὦμεν, ἦτε, ὦσι(ν) |
Τετελ. Μέλλων | λελυκὼς ἔσομαι, ἔσει, ἔσται λελυκότες ἐσόμεθα, ἔσεσθαι, ἔσονται |
1. Ἀρχαιότεροι τύποι προσέτι:
2. Μεταγενέστεροι τύποι προσέτι:
Εὐκτικὴ | Προστακτικὴ | Ἀπαρέμφατον | Μετοχὴ |
(εἴθε) λύ-οιμι λύ-οις λύ-οι λύ-οιμεν λύ-οιτε λύ-οιεν | - λῡ-ε λυ-έτω - λύ-ετε λυ-όντων ἢ λυ-έτωσαν | λύ-ειν | λύ-ων (λύ-οντος) λύουσα (λυούσης) λῡ-ον (λύ-οντος) |
(ὅτι) λύ-σοιμι λύ-σοις λύ-σοι λύ-σοιμεν λύ-σοιτε λύ-σοιεν | λύ-σειν | λύ-σων (λύσοντος) λύ-σουσα (λυσούσης) λῦ-σον (λύσοντος) | |
(εἴθε) λύσαιμι λύσαις ἢ λύ-σειας λύ-σαι ἢ λύ-σειε(ν) λύ-σαιμεν λύ-σαιτε λύ-σαιεν ἢ λύ-σειαν | - λῦ-σον λυ-σάτω - λύ-σατε λυ-σάντων ἢ λυ-σάτωσαν | λῦ-σαι | λύ-σας (λύσαντος) λύ-σασα (λυσάσης) λῦ-σαν (λύσαντος) |
(εἴθε) λε-λύ-κοιμι λελύκοις λελύκοι κτλ. καὶ (συνηθέστερον) λελυκὼς εἴην,εἴης, εἴη λελυκότες εἴημεν ἢ εἴμεν, εἴητε ἢ εἴτε, εἴησαν ἢ εἴεν | - λελυκὼς ἴσθι ἔστω λελυκότες ἔστε ἔστων | λελυκέναι | λελυ-κὼς (λελυ-κότος) λελυ-κυῖα(λελυ-κυίας) λελυκὸς (λελυκότος) |
3. ῾Η εὐκτικὴ τοῦ μέλλοντος ἐν γένει οὐδέποτε λαμβάνεται ὡς εὐχετική.
4. Οἱ τύποι τῆς εὐκτικῆς τοῦ ἐνεργ. ἀορ. α΄, οἱ ὁποῖοι λήγουν εἰς - ειας , - ειε , - ειαν , λέγονται Αἰολικοὶ καὶ εἶναι εὐχρηστότεροι τῶν ἄλλων.
5. Οἱ τύποι τοῦ γ΄ πλῃθυντικοῦ τῆς προστακτικῆς, οἱ ὁποῖοι λήγουν εἰς - ντων , εἶναι εὐχρηστότεροι τῶν τύπων, οἱ ὁποιοι ληγουν εἰς - τωσαν .
§ 195. Παράδειγμα βαρυτόνου ῥήματος μέσης φωνῆς (§ 173, 2), μέσης διάθεσης (§ 171, 2). Λύομαι = λύω τὸν ἐαυτὸ μου.
Ὁριστικὴ Χρόνοι ἀρκτικοὶ | Ὁριστικὴ Χρόνοι παραγώμενοι | Ὑποτακτικὴ |
Ἐνεστὼς Παρατατικὸς | λῡ΄-ομαι λύ-ῇ (ἢ λύει) λύ-εται λυ-όμεθα λύ-εσθε λύ-ονται | ἐ-λῡ-όμην ἐ-λύ-ου ἐ-λύ-ετο ἐ-λυ-όμεθα ἐ-λύ-εσθε ἐ-λύ-οντο | (ἵνα) λύ-ωμαι λύ-ῇ λύ-ηται λυ-ώμεθα λύ-ησθε λύ-ωνται |
Μέσος μέλλων | λῡ΄-σομαι λύ-σῇ (ἢ λύ-σει) λύ-σεται λυ-σόμεθα λύ-σεσθε λύ-σονται | ||
Μέσος Ἀόριστος α΄ | ἐ-λῡ-σάμην ἐ-λύ-σω ἐ-λύ-σατο ἐ-λυ-σάμεθα ἐ-λύ-σασθε ἐ-λύσαντο | (ἵνα) λύ-σωμαι λύ-σῇ λύ-σηται λυ-σώμεθα λύ-σησθε λύ-σωνται | |
Παρακείμενος Ὑπερσυντέλικος | λέ-λῡ-μαι λέ-λυ-σαι λέ-λυ-ται λε-λύ-μεθα λέ-λυ-σθε λέ-λυ-νται | ἐ-λε-λῡ΄-μην ἐ-λέ-λυ-σο ἐ-λέ-λυ-το ἐ-λε-λύ-μεθα ἐ-λέ-λυ-σθε ἐ-λέ-λυ-ντο | (ἵνα) λελυμένος ὦ λελυμένος ᾖς λελυμένος ᾖ λελυμένοι ὦμεν λελυμένοι ἦτε λελυμένοι ὦσι(ν) |
Τετελ. Μέλλων | λε-λύ-σομαι ἢ λελυμένος ἔσομαι λε-λύ-σῃ (ἢ-σει) ἔσει λε-λύ-σεται » ἔσται λε-λυ-σόμεθα ἢ λελυμένοι ἐσόμεθα λε-λύ-σεσθε » ἔσεσθε λε-λύ-σονται » ἔσονται |
* Ἀντὶ τῶν εἰς -η παλαιοτέρων τύπων τοῦ προσώπου τούτου συνηθέστεροι εἶναι ὁ εἰς -
ει
. Οὕτω δὲ κανονικῶς ἐκφέρονται διὰ τοῦ -
ει
τὰ δεύτερα ἐνικὰ του
Εὐκτικὴ | Προστακτικὴ | Ἀπαρέμφατον | Μετοχὴ |
(εἴθε) λυ-οίμην λύ-οιο λύ-οιτο λυ-οίμεθα λύ-οισθε λύ-οιντο | - λύ-ου λυ-έσθω - λύ-εσθε λυ-έσθων ἢ λυ-έσθωσαν | λύ-εσθαι | λυ-όμενος λυ-ομένη λυ-όμενον |
(ὅτι) λυ-σοίμην λύ-σοιο λύ-σοιτο λυ-σοίμεθα λύ-σοισθε λύ-σοιντο | λύ-σεσθαι | λυ-σόμενος λυ-σομένη λυ-σόμενον | |
(εἴθε) λυ-σαίμην λύ-σαιο λύ-σαιτο λυ-σαίμεθα λύ-σαίσθε λύ-σαιντο | - λῦ-σαι λυ-σάσθω - λύ-σασθε λυ-σάσθων ἢ λυ-σάσθωσαν | λύ-σασθαι | λυ-σάμενος λυ-σαμένη λυ-σάμενον |
(εἴθε) λελυμένος εἴην λελυμένος εἴης λελυμένος εἴη λελυμένοι εἴημεν ἢ εἴμεν λελυμένοι εἴητε ἢ εἴτε λελυμένοι εἴησαν ἢ εἴεν | - λέ-λυ-σο λε-λύ-σθω - λέ-λυ-σθε λε-λύ-σθων ἢ λε-λύ-σθωσαν | λε-λύ-σθαι | λε-λυ-μένος λε-λυ-μένη λε-λυ-μένον |
λε-λύ-σοιμην ἢ λελυμένος ἐσοιμην λε-λύ-σοιο » ἔσοιο λε-λύ-σοιτο » ἔσοιτο λε-λυ-σοίμεθα ἢ λελυμένοι ἐσοίμεθα λε-λύ-σοισθε » ἔσοισθε λε-λύ-σοιντο » ἔσοιντο | λε-λύ-σεσθαι ἢ λε-λυ-μένος ἔσεσθαι | λε-λυ-σόμενος, -η, -ον, ἢ λελυμένος ἐσόμενος, -η, -ον λελυμένοι ἐσόμενοι, -αι, -α |
* Οἱ εἰς - σθων τύποι εἶναι παλαιότεροι καὶ συνηθέστεροι.
§ 196. Παράδειγμα βαρυτόνου ῥήματος μέσης φωνῆς (§ 173, 2), παθητικὴς διαθέσεως (§ 171,3).
Ὁριστικὴ Χρόνοι ἀρκτικοὶ | Ὁριστικὴ Χρόνοι παραγόμενοι | Ὑποτακτικὴ |
Ἐνεστὼς Παρατατικὸς | λῡ΄-ομαι λύ-ῃ (ἢ λύ-ει) λύ-εται κτλ. | ἐ-λῡ-όμην ἐ-λύ-ου ἐ-λύ-ετο κτλ | (ἵνα) λύ-ωμαι λύ-ῃ λύ-ηται κτλ. |
ὅπως τῆς μέσης διαθέσεως
Παθ. Μέλλων α΄ | λῡ-θή-σομαι λυ-θή-σῃ (ἢ -σει) λυ-θή-σεται λυ-θή-σόμεθα λυ-θή-σεσθε λυ-θή-σονται | ||
Παθητικὸς Ἀόριστος α΄ | ἐ-λῡ΄-θην ἐ-λύθης ἐ-λύ-θη ἐ-λύ-θημεν ἐ-λύ-θητε ἐ-λύ-θησαν | (ἵνά) λυ-θῶ λυ-θῇς λυ-θῇ λυ-θῶμεν λυ-θῆτε λυ-θῶσι |
Παρακείμενος Ὑπερσυντέλικος | λέ-λυ-μαι λέ-λυ-σαι λέ-λυ-ται κτλ. | ἐ-λε-λύ-μην ἐ-λέ-λυ-σο ἐ-λέ-λυ-το κτλ. | (ἵνα) λελυμένος ὦ ᾖς ᾖ κτλ. |
Τετελ. Μέλλων | λε-λύ-σομαι λε-λύ-σῃ (ἢ -σει) λε-λύ-σεται κτλ. ὅπως τῆς μέσης διαθέσεως |
1. Οἱ τύποι οὗτοι προῆλθον διὰ συναιρέσεως ἐκ παλαιοτέρων τύπων
Εὐκτικὴ | Προστακτικὴ | Ἀπαρέμφατον | Μετοχή |
(εἴθε) λυ-οίμην λύ-οιο λύ-οιτο κτλ.* | - λύ-ου λυ-έσθω κτλ.* | λύ-εσθαι | λυ-όμενος λυ-ομένη λυ-όμενον |
*ὅπως τῆς μέσης διάθεσεως
(ὅτι) λυ-θη-σοίμην λυ-θή-σοιο λυ-θή-σοιτο λυ-θη-σοίμεθα λυ-θή-σοισθε λυ-θή-σοιντο | .......... | λυ-θή-σεσθαι | λυ-θη-σόμενος λυ-θη-σομένη λυ-θη-σόμενον |
(εἴθε) λυ-θείην λύ-θείης λύ-θείη λυ-θείημεν ἢ λυ-θεῖμεν λυ-θείητε ἢ λυ-θεῖτε λυ-θείησαν ἢ λυθεῖεν | - λύ-θη-τι λυ-θή-τω - λύ-θη-τε λυ-θέ-ντων ἢ λυ-θή-τωσαν | λύ-θῆ-ναι | λυ-θεὶς (λυ-θέντος) λυ-θεῖσα (λυ-θείσης) λυ-θὲν (λυ-θέντος) |
ὅπως τῆς μέσης διάθεσεως |
λε-λυ-σοίμην λε-λύ-σοιο λε-λύ-σοιτο κτλ. | ........... | λε-λύ-σεσθαι | λε-λυ-σόμενος, -η, -ον κτλ. |
ὅπως τῆς μέσης διάθεσεως
2. ᾽Εκ τῶν τύπων
3. Οἱ βραχύτεροι τύποι
4. ᾽Εξ ἀρχικοῦ τύπου
5. ᾽Εξ ἀρχικῶν τύπων
Γενικαὶ παρατηρήσεις
εἰς τὸν σχηματισμὸν τῶν χρόνων καὶ τῶν ἐγκλίσεων
§ 197.
Τὰ ῥήματα μέσης καὶ παθητικῆς διαθέσεως (§ 171), ἤτοι τὰ μέσα καὶ τὰ
παθητικὰ ῥήματα, ἔχουν πάντας τοὺς χρόνους κοινούς, ἐκτὸς τοῦ μέλλοντος
καὶ τοῦ ἀορίστου:
§ 198.
Αἱ καταλήξεις τοῦ μέλλοντος ἐν γένει (ἐνεργητικοῦ, μέσου, παθητικοῦ καὶ
μονολεκτικοῦ τετελεσμένου) εἰς πάσας τὰς ἐγκλίσεις εἶναι αἱ ἴδιαι μὲ
τὰς καταλήξεις τοῦ ἀντιστοίχου ἐνεστῶτος:
1) πρὸς σχηματισμὸν τοῦ ἐνεργητικοῦ καὶ τοῦ μέσου (ἁπλοῦ ἢ τετελεσμένου
μονολεκτικοῦ) μέλλοντος προστίθεται εἰς τὸ θέμα πρὸ τῶν καταλήξεων ὁ χρονικὸς χαρακτὴρ
αὐτοῦ
σ
:
2) πρὸς σχηματισμὸν τοῦ παθητικοῦ μέλλοντος προστίθεται εἰς τὸ θέμα πρῶτον τὸ
πρόσφυμα θη
καὶ ἔπειτα ὁ χρονικὸς χαρακτὴρ
σ
πρὸ τῶν καταλήξεων: (λύ-ομαι)
§ 199.
Χρονικὸν χαρακτῆρα
σ
ἐκτὸς τοῦ μέλλοντος ἔχει καὶ ὁ ἐνεργητικὸς καὶ μέσος ἀόριστος α΄:
§ 200.
῾Ο ἐνεργητικὸς παρακείμενος πλείστων ῥημάτων σχηματίζεται εἰς -
κα
, ὁ δὲ ὑπερσυντέλικος αὐτῶν εἰς -
κειν
, ἤτοι ὁ ἐνεργητικὸς παρακείμενος καὶ ὁ ὑπερσυντέλικος τῶν
φωνηεντολήκτων, τῶν ὀδοντικολήκτων καὶ τῶν ἐνρινολήκτων ἢ ὑγρολήκτων
ῥημάτων ἔχει χρονικὸν χαρακτῆρα κ:
(λύ-ω)
§ 201. Τὸ ο καὶ τὸ ε , ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀρχίζουν πᾶσαι σχεδὸν αἱ καταλήξεις τοῦ ἐνεστῶτος καὶ τοῦ παρατατικοῦ, καθὼς καὶ τοῦ μέλλοντος ἐνεργητικοῦ καὶ μέσου ἢ παθητικοῦ εἰς πάσας τὰς ἐγκλίσεις, ἐκτὸς τῆς ὑποτακτικῆς, καὶ εἰς τὸ ἀπαρέμφατον καὶ τὴν μετοχήν, λέγονται θεματικὰ φωνήεντα τῶν ἐγκλίσεων τούτων.
Τύποι οἶοι
῾Ομοίως τύποι οἷος ὁ
῾Ομοίως τύποι οἷοι
Τύποι δἐ οἷοι οἱ τοῦ β’ ἑνικοῦ τοῦ μέσου ἢ τοῦ παθητικοῦ ἐνεστῶτος κτλ.
῾Ομοίως τύποι οἷοι
῾Ομοίως προῆλθον τύποι τῆς εὐκτικῆς οἷοι
῾Ομοίως προῆλθον τύποι τῆς προστακτικῆς
Τοῦ δὲ ἐνεργητικοῦ ἀπαρεμφάτου τύποι οἷοι
§ 202.
῾Η ὑποτακτικὴ πάντων τῶν χρόνων καὶ τῆς ἐνεργητικῆς καὶ τῆς μέσης φωνῆς ἔχει θεματικὰ φωνήεντα
ω
καὶ
η
(ἀντίστοιχα πρὸς τὰ θεματικὰ φωνήεντα
ο
καὶ
ε
τῆς ὁριστικῆς) :
§ 203.
῾Ο ἐνεργητικὸς καὶ μέσος ἀόριστος α΄ εἰς πάσας τὰς ἐγκλίσεις, πλὴν τῆς
ὑποτακτικῆς, καὶ ὁ ἐνεργητικὸς παρακείμενος εἰς τὴν ὁριστικὴν ἔχουν
θεματικὸν φωνῆεν α
:
§ 204.
῾0 ἐνεργητικὸς ὑπερσυντέλικος εἰς τὴν ὁριστικὴν εἰς μὲν τὸν ἑνικὸν ἔχει θεματικὸν φωνῆεν
ει
, εἰς δὲ τὸν πληθυντικὸν (καὶ τὸν δυϊκὸν)
ε
:
§ 205.
1) ῾Ο ἐνεργητικὸς παρακείμενος εἰς τὴν ὑποτακτικήν, τὴν εὐκτικὴν καὶ
τὴν προστακτικὴν σπανίως σχηματίζεται μονολεκτικῶς (
2) ῾Ο μέσος παρακείμενος εἰς μὲν τὴν ὑποτακτικὴν καὶ τὴν εὐκτικὴν
σχηματίζεται πάντοτε περιφραστικῶς, μὲ τὴν μετοχήν του καὶ τὰς
ἀντιστοίχους ἐγκλίσεις τοῦ ἐνεστῶτος τοῦ ῥήματος εἰμὶ
(
§ 206.
Εἰς πάντας τοὺς τύπους τοῦ μέσου καὶ παθητικοῦ παρακειμένου καὶ
ὑπερσυντελίκου, οἱ ὁποῖοι σχηματίζονται μονολεκτικῶς, δὲν ὑπάρχουν
θεματικὰ φωνήεντα, αἱ δὲ καταλήξεις προστίθενται ἀμέσως εἰς τὸ θέμα
αὐτοῦ:
§ 207.
1) Καὶ τοῦ παθητικοῦ ἀορίστου οἱ τύποι ἐν γένει σχηματίζονται χωρὶς
θεματικὰ φωνήεντα, ἀλλὰ πρὸς σχηματισμὸν αὐτῶν προστίθεται εἰς τὸ θέμα
πρὸ τῶν καταλήξεων τὸ πρόσφυμα θη
, τὸ ὁποῖον πρὸ τοῦ (ἐγκλιτικοῦ) φωνήεντος
ι
καὶ πρὸ τοῦ
ντ
πάσχει συστολὴν καὶ γίνεται
θε
:
2) Τὸ πρόσφυμα θη εἰς τὴν ὑποτακτικὴν τοῦ παθητικοῦ ἀορίστου συναιρεῖται μὲ τὰς καταλήξεις καὶ οὕτω προκύπτουν (φαινομενικαὶ) καταλήξεις, -θῶ, -θῇς, -θῇ κτλ. (βλ. § 196, ὑποσ.).
§ 208.
῾Η εὐκτικὴ ἔχει
ἐγκλιτικὰ φωνήεντα
ιη
ἢ ἁπλοῦν
ι
, τὰ ὁποῖα προστίθενται εἰς τὸ θέμα πρὸ τῶν καταλήξεων μετὰ τὸ
θεματικὸν φωνῆεν (ὅπου ὑπάρχει τοιοῦτον φωνῆεν). Τὸ ἐγκλιτικὸν φωνῆεν ι
συναιρεῖται μὲ τὸ προηγούμενον φωνῆεν τοῦ θέματος:
ς΄) Ὁ δυϊκὸς ἀριθμὸς τῶν ῥημάτων
§ 209. Τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ τῶν ῥημάτων ἐν γένει ἰδιαίτεραι καταλήξεις ὑπάρχουν μόνον διὰ τὸ β΄ καὶ τὸ γ΄ πρόσωπον, εἶναι δὲ αἱ ἑξῆς:
Ι.
α΄) τῆς ὁριστικῆς εἰς τοὺς ἀρκτικοὺς χρόνους καὶ τῆς ὑποτακτικῆς ἐν γένει (ἄνευ τοῦ θεματικοῦ φωνήεντος)
-τον, -τον
:
β΄) τῆς ὁριστικῆς εἰς τοὺς παραγομένους χρόνους καὶ τῆς εὐκτικῆς ἐν
γένει (ἄνευ τοῦ θεματικοῦ ἢ καὶ τοῦ ἐγκλιτικοῦ φωνήεντος) - τον, -την
:
γ΄) τῆς προστακτικῆς ἐν γένει (ἄνευ τοῦ θεματικοῦ φωνήεντος) -
τον, -των
:
ΙΙ.
α΄) τῆς ὁριστικῆς εἰς τοὺς ἀρκτικοὺς χρόνους καὶ τῆς ὑποτακτικῆς ἐν γένει (ἄνευ τοῦ θεματικοῦ φωνήεντος)
-σθον, -σθον
:
β΄) τῆς ὁριστικῆς εἰς τοὺς παραγομένους χρόνους καὶ τῆς εὐκτικῆς ἐν
γένει (ἄνευ τοῦ θεματικοῦ ἢ καὶ τοῦ ἐγκλιτικοῦ φωνήεντος) - σθον
, -
σθην:
γ΄) τῆς προστακτικῆς ἐν γένει (ἄνευ τοῦ θεματικοῦ φωνήεντος) -
σθον, -σθων
:
ζ΄) Σχηματισμὸς τῶν χρόνων τῶν ἀφωνολήκτων ῥημάτων
α΄) ᾽Ενεστὼς καὶ παρατατικὸς
§ 210.
Τῶν ἀφωνολήκτων ῥημάτων ὀλίγα σχηματίζουν τὸν ἐνεστῶτα καὶ τὸν παρατατικὸν ἀπὸ τὸ ῥηματικὸν θέμα ἀμετάβλητον, ὡς
Τὰ πλεῖστα δὲ τῶν ἀφωνολήκτων ῥημάτων σχηματίζουν τὸν ἐνεστῶτα καὶ τὸν παρατατικὸν ἀπὸ τὸ ῥηματικὸν θέμα μετασχηματισμένον, ἤτοι
1) τὰ
χειλικόληκτα
ἀφωνόληκτα ῥήματα πρὸς σχηματισμὸν τοῦ θέματος τοῦ ἐνεστῶτος καὶ τοῦ
παρατατικοῦ προσλαμβάνουν εἰς τὸ ῥηματικόν των θέμα τὸ πρόσφυμα τ
καὶ οὕτω λήγουν εἰς -
πτω
: (θ. κοπ-)
2) τὰ οὐρανικόληκτα καὶ τὰ ὁδοντικόληκτα πρὸς σχηματισμὸν τοῦ θέματος τοῦ ἐνεστῶτος καὶ τοῦ παρατατικοῦ προσλαμβάνουν εἰς τὸ ῥηματικόν των θέμα τὸ πρόσφυμα j ( § 1 , σημ.) καὶ οὕτω
α΄) τὰ οὐρανικόληκτα καὶ ἐκ τῶν ὀδοντικολήκτων ὅσα ἔχουν χαρακτῆρα θ ἤ τ λήγουν εἰς τὸν ἐνεστῶτα εἰς - ττω ἢ - σσω , Π. χ.
(θ. φυλακ-, φυλάκ-jω) φυλάττω ἢ φυλάσσω
(θ. ἀλλαγ-, ἀλλάγ-jω)
(θ. ταραχ-, ταράχ-jω)
(θ. ἁρμοτ-, ἁρμότ-jω)
(θ. πυρετ-, πυρέτ-jω)
β΄) τῶν ὀδοντικολήκτων ὅσα ἔχουν χαρακτῆρα δ λήγουν εἰς τὸν ἐνεστῶτα εἰς -ζω. Π. χ.
(θ. ἐλπιδ-, ἐλπίδ-jω)
(θ. ὄδ-, ὄδjω)
(θ. παιδ-, παίδ-jω)
(θ. οἰμωγ-, οἰμώγ-jω) οἰμώζω
(θ. στεναγ-, στενάγ-jω) στενάζω
(θ. ἀλαλαγ-, ἀλαλάγ-jω) ἀλαλάζω
(θ. κραγ-, κράγ-jω) κράζω
(θ. ὀλολυγ-, ὀλολύγ-jω) ὀλολύζω.
β΄) Οἱ ἄλλοι χρόνοι
§ 211. Τῶν ὁδοντικολήκτων ῥημάτων
1) ὁ μέλλων ὁ ἐνεργητικὸς λήγει εἰς -
σω
καὶ ὁ μέσος εἰς -
σομαι
, ὁ ἀόριστος α΄ ὁ ἐνεργητικὸς λήγει εἰς -
σα
καὶ ὁ μέσος εἰς -
σάμην
, ὅπως καὶ τῶν φωνηεντολήκτων ῥημάτων: (θ. πειθ-)
Ἀλλὰ τὰ ὑπερδισύλλαβα ὀδοντικόληκτα εἰς -
ίζω
, ὅσα ἔχουν χαρακτῆρα
δ
, σχηματίζουν τὸν ἐνεργητικὸν καὶ μέσον μέλλοντα χωρὶς τὸν χρονικὸν χαρακτῆρα
σ
εἰς -
ιῶ, -ιοῦμαι
(κατὰ τὰ εἰς -
έω
συνῃρημένα ῥήματα). Οὕτω
2) ὁ ἐνεργητικὸς παρακείμενος λήγει εἰς -
κα
καὶ ὁ ὑπερσυντέλικος εἰς -
κειν
: (θ. κομιδ-),
3) ὁ παθητικὸς μέλλων α΄ λήγει εἰς -
σθήσομαι
καὶ ὁ παθητικὸς ἀόριστος α΄ εἰς -
σθην
: (θ. ψευδ-)
4) ὁ μέσος παρακείμενος λήγει εἰς -
σμαι
καὶ ὁ ὑπερσυντέλικος εἰς -
σμην
: (θ. πειθ-)
§ 212. Τῶν οὐρανικολήκτων ῥημάτων
1) ὁ μέλλων ὁ ἐνεργητικὸς λήγει εἰς -
ξω
καὶ ὁ μέσος εἰς -
ξομαι
, ὁ ἀόριστος α΄ ὁ ἐνεργητικὸς εἰς -
ξα
καὶ ὁ μέσος εἰς -
ξάμην
: (θ. φυλακ-)
2) ὁ ἐνεργητικὸς παρακείμενος λήγει εἰς -
χα
καὶ ὁ ὑπερσυντέλικος εἰς -
χειν
(ἤτοι εἰς τοὺς χρόνους τούτους ὁ οὐρανικὸς χαρακτὴρ τοῦ ῥηματικοῦ
θέματος, ἐὰν εἶναι ψιλὸν ἢ μέσον, τρέπεται εἰς δασύ): (θ. κηρυκ-)
3) ὁ παθητικὸς μέλλων α΄ λήγει εἰς -
χθήσομαι
καὶ ὁ παθητικὸς ἀόριστος α΄ εἰς -
χθην
: (θ. πλεκ-)
4) ὁ μέσος παρακείμενος λήγει εἰς -
γμαι
καὶ ὁ ὑπερσυντέλικος εἰς -
γμην
: (θ. πλεκ-)
§ 213. Τῶν χειλικολήκτων ῥημάτων
1) ὁ μέλλων ὁ ἐνεργητικὸς λήγει εἰς -
ψω
καὶ ὁ μέσος εἰς -
ψομαι
, ὁ ἀόριστος α΄ ὁ ἐνεργητικὸς λήγει εἰς -
ψα
καὶ ὁ μέσος εἰς -
ψάμην
: (θ. κοπ-)
2) ὁ ἐνεργητικὁς παρακείμενος λήγει εἰς -
φα
καὶ ὁ ὑπερσυντέλικος εἰς -
φειν
(ἤτοι εἰς τοὺς χρόνους τούτους ὁ χειλικὸς χαρακτὴρ τοῦ ῥηματικοῦ
θέματος, ἐὰν εἶναι ψιλὸν ἢ μέσον, τρέπεται εἰς δασύ): (θ. κοπ-)
3) ὁ παθητικὸς μέλλων α΄ λήγει εἰς -
φθήσομαι
καὶ ὁ παθητικὸς ἀόριστος α΄ λήγει εἰς -
φθην
: (θ. πεμπ-)
4) ὁ μέσος παρακείμενος λήγει εἰς -
μμαι
καὶ ὁ ὑπερσυντέλικος εἰς -
μμην
: (θ. κοπ-)
§ 214. ᾽Εκ τῶν ἀφωνολήκτων ῥημάτων
1) ὅσα ἔχουν πρὸ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ ῥηματικοῦ θέματος
ε
, ἀντὶ τοῦ
ε
τούτου εἰς τὸν ἐνεργητικὸν παρακείμενον καὶ ὑπερσυντέλικον ἔχουν
ο
:
2) τὰ ῥήματα
στρέφω, τρέπω
καὶ
τρέφω
εἰς τὸν μέσον παρακείμενον καὶ ὑπερσυντέλικον ἀντὶ τοῦ
ε
τοῦ ῥηματικοῦ θέματος ἔχουν
α
(βραχύ): (θ. στρεφ-)
μέσου παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου ἀφωνολήκτων ῥημάτων
Ὁριστικὴ | Προστακτικὴ | Ἀπαρέμφατον | Μετοχὴ | |
ἔψευσ-μαι ἔψευ-σαι ἔψευσ-ται ἐψεύσ-μεθα ἔψευ-σθε ἐψευσμένοι εἰσὶ | ἐψεύσ-μην ἔψευ-σο ἔψευσ-το ἐψεύσ-μεθα ἔψευ-σθε ἐψευσμένοι ἦσαν | - ἔψευ-σο ἐψεύ-σθω - ἔψευ-σθε ἐψεύ-σθων | ἐψεῦ-σθαι | ἐψευσ-μένος ἐψευσ-μένη ἐψευσ-μένον |
πέπραγ-μαι πἑπραξαι πέπρακ-ται πεπράγ-μεθα πέπραχ-θε πεπραγμένοι εἰσὶ | ἐπεπράγ-μην ἐπέπραξο ἐπέπρακ-το ἐπεπράγ-μεθα ἐπέπραχ-θε πραγμένοι ἦσαν | - πέπραξο πεπράχ-θω - πέπραχ-θε πεπράχ-θων | πεπρᾶχ-θαι | πεπραγ-μένος πεπραγ-μένη πεπραγ-μένον |
γέγραμ-μαι γέγραψαι γέγραπ-ται γεγράμ-μεθα γέγραφ-θε γεγραμμἐνοι εἰσὶ | ἐγεγράμ-μην ἐγέγραψο ἐγέγραπ-το ἐγεγράμ-μεθα ἐγέγραφ-θε γεγραμμένοι ἦσαν | - γέγραψο γεγράφ-θω - γέγραφ-θε γεγράφ-θων | γεγράφ-θαι | γεγραμ-μένος γεγραμ-μένη γεγραμ-μένον |
η΄) Σχηματισμὸς τῶν χρὸνων τῶν ἐνρινολήκτων καὶ ὑγρολήκτων ῥημάτων
α΄) ᾽Ενεστὼς καὶ παρατατικὸς
§ 216.
Καὶ τῶν ἐνρινολήκτων καὶ ὑγρολήκτων ῥημάτων πολὺ ὀλίγα σχηματίζουν τὸν
ἐνεστῶτα καὶ τὸν παρατατικὸν ἀπὸ τὸ ῥηματικὸν θέμα ἀμετάβλητον, ὡς
Τὰ πλεῖστα δὲ ἐνρινόληκτα καὶ ὑγρόληκτα ῥήμᾳτα σχηματίζουν τὸν ἐνεστῶτα καὶ τὸν παρατατικὸν ἀπὸ τὸ ῥηματικὸν θέμα μετεσχηματισμένον, ἀφοῦ εἰς αὐτὸ προσετέθη τὸ πρόσφυμα j. Οὕτω
1) τῶν ῥημάτων, τὰ ὁποῖα ἔχουν χαρακτῆρα λ , τὸ ἐνεστωτικὸν θέμα ἔχει διπλασιασμένον τὸ λ :
(θ. βαλ-, βάλ-jω)
(θ. ἀγγελ-, ἀγγέλ-jω)
2) τῶν ῥημάτων, τὰ ὁποῖα ἔχουν χαρακτῆρα ν ἢ ρ , τὸ θέμα τὸ ὁποῖον ἀρχῆθεν ἔληγεν εἰς -αν, -αρ, -εν, -ερ, -ῐν, -ῐρ, ῠν, -ῠρ , μετεσχηματίσθη εἰς τὸν ἐνεστῶτα καὶ λήγει εἰς -αιν, -αιρ, -ειν , -ειρ, -ῑν, -ῑρ, -ῡν, -ῡρ˙
(θ. ὑφαν-, ὑφάν-jω)
(θ. καθαρ-, καθάρ-jω)
(θ. κτεν-, κτέν-jω)
(θ. σπερ-, σπέρ-jω)
(θ. κρῐν-, κρῐ΄ν-jω)
(θ. οἰκτῐρ-, οἰκτῐ΄ρ-jω)
(θ. πλῠν-, πλῠ΄ν-jω)
(θ. σῠρ-, σῠ΄ρ-jω)
β΄) Οἱ ἄλλοι χρόνοι
§ 217. Τῶν ἐνρινολήκτων καὶ ὑγρολήκτων ῥημάτων
1) ὁ ἐνεργητικὸς καὶ ὁ μέσος μέλλων σχηματίζεται χωρὶς τὸν χρονικὸν χαρακτῆρα σ (συνῃρημένος) εἰς -ῶ, -οῦμαι (ἤτοι κατὰ τὰ εἰς - έω συνῃρημένα ῥήματα):
2) ὁ ἐνεργητικὸς καὶ ὁ μέσος ἀόριστος α΄ σχηματίζονται χωρὶς τὸν χρονικὸν χαρακτῆρα σ εἰς - α , - άμην , μὲ ἐκτεταμένον τὸ πρὸ τοῦ χαρακτῆρος τοῦ ῥηματικοῦ θέματος βραχὺ φωνῆεν, ἤτοι μὲ ἔκτασιν τοῦ ᾰ εἰς η (ἢ κατόπιν ε ἢ ι ἢ ρ εἰς ᾱ), τοῦ ε εἰς ει , τοῦ ῐ ἢ ῠ εἰς ῑ ἢ ῡ :
Εἰς τὴν ὁριστικὴν ἔχουν
η
ἀντὶ
ᾱ
οἱ ἀόριστοι
3) ὁ ἐνεργητικὸς παρακείμενος σχηματίζεται εἰς - κα καὶ ὁ ἐνεργητικὸς ὑπερσυντέλικος εἰς - κειν (§ 200):
4) ὁ παθητικὸς μέλλων α΄ καὶ ὁ παθητικὸς ἀόριστος α΄ σχηματίζονται κανονικῶς εἰς
-θήσομαι
,
-θην
:
5)ὁ μέσος παρακείμενος καὶ ὑπερσυντέλικος
α΄) τῶν ὑγρολήκτων ῥημάτων σχηματίζονται κανονικῶς εἰς -
μαι
, -
μην
:
β΄) τῶν ἐνρινολήκτων μὲ χαρακτῆρα
ν
σχηματίζονται ἄλλων μὲν (κανονικῶς) εἰς
-μμαι, -μμην
, ἄλλων δὲ εἰς
-σμαι, -σμην
:
§ 218. Παράδειγμα ἐνεργητικοῦ καὶ μέσου μέλλοντος καὶ μέσου παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου ἐνρινολήκτων καὶ ὑγρολήκτων ῥημάτων (βλ. § 37, 6, γ΄)
᾽Οριστικὴ |
Εὐκτικὴ |
Απαρέμφατον |
Μετοχὴ | |
νεμ-ῶ νεμ-εῖς νεμ-εῖ νμ-οῦμεν νεμ-εῖτε νεμ-οῦσι | νεμ-οῖμι ἢ νεμ-οίην νεμ-οῖς ἢ νεμ-οίης νεμ-οῖ ἢ νεμ-οίη νεμ-οῖμεν νεμ-οῖτε νεμ-οῖεν | νε-μεῖν | νεμ-ῶν (νεμοῦντος) νεμ-οῦσα (νεμ-ούσης) νεμ-οῦν (νεμ-οῦντος) | |
νεμ-οῦμαι νεμ-εῖ (ἢ -ῇ) νεμ-εῖται νεμ-ούμεθα νεμ-εῖσθε νεμ-οῦνται | νεμ-οίμην νεμ-οῖο νεμ-οῖτο νεμ-οίμεθα νεμ-οῖσθε νεμ-οῖντο | νεμ-εῖσθαι | νεμ-ούμενος νεμ-ουμένη νεμ-ούμενον | |
ἤγγελ-μαι ἤγγελ-σαι ἤγγελ-ται ἠγγέλ-μεθα ἤγγελ-θε ἠγγελ-μένοι εἰσὶ | ἠγγέλ-μην ἤγγελ-σο ἤγγελ-το ἠγγέλ-μεθα ἤγγελ-θε ἠγγελ-μένοι ἦσαν | - ἤγγελ-σο ἠγγέλ-θω - ἤγγελ-θε ἠγγέλ-θων | ἠγγέλ-θαι | ἠγγελ-μένος ἠγγελ-μένη ἠγγελ-μένον |
ὤξυμ-μαι ὤξυν-σαι ὤξυν-ται ὠξύμ-μεθα ὤξυν-θε ὠξυμ-μένοι εἰσὶ | ὠξύμ-μην ὤξυν-σο ὤξυν-το ὠξύμ-μεθα ὤξυν-θε ὠξυμ-μένοι ἦσαν | - ὤξυν-σο ὠξύν-θω - ὤξυν-θε ὠξύν-θων | ὠξύν-θαι | ὠξυμ-μένος ὠξυμ-μένη ὠξυμ-μένον |
πέφασ-μαι πέφαν-σαι πέφαν-ται πεφάσ-μεθα πέφαν-θε πεφασ-μένοι εἰσὶ | ἐπεφάσ-μην ἐπέφαν-σο ἐπέφαν-το ἐπεφάσ-μεθα ἐπέφαν-θε πεφασ-μένοι ἦσαν | - πέφαν-σο πεφάν-θω - πέφαν-θε πεφάν-θων | πεφάν-θαι | πεφασ-μένος πεφασ-μένη πεφασ-μένον |
§ 219. Τὰ ἐνρινόληκτα ῥήματα κλίνω, κρίνω, πλύνω καὶ τείνω τὸν ἐνεργητικὸν καὶ μέσον παρακείμενον καὶ ὑπερσυντέλικον καὶ τὸν παθητικὸν μέλλοντα καὶ ἀόριστον α΄ τοὺς σχηματίζουν ἀπὸ τὸ ῥηματικὸν θέμα μετ’ ἀποβολὴν τοῦ χαρακτῆρος ν :
(θ. κλιν-)
(θ. κριν-)
(θ. πλυν-)
(θ. τεν-,τα-)
§ 220. Τὰ ἐνρινόληκτα καὶ ὑγρόληκτα ῥήματα, ὅσα ἔχουν θέμα μονοσύλλαβον μὲ φωνῆεν ε , εἰς τὸν ἐνεργητικὸν παρακείμενον καὶ ὑπερσυντέλικον α΄ , εἰς τὸν μέσον παρακείμενον καὶ ὑπερσυντέλικον καὶ παθητικὸν μέλλοντα καὶ ἀόριστον α΄ ἢ β΄ ἀντὶ τοῦ φωνήεντος ε ἔχουν ᾰ (πρβλ. § 214, 2):
θ΄) Δεύτεροι χρὸνοι τῶν ῥημάτων
§ 221.
῾Ο ἐνεργητικὸς ἀόριστος καὶ ὁ μέσος ἀόριστος πολλῶν ῥημάτων σχηματίζονται χωρὶς τὸν χρονικὸν χαρακτῆρα
σ
καὶ μὲ θεμα φωνῆεν οὐχὶ τὸ
α
, ἀλλὰ τὸ
ο
καὶ τὸ
ε:
Ὁ τοιοῦτος ἀόριστος λέγεται ἐνεργητικὸς ἀόριστος
Π. χ. ὁ ἐνεργητικὸς ἀόριστος β΄ τοῦ ῥ· βάλλω καὶ ὁ μέσος ἀόριστος β΄ τοῦ ρ. γίγνομαι κλίνονται ὡς ἑξῆς:
Ὁριστικὴ | Ὑποτακτικὴ | Εὐκτικὴ | Προστακτικὴ | Ἀπαρέμφατον | Μετοχὴ |
ἔβαλ-ον ἔβαλ-ες ἔβαλ-ε ἐβάλ-ομεν ἐβάλ-ετε ἔβαλ-ον | βάλ-ω βάλ-ῃς βάλ-ῃ βάλ-ωμεν βάλ-ητε βάλ-ωσι | βάλ-οιμι βάλ-οις βάλ-οι βάλ-οιμεν βάλ-οιτε βάλ-οιεν | - βάλ-ε βαλ-έτω - βάλ-ετε βαλ-όντων | βαλ-εῖν | βαλὼν βαλοῦσα βαλ-ὁν |
ἐγεν-όμην ἐγέν-ου ἐγέν-ετο ἐγεν-όμεθα ἐγέν-εσθε ἐγέν-οντο | γἐν-ωμαι γέν-ῃ γέν-ηται γεν-ώμεθα γέν-ησθε γέν-ωνται | γεν-οίμην γέν-οιο γέν-οιτο γεν-οίμεθα γέν-οισθε γέν-οιντο | - γεν-οῦ γεν-έσθω - |